...Συνέχεια από (Γ' Μέρος)

Τραπεζιτικές θύμισες, περίοδος 1967-1974, που είχε καταλυθεί η Δημοκρατία

Στο Περιστέρι.
Ο κ Λαμπράκης Γεώργιος ήταν τότε δ/ντής του υποκαταστήματος Περιστερίου. Είχε τη φήμη του αυστηρού δ/ντή. Ήταν συγκεντρωτικός, αλλά όμως ήταν άριστος τραπεζιτικός, ηθικός, τίμιος, γνώστης των τραπεζικών εργασιών. Δεν άφηνε περιθώρια να μην είναι τέλεια η τραπεζική εργασία και να υπάρχουν εκκρεμότητες.
Στην τράπεζα, ‘τότε’ και ‘τώρα’ δεν υπήρχε, ούτε ‘άστο τώρα, θα το φτιάξουμε αύριο...'. Κάθε εργασία τελείωνε μέχρι το μεσημέρι. Δεν νοείται τράπεζα να μην έχει τους λογαριασμούς του πελάτη ενήμερους... Και όλοι οι λογαριασμοί να είναι λογιστικά συμφωνημένοι.
Νόμιζες ότι, αν γίνει κάτι, αβλεψία, αμέλεια ή παράληψη, δεν θα σου χαριστεί. Θα φθάσει στα ανώτατα επίπεδα, κλιμάκια της ιεραρχίας της τράπεζας και η προτεινόμενη ποινή θα είναι πολύ μεγαλύτερη της προβλεπομένης και θα είναι αμίληκτη.
Τα δελτία αξιολόγησης, για τους υπαλλήλους, ήταν τα αυστηρότερα σε όλη την τράπεζα, δεν ήσαν χαριστικά... Όμως απεικόνιζαν την πραγματικότητα, την αξία και αξιοσύνη του κάθενός μας.
Επήγα στο Περιστέρι, στο κατάστημα, τον καλημέρισα. Μου είπε μια ξερή καλημέρα, του παρέδωσα τον φάκελο. Με μία κίνηση δυσανασχέτησης το ακούμπησε πίσω από το γραφείο του, επάνω στον φωριαμό, σαν κάτι το άχρηστο. Σηκώθηκε επάνω και με κοφτή φωνή μου είπε:
-Έλα...
Ακολούθησα... Δεν με παρουσίασε στους συναδέλφους, όπως συνηθίζεται, όταν στο κατάστημα έρχεται νέος συνάδελφος. Με πήγε και με έβαλε καταμετρητή στο ταμείο. Ταμίας ήταν ο ηλικιωμένος κ. Φραγκόπουλος. Την επόμενη ημέρα, άνοιξα δεύτερο ταμείο και κυρίως εισέπραττα την εξόφληση των συναλλαγματικών και γραμματίων, τα οποία ήσαν πολλά.
Προϊστάμενος του τμήματος των συναλλαγματικών και γραμματίων ήταν ο κ. Ευθύμιος Χαρίσης (ο μετέπειτα δ/ντής Καταστημάτων και εργασιών). Την περίοδο εκείνη, υπήρχε φτώχεια, αναδουλειά, στη Χώρα. Είχε αρχίσει η εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Εξωτερική μετανάστευση προς Γερμανία, Αυστραλία, Αμερική. Έφευγαν από τη Χώρα τα πιο γερά, τα πιο όμορφα νιάτα, συνήθως με λίγες γραμματικές γνώσεις και χωρίς τέχνη. Έφευγαν οι διαλεχτοί!...
Εκεί στην ξενιτειά, ήσαν τα σκληρά χέρια, το φτηνό εργατικό δυναμικό τους, για τις σκληρές δουλειές... Οι τότε κυβερνήτες της Χώρας μας, έλεγαν: «Το μεταναστευτικό συνάλλαγμα είναι η σωτηρία της Χώρας... Της Πατρίδας!...» Η Χώρα δεν είχε τίποτε από προϊόντα να εξαγάγει για να εισάγει συνάλλαγμα για τις ανάγκες της, και έκανε εξαγωγή του ανθρώπινου εργατικού δυναμικού της, του ενός εκ των συντελεστών της παραγωγής [Εργασίας], του σημαντικότερου όλων, το έμψυχο υλικό της!...
Εσωτερική μετανάστευση. Έφευγαν από την επαρχία συνήθως οι νέοι, για σπουδές και για δουλειά… Εγκατέλειπαν οι οικογένειες τα χωριά και ένεκα των πολιτικών παθών και πεποιθήσεων, του Εθνικού διχασμού και της διχόνοιας, από τα κατάλοιπα της αντεκδίκησης του εμφυλίου...
Τότε, με το ανακάτεμα του πληθυσμού, άρχισε με την ιδιωτική πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα να εκβιομηχανίζεται η Χώρα, να γίνονται μικρές οικοτεχνίες, μεγαλύτερες βιοτεχνικές μονάδες, βιομηχανία και αναπτύχθηκε το εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο.
Υπήρξε και η άνθιση του τραπεζικού συστήματος... Ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας. Η μικρή λαϊκή αποταμίευση ήταν χρήσιμη και επιδιωκόμενη ήταν ο οικονομικός αιμοδότης...
Η Χώρα είχε βγει κατεστραμμένη από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο, τη διπλή κατοχή, την Ιταλική και τη Γερμανική, και τον ολέθριο δεκαετή εμφύλιο πόλεμο, τον σπαραγμό, που ήταν η καταστροφή των πάντων, των οικονομικών και ηθικών αξιών και αγαθών.
Ο κόσμος έφευγε από τα χωριά για να ξεχάσει και να ξεχαστεί. Να ξεχάσει τα πάθη, τα παθήματα του από τις αντεκδικήσεις, τις βεντέτες... Να ξεχαστεί σαν άτομο, να μην τον βρίσκουν και του κάνουν κακό. Και αυτά ήσαν η αιτία της αστυφιλίας και ο μαρασμός της επαρχίας. Η αρχή της σημερινής καταστροφής... Της σημερινής ερήμωσης της υπαίθρου...
Στις πόλεις τότε υπήρχε ανάγκη από τα πάντα. Από κατοικία, από οικοσκευή, από είδη διατροφής και ένδυσης. Η ζήτηση των οικονομικών αγαθών μεγάλη, οι οικονομικοί πόροι, τα χρηματικά διαθέσιμα μηδαμινά...

Από την ανάγκη της ζήτησης και την έλλειψη των συναλλακτικών χρηματικών διαθεσίμων, δημιουργήθηκε η αιτία να αναπτυχθεί η συναλλαγματική πίστη (προφορική και έγγραφη). Προφορική ήταν η εμπιστοσύνη που έδινε ο ένας, στον άλλον, κατά την οικονομική συναλλαγή, ο έμπορος, ο επιχειρηματίας, στον συναλλασσόμενο ιδιώτη ή έμπορο, να του δώσει το προϊόν τα οικονομικά αγαθά με την προφορική υπόσχεση να το εξοφλήσει σε ορισμένο μεταγενέστερο χρόνο. Η έγγραφη πίστη ήταν με την υπογραφή συναλλαγματικής ή γραμματίου, της επιταγής και της μεταχρονολογημένης επιταγής.
Η συναλλαγματική και το γραμμάτιο των φερέγγυων εμπόρων εθεωρείτο χρήμα, ως το κυκλοφορούν χρήμα και άλλαζε χέρια με μεγάλη ταχύτητα, και διευκόλυνε την παραγωγική διαδικασία και τη διακίνηση των προϊόντων. Τα μικρά μαγαζιά, τα μπακάλικα, ήσαν οι τροφοδότες της φτωχολογιάς... Οι οικονομικοί αιμοδότες της ζωής... Οι προσωπικές καλές σχέσεις με τη γειτονιά και την κοινωνία ήταν η σωτηρία... του ατόμου και της οικογένειας... Το τεμπεσίρι έγραφε στο τεφτέρι και με τον λόγο, την εμπιστοσύνη, την τιμιότητα, την αλληλεγγύη, τη μπέσα έζησε η φτωχολογιά και έβρισκε ψωμί, και τα απαραίτητα στην ανάγκη, στην αναδουλειά, το στήριγμα να συντηρηθεί, να ζήσει... (βερεσέ από το μικρό μπακάλικο της γειτονιάς). Υπήρχε η συνοχή της κοινωνίας!...
Σιγά-σιγά αναπτύχθηκε η οικοτεχνία, η μεταποίηση, η παραγωγή προϊόντων, άρχισαν οι εργασίες και η οικονομική ανάπτυξη.

Εκεί, στο κατάστημα του Περιστερίου, τις πρώτες ημέρες, οι συνάδελφοι με κοιτούσαν περιέργως, ήσαν επιφυλακτικοί μαζί μου, δεν αντάλλασσαν κουβέντα, εκτός τις απαραίτητες κουβέντες της δουλειάς και εκείνες λίγες... Με έβλεπαν σαν να έχω αποβληθεί από την τραπεζική οικογένεια. Με θεωρούσαν τιμωρημένο και ότι με είχαν στείλει στο πειθαρχείο, στο αναμορφωτήριο, για να εκτείνω ποινή και να συνετιστώ.
Εκεί σιγά-σιγά με πολύ κόπο και υπομονή απέκτησα την εμπιστοσύνη και την αγάπη των συναδέλφων μου, εφόσον πρώτα τους έδειξα την αγάπη μου, τον σεβασμό μου και την αξιοσύνη μου... Σε λίγο γίναμε όλοι μια οικογένεια και φίλοι...
Εκεί στο υποκατάστημα αυτό, έμεινα δέκα πέντε χρόνια, το αγάπησα και με αγάπησε.
Θεωρώ υψίστη υποχρέωσή μου, τιμή μνήμης, να αναφέρω τους συναδέλφους που συνυπηρέτησαν στο κατάστημα Περιστερίου...
Δ/ντής: Λαμπράκης Γεώργιος ( Πτυχιούχος ΑΣΟΕΕ), Υπ/ντής: Κοκρής Νίκος, Τμήμα καταθέσεων: Καγιόπουλος, Σιγούρος Γιάννης, Τζιβολιάς Ηλίας, Φιλόπουλος Δημήτης, Φιλόπουλος Νίκος, Δημόπουλος Γεώργιος, Δημόπουλος Δημήτριος (ΑΣΟΕΕ), Τμήμα γραμματίων: Χαρίσης Ευθύμιος (ΑΣΟΕΕ), Μουγνάη Αλέκος, Προκόπης Ηλίας, Παπασιδέρης Ιωαν, Αδελίνης Παναγιώτης, Λογιστήριο: Αναστασόπουλος Ιωάννης, Σχοινάς Δημήτριος, Κορνηλάκη-Χουντή Δέσποινα, Μουροπούλου Χρυσάνθη, Χορηγήσεις: Αμανάκης Ιωάννης (Πτυχιούχος ΑΣΟΕΕ) Αλεξίου Παναγιώτης, Κανελλόπουλος Γεώργιος, Χιώτης Ιωάννης Αντωνόπουλος Γεώργιος, Αντωνοπούλου Βσιλική, Ζαφείρης Νίκος (πτυχιούχος νομικής), Αντωνίου Γιάννης, Ταμίας: Φραγκόπουλος, Αντωνίνης Γ, Βέργος Γιάννης, (πτυχιούχος ΑΣΟΕΕ) Κουντουράκης Γιάννης, Βασιλόπουλος Μιχάλης, Σχίζας Νίκος (πτυχίο ΑΣΟΕΕ), Δίσιος Σπύρος, Ράγιας Σωτήρης, Σαρλής Σοφοκλής...

Την εποχή εκείνη, σε ολόκληρη την περιοχή του Περιστερίου ή καλύτερα, από τη δυτική πλευρά του Κηφισού, Αιγάλεω, Αγία Βαρβάρα, Χαϊδάρι, Δάσος Χαϊδαρίου, Πετρούπολη, Ν Λιόσια, Άγιοι Ανάργυροι κ.λ.π. δεν υπήρχε άλλο κατάστημα τράπεζας, παρά μόνο το κατάστημα της Ιονικής τράπεζας στο Περιστέρι.

Η περιοχή αυτή ήταν αναπτυσσόμενη, κόσμος για συναλλαγές πολύς, οι υπάλληλοι σε σχέση με τη δουλειά πολλοί λίγοι, για αυτό είχαν ονομάσει το κατάστημα στο Περιστέρι ‘Νταχάου’...

Η περιοχή του Περιστερίου θεωρείτο υποβαθμισμένη περιοχή. Εκεί, είχαν καταφύγει και κατοικούσαν σε ξύλινες παράγκες οι Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, μετά τη σφαγή της Σμύρνης, τον όλεθρο του 1922. Εκεί, είχαν καταφύγει και οι κατατρεγμένοι από την επαρχεία, φτωχοί Έλληνες, κυνηγημένοι για τα κοινωνικά τους φρονήματα, που οι περισσότεροι ήσαν αριστερίζουσας ιδεολογίας, με εκλεγμένο κουμουνιστή Δήμαρχο, επί πολλά χρόνια. Ήταν εγκαταλελειμμένη περιοχή από τις τότε κυβερνήσεις, λόγω του ότι οι κάτοικοι ήσαν αντίθετης πολιτικής ιδεολογίας...
Εργατικοί άνθρωποι, φτηνά εργατικά χέρια στην περιοχή, άνοιξαν πολλές επιχειρήσεις και εργοστάσια, ο κόσμος άρχισε να έχει δουλειά, κινήθηκε η οικονομία.
Αυξημένη η ζήτηση και η προσφορά οικονομικών αγαθών, ανικανοποίητες ανάγκες, ανάγκη για τα πάντα, οίκηση, είδη διατροφής, ένδυση, αυξημένες οικονομικές συναλλαγές... Ουρές διπλές, τριπλές, μπροστά στα γκισέ της τράπεζας. Όλοι οι συνάδελφοι στην πρώτη γραμμή, την ώρα της αιχμής των συναλλαγών. «Η γραμμή των πρόσω!...»
Οι μεγάλοι επιχειρηματίες, έμποροι κ.λ.π. που έφερναν τις εισπράξεις των να τις καταθέσουν για να καλύψουν τις υποχρεώσεις των από επιταγές και συναλλαγματικές τους, δυσανασχετούσαν να περιμένουν στην ουρά. Και από την πόρτα φώναζαν στον ταμία:
–Πιάσ’ την Βέργο…
και πέταγαν από μακριά τη σακούλα με τα λεφτά και έλεγαν τόσα είναι και έφευγαν. Η σακούλα μέσα είχε τα χρήματα, ένα χαρτί που έγραφε πόσα ήσαν τα χρήματα, το όνομά τους, σε ποιο λογ/σμό ήθελαν να κατατεθούν και την υπογραφή του πελάτη... Όσοι υπηρέτησαν στο κατάστημα στο Περιστέρι, τα θυμούνται...
Τότε υπήρχε ήθος, τιμιότητα, μπέσα και αρετή στις συναλλαγές. Ο έμπορος, ο επιχειρηματίας, ο υπάλληλος, ο τραπεζικός, ο δάσκαλος, ο καθηγητής, ο αξιωματικός κ.λ.π. σεβόταν τον εαυτόν του και το επάγγελμά του.

Ό Έμπορος είχε λόγο και το είχε σε τιμή και υπερηφάνεια τον τίτλο του Εμπόρου, του Επιχειρηματία, του καθηγητού, του τραπεζιτικού, του αξιωματικού, του δικαστικού, του βουλευτού... Δεν βρήκα ποτέ λάθος σε αυτές τις σακούλες με τα λεφτά, που τις πέταγαν σαν τις μπάλες του μπάσκετ στο ταμείο.
Η καταμέτρησή των και η τακτοποίηση των λογαριασμών γινόταν μετά από τις ώρες της συναλλαγής με τον κόσμο. Δεν υπήρχαν τα σημερινά βοηθητικά μέσα, τα πάντα ήσαν χειρόγραφα και η καταμέτρηση και ο έλεγχος της γνησιότητας των χαρτονομισμάτων με το χέρι. Οι υπολογισμοί τραπεζιτικής μορφής με το χέρι και το μυαλό... Πολύ αργότερα, ήρθε μια χειροκίνητη αθροιστική μηχανή για το λογιστήριο, και ο χειροκίνητος πολλαπλασιαστής, για τον υπολογισμό των τόκων των καταθέσεων και των χορηγήσεων (τους τοκαρίθμους).
Η κίνηση κεφαλαίων εσωτερικού γινόταν με το τηλέφωνο και σύνδεση μέσω ΟΤΕ με το βύσμα..., με μεγάλες διακοπές σε ώρες μεγάλης αιχμής και με μπλοκάρισμα, επικαλύψεις των γραμμών.
Και η διασφάλισή μας ήταν το ήθος μας, και η γνώριμη φωνή του κάθε συναδέλφου. Τόσο μεγάλη ήταν η τιμιότητα, το ήθος και η εμπιστοσύνη, που με αυτά διακινούντο και άλλαζαν χέρια εκατομμύρια κάθε μέρα... Μόνο σε πολύ μεγάλα ποσά, χρησιμοποιούσαμε τους κλειδαρίθμους και μερικές φορές ζητούσαμε τον κλειδάριθμο, για να τσεκάρουμε για να διαπιστώσουμε δειγματοληπτικώς τη γνησιότητα της συναλλαγής και περισσότερο το ήθος, την τιμιότητα των υπαλλήλων συναδέλφων...
Το ίδιο γινόταν και με τις προβλέψεις πληρωμής επιταγών πελατών από τους αποταμιευτικούς λογ/σμούς των, καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου.

Τι ήσαν οι κλειδάριθμοι;...
Κλειδάριθμος είναι το κλειδί αριθμών, συνδυασμοί αριθμών και γραμμάτων με αριθμούς, εκτέλεση αριθμητικών πράξεων, που στο τέλος κατέληγε σε ένα αριθμό... Αυτός ο αριθμός είναι το κλειδί που ανοίγει για την εκτέλεση της συναλλαγής. Κλειδάριθμοι ήταν ο συνθηματικός αριθμός, ο οποίος διαπίστωνε την ορθότητα και τη διακρίβωση της αλήθειας, και της γνησιότητα των συναλλαγών, μεταξύ των καταστημάτων της ιδίας τράπεζας και των άλλων τραπεζών του εσωτερικού, και των συνεργαζομένων τραπεζών του εξωτερικού. Με τον κλειδάριθμο διαπιστωνόταν ποιο κατάστημα δίνει την εντολή, το αρχικό γράμμα του ονόματος του παραλήπτη, το αρχικό γράμμα του ονόματος του αποστολέα, το ποσό και η ημερομηνία εντολής...
Με τους κλειδαρίθμους γινόταν η κίνηση κεφαλαίων, εσωτερικού και εξωτερικού απεριορίστων ποσών, ανοίγματα πιστώσεων, ενέγγυες πιστώσεις. Εγγυητικές Επιστολές, φορτωτικά έγγραφα κ.λ.π. (Σε άλλο κεφάλαιο, θα αναφερθώ στον τρόπο συνεννόησης με τους κλειδαρίθμους...) Τους κλειδαρίθμους τους χειριζόταν εμπιστευμένο προς τούτο στέλεχος της τράπεζας, δοκιμασμένος για το ήθος του και την ακεραιότητα του χαρακτήρα του, συνήθως υψηλόβαθμος δ/ντής ή υπδ/ντής στο βαθμό.
Οι κλειδάριθμοι φυλάσσονταν με ειδική διασφάλιση, εντός ιδιαίτερου κλειδωμένου συρταριού, εντός του Χρηματοκιβωτίου. Τότε τα πάντα υπόκειντο σε έλεγχο και τα πάντα αξιολογούνταν, τιμή, ήθος, ταλέντο, αξιοσύνη... Η απόδοση σε κέρδη κάθε καταστήματος και η απόδοση σε χρόνο εξυπηρέτησης κάθε πελάτη... Μετρούσαν την ακρίβεια, την τελειότητα και την ταχύτητα εξυπηρέτησης σε κάθε τομέα, τμήμα και υπάλληλο της τράπεζας... Και ο καθένας αξιολογείτο ανάλογα... Ο δ/ντής από τη συνολική απόδοση κερδών του κατ/τος, και από το ποσοστό αναλογίας κερδών ανά υπάλληλο.
Ανάλογα κριτήρια υπήρχαν ανά τομέα, τμήμα και ανά υπάλληλο. Π.χ. ο υπάλληλος των καταθέσεων αξιολογείτο από το ποσοστό αύξησης των καταθέσεων, ανά κατηγορία και από τον αριθμό προσέλκυσης πελατείας, για άνοιγμα νέων αποταμιευτικών λογ/σμών. Το τμήμα χορηγήσεων δανείων από την αύξηση των δανείων και από το ποσοστό των δανείων που ήσαν ενήμερα... Δεν ήταν νοητό τότε δάνειο να μην εξυπηρετεί την πραγματική οικονομία, να μην συμβάλει εις την αύξηση του παραγομένου προϊόντος και την αύξηση του ΑΕΠ, και να είναι διασφαλισμένο με εμπράγματες και προσωπικές εγγυήσεις...
Δάνεια σε κόμματα, εκκλησίες, καταναλωτικά, στεγαστικά, σε εργολάβους οικοδομών δεν εχορηγούντο...
Οι σοφοί τραπεζικοί και ο γενικός, ο κ. Κυριακόπουλος, έλεγαν: «Το σπίτι είναι σερνικό δεν γεννάει και όλο ζητάει». Κάτι αντίστοιχο που έλεγαν και συμβούλευαν οι παππούδες στα χωριά: «Σπίτι όσο να χωρείς, και γη, χώμα, να βόσκουν τα γίδια, τα πρόβατα, να καλλιεργείς, αγόρασε όση μπορείς...»
(Μετέπειτα, οι νεώτεροι που διοίκησαν τις τράπεζες και έκαναν τον δήθεν μορφωμένο, με πολλά πτυχία και λειψό μυαλό, αυτά τα αξιώματα δεν τα ακολούθησαν και κατάντησαν τις τράπεζες, το καταφύγιο της οικονομίας, την αμέριστη εμπιστοσύνη του λαού, σε τράπεζες όπως τις κατάντησαν... Από ασφαλές καταφύγιο αποταμιεύσεως των λαϊκών οικονομιών και από μοχλό δύναμης οικονομικής ανάπτυξης, σε μεγάλο φόβο κινδύνου, ανυπόληπτες...).

Ενθυμούμαι ότι κάποια χρονική περίοδο, πριν εγκατασταθούν τα πρώτα ηλεκτρονικά μηχανήματα, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ήρθαν στο κατάστημα Περιστερίου ο δ/ντής διευθύνσεως Λογιστικού και Οργάνωσης κ. Νίκας Αλέκος, με κλιμάκιο υπαλλήλων, για να καταγράψουν την απόδοση των τμημάτων και των υπαλλήλων, και προς εξακρίβωση των υποβληθέντων οικονομικών στοιχείων του καταστήματος. Ενθυμούμαι ότι ο μέσος όρος της ταχύτητας εξυπηρέτησης εκάστου πελάτη από τον ταμία ήταν κάτω του ενός λεπτού. Και ο δ/ντής κατέγραψε 1' 45''. Εις δυσανασχέτησή μου, μου απάντησε ότι δεν με αδικεί, μου έβαλε την καλύτερη ταχύτητα από όλα τα καταστήματα της τράπεζας και μου εξήγησε.
-Αν βάλω λιγότερο θα είναι αναγκασμένη η διοίκηση να πιέσει και όλους τους άλλους να εναρμονιστούν να πλησιάσουν αυτόν τον χρόνο.
Τώρα, μπορείς και πιάνεις αυτούς τους χρόνους, μεθαύριο στα πενήντα σου και βάλε, θα μπορείς;... Που δεν θα έχεις του αετού το μάτι και τα δάχτυλά σου θα αρχίσουν να τρέμουν... Τότε;... Τι θα σε κάνουμε;... Τώρα είσαι νέος και δουλεύεις όπως σε βλέπω όρθιος, όταν όμως έρθεις με το καλό στην ηλικία μου, θα μπορείς με τα γυαλάκια που θα σε ζαλίζουν όπως τώρα εμένα; Τότε;... Τότε;...
Εκεί, κατάλαβα ότι δεν ήταν όλα ίδια, τα νιάτα και τα γέρατα...
Η ταχύτητα, ο χρόνος εξυπηρέτησης του πελάτη, υπολογιζόταν ως εξής: Ήταν το πηλίκο των ωρών εξυπηρέτησης του κοινού ( πελατών) δια του συνόλου των παραστατικών(εισπράξεις – πληρωμές).
Με αυτή την αξιολόγηση και την κοινή πρόταση του καταστήματος και της δ/νσης Λογιστικού και Οργάνωσης, επήρα την πρώτη κατ’ εκλογή προαγωγή, και κάλυψα τον χρόνο παραμονής μου ως κλητήρας, χρόνος που δεν μέτραγε για τη βαθμολογική μου εξέλιξη.

«Ουδέν μονιμότερο του προσωρινού!»
Στο κατάστημα αυτό, υπηρέτησα περίπου δεκαπέντε χρόνια... Ήταν το κατάστημα της αδελφοσύνης!... Όλοι βοηθούσαν ο ένας τον άλλον στη δουλειά. Πρώτοι στη δουλειά και πρώτοι, πάντα πρώτοι, στην απεργία. Οι εκάστοτε διοικήσεις με συνεχείς μετακινήσεις του προσωπικού προσπαθούσαν να αλλοιώσουν τη νοοτροπία της συνολικής συμμετοχής του καταστήματος σε απεργίες, πλην όμως αυτό δεν έγινε μπορετό, διότι όσοι υπάλληλοι έρχονταν στο κατάστημα, αμέσως εγκλιματίζονταν, αποκτούσαν την επικρατούσα νοοτροπία του καταστήματος, που ήταν αδελφοσύνη, αλληλεγγύη, εργατικότητα, τιμιότητα, ήθος, αρετή, εχεμύθεια... Τίποτα μα τίποτα το μεμπτό δεν έβγαινε εκτός καταστήματος. Κάθε μικροδιαφορά μας λυνόταν εκεί, επί τόπου και γρήγορα...

Από τον χρόνο παραμονής μου στο κατάστημα Περιστερίου, μερικά γεγονότα είναι χαραγμένα βαθιά στη μνήμη μου, και κρίνω πως είναι ιστορικά, και ηθικά καλό να αναφερθούν... Χρήσιμα για τους νεότερους...
Το πολίτευμα τότε της Χώρας ήταν η Βασιλευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία, με διάκριση των τριών Εξουσιών, (Εκτελεστική εξουσία-Κυβέρνηση, νομοθετική εξουσία –η Βουλή, Δικαστική εξουσία –η ψήφιση νόμων, απονομή δικαιοσύνης εφαρμογή των νόμων)
Ο Βασιλεύς, ρυθμιστής του πολιτεύματος με αυξημένη εξουσία, ενέκρινε την Κυβέρνηση, (και άλλαξε τους υπουργούς αν δεν ήταν της αρεσκείας του), ήταν αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και διόριζε τον υπουργό Εθνικής Άμυνας. Η παρέμβαση του Βασιλιά στην πολιτική ζωή ήταν ουσιαστική...
Την περίοδο αυτή, Βασιλεύς ήταν ο Παύλος, μετά τον θάνατόν του, επειδή ο διάδοχος Κωνσταντίνος ήτο ανήλικος, τη βασιλεία ασκούσε η βασιλομήτωρ, Βασίλισσα Φρειδερίκη, μέχρι την ενηλικίωσή του και την ανάληψη του θρόνου.

Έγινε Βασιλεύς ο Κωνσταντίνος.
Οι πολιτικές αντιδικίες των κομμάτων σκληρές. Αλλότριες μεγάλες παρεμβάσεις στην πολιτική ζωή, ενάντια στη θέληση του λαού, εναλλαγές κυβερνήσεων συχνές. Οι ένοπλες δυνάμεις απείθαρχες στη συνταγματική τάξη και στην πολιτική ηγεσία τους, με στρατιωτικό κίνημα, όπως τη λέγανε, επανάσταση, που επεκράτησε, την 21 Απριλίου 1967, ανέλαβε την εξουσία ο στρατός και κήρυξε στη Χώρα στρατιωτικό νόμο. Με τη διακήρυξη, τη σωτηρία της Πατρίδας, την επιβολή των νόμων και την επάνοδο της Χώρας σύντομα στην έννομη συνταγματική τάξη.
Τότε ήμουνα 24 ετών. Υπηρετούσα, όπως είπα, ως ταμίας στο κατάστημα Περιστερίου.
Τρία-τέσσερα χρόνια πριν την κατάλυση της δημοκρατίας, Κυβερνήσεις στη Χώρα εναλλάσσονταν με επικρατέστερο το κόμμα της Ένωσης Κέντρου, με Πρωθυπουργό τον γέρο της Δημοκρατίας, όπως έλεγαν τότε τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η Χώρα ήταν μέλος όλων των διεθνών οργανισμών ΟΗΕ– ΝΑΤΟ- Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά κ.λ.π., και όλοι νόμιζαν ότι στη Χώρα έχει εδραιωθεί η Δημοκρατία. Κανένας μα κανένας δεν πίστευε ότι στη Χώρα θα καταλυόταν το Δημοκρατικό πολίτευμα... Και όμως έγινε...
Δεν είμαι ο ειδικός, ο κατάλληλος να εκφράσω εμπεριστατωμένη άποψη για τα αίτια της κατάρρευσης της δημοκρατίας και τις συνέπειές της. Καταγράφω μόνο μερικές θύμησες...
Πρωί, πρωί της 21ης Απριλίου 1967, το Κρατικό ραδιόφωνο της Χώρας έλεγε πολεμικά εμβατήρια. Έκανε ανακοινώσεις περιορισμού των ελευθεριών και ότι σε όλη την Ελληνική επικράτεια έχει κηρυχτεί ο στρατιωτικός νόμος...
Οι δημόσιοι οργανισμοί, σχολεία, πιστωτικά ιδρύματα, τράπεζες κλπ κλειστά. Απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις άνω των τριών ατόμων καθώς και η κυκλοφορία μετά τη δύση του ηλίου, χωρίς άδεια από την αστυνομία. Η κυκλοφορία του κόσμου στους δρόμους περιορισμένη, συγκοινωνία δεν υπήρχε, μόνο τανξ και στρατιωτικά αυτοκίνητα κάθε λογής κυκλοφορούσαν με οπλισμένους φαντάρους, με πλήρη εξαρτήσεις μάχης.
Οι υπάλληλοι του καταστήματος Περιστερίου, με κάθε πρόσφορο μέσο, έφτασαν στο κατάστημα. Εγώ έφτασα από τους πρώτους, με τα πόδια. Ήμουνα ο ταμίας και είχα τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου. Εκεί έξω από το κατάστημα, βρήκα τον υπ/ντή, κ. Νίκο Κοκρή, και συνομιλούσε με έναν οπλισμένο, αρματωμένο αστυφύλακα, με πλήρη εξάρτηση, που του είπε ότι σήμερα η τράπεζα πρέπει να μείνει κλειστή.
Ο υπδ/ντής ρώτησε:
-Ποιος έδωσε την εντολή;
-Η Εθνοσωτήρια επανάσταση... Η κυβέρνηση...
-Ποια είναι η κυβέρνηση;.. Ποιος είναι ο πρωθυπουργός; Έχεις κάποιο έγγραφο να μου δώσεις;...
-Πολλά ρωτάς... Το ακούς τι σου λέω, δεν ξέρω, ο στρατός τώρα κυβερνάει, ο στρατιωτικός νόμος... Περισσότερα δεν ξέρω, δεν καταλαβαίνω... το μόνο που καταλαβαίνω ότι πρέπει να κάνετε ότι σας λέμε... Στρατιωτικές εντολές εκτελώ... Φαντάρος έχεις πάει, καταλαβαίνεις, δεν χωρατεύουμε... Χαιρετάει στρατιωτικά και φεύγει...
Ο δ/ντής του καταστήματος δεν είχε έρθει... Ήταν αποκλεισμένος... Γυρίζει μουδιασμένος σε εμένα και μου λέει:
-Κοίταξε, Γιάννη, παιδάκι μου, δεν θα μπεις μέσα στο κατάστημα, δεν θα ανοίξεις ταμείο και ας έλθει ο κόσμος να φωνάζει, να θέλει τα λεφτά του... Έχει κηρυχτεί στρατιωτικός νόμος, δεν ξέρουμε τι γίνεται... Πόλεμος;... ή κάτι άλλο;...
Και παράβαση στρατιωτικής εντολής-διαταγής, όταν έχει κηρυχτεί στρατιωτικός νόμος, δεν σηκώνει, να ξέρουμε όλοι μας, ότι η παράβαση διαταγής, με συνοπτικές διαδικασίες, έχει επί τόπου εκτέλεση, τουφεκισμό... Προσοχή, προσοχή, λοιπόν, στις κινήσεις σας και στα λεγόμενά σας, μέχρι να δούμε τι θα γίνει, μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
Σε λίγο πρέπει να φύγουμε γιατί απαγορεύονται συγκεντρώσεις άνω των τριών ατόμων και να προσπαθείτε να διατηρείτε επαφή μεταξύ σας, να βοηθάει ο ένας τον άλλον σε ότι χρειαστεί, προσεκτικά επιφυλακτικά, χωρίς επικριτικά λόγια για τα πολιτικά, ο ένας με τον άλλον, για κανέναν, μέχρι νεωτέρας...
Όλα τώρα θα παρακολουθούνται. Να αποφεύγετε τις συγκεντρώσεις. Έχετε λεφτά για ψωμί;... Και τώρα οικονομία, οικονομία... Δεν ξέρουμε πότε και αν θα ανοίξουν οι τράπεζες και αν θα δουλέψουμε και αν θα πάρουμε και πότε θα πάρουμε τον μισθό μας... Όποιος δεν έχει να του δώσω...
Μαζί του ήταν ο γιός του, δεν θυμάμαι το όνομά του, ήταν ένα λεβεντόπαιδο. Κανένας μας δεν ζήτησε... Μουδιασμένοι είμαστε όλοι μας, δεν ξέραμε τι συνέβη;... Κηρύχτηκε πόλεμος με τους οχτρούς της Πατρίδας;...
Όλοι περιμέναμε διάγγελμα του τότε Βασιλέως... Το πολίτευμα της Χώρας ήταν Βασιλευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Αλλά τέτοιο διάγγελμα δεν έβγαινε και η αγωνία του κόσμου περισσότερο κορυφωνόταν.
Τη δεύτερη ημέρα, πάλι κλειστές οι τράπεζες, την τρίτη ή την τέταρτη ημέρα άνοιξαν, αλλά αναλήψεις χρημάτων απαγορευόταν ακόμη... Μόνο αναλήψεις μικρών ποσών γίνονταν, για απολύτως έκτακτες ανάγκες, (αρρώστιες, κηδείες) και αυτές διαπιστωμένες, με βεβαίωση της αστυνομίας.

«Στη δύσκολη, την κακιά την ώρα, στην κακή στιγμή, και το μερμηγκάκι είναι χρήσιμο...»
Ενθυμούμαι ένα περιστατικό που έγινε με ένα μεγάλο πελάτη του καταστήματος, επιχειρηματία, νεόπλουτο. Ήταν σχετικά νεαρός στην ηλικία και κάποτε σε προηγούμενο χρόνο, για να με πειράξει και για να με στενοχωρήσει, για τον μικρό, τον λίγο μισθό που έπαιρνα, που παίρναμε σαν υπάλληλοι στην τράπεζα, μου είπε:
-Άιντε ρεεεέ, μηδαμινή είναι η αξία σας και η αξία σου... Εγώ τον μισθό που παίρνετε και παίρνεις τον μήνα, εγώ τον ξοδεύω σε μια βδομάδα για κολόνιες...
Εμένα, εκείνη τη στιγμή, η πίεσή μου έφθασε στο κατακόρυφο, τα νεύρα μου τεντωθήκανε, οι γροθιές μου αυτομάτως σφίξανε, το μυαλό μου όμως καλά δούλεψε και είπα στον εαυτό μου: Εγώ έφυγα, με διώξανε από εκεί, και με έστειλαν εδώ, πάλι διάβολε μπροστά μου βρέθηκες, κοντά μου ήρθες;... Πίσω μου σε έχω, σατανά...
Με φύλαξε ο Θεός, συγκρατήθηκα, δεν παραφέρθηκα να έχουμε πάλι μία από τα ίδια και χειρότερα... Πράγματι στεναχωρήθηκα, αλλά αμέσως συνήλθα και με ειρωνικό χαμόγελο του απάντησα...
-Κύριε έχετε δίκιο, είναι ακριβώς έτσι όπως τα λέτε... Αλλά, όμως, κύριε Γιάννη Ξανθ... εγώ κατάγομαι από τη Γορτυνία και εκεί μοσχοβολάει η ρίγανη, το θυμάρι, ο βασιλικός, ο δυόσμος, η μαντζουράνα και η λεβάντα, είμαστε εκεί λεβέντες, σαν το έλατο και εμείς μοσχοβολάμε... Δεν μου χρειάζονται κολόνιες για να... (κρύψω τη βρομιά )... «Πλούσιοι πτώχευσαν και πείνασαν...» Πρόσεχε, μήπως έλθει κάποια στιγμή που θα έλθεις σε ανάγκη να μου ζητήσεις δανεικά... Και θα στεναχωρηθώ διπλά, αν δεν θα έχω να σου δώσω... Εγώ κάνω κουμάντο και από το λίγο μισθό μου, θα έχω λίγα να σου δώσω, να μην είναι όμως για πολλά....
Ξεκαρδιστικά γέλασε...
-Εγώ να ζητήσω δανεικά από σένα... χα..χα..χα...
Δεν μίλησα...
Να, όμως, που όλα συμβαίνουν σε αυτή τη ζωή... Τις κρίσιμες αυτές ημέρες, ήρθε ο εν λόγω μεγαλοπελάτης με τα πολλά εκατομμύρια δραχμές, αεράτος, με στόμφο και ζήτησε να κάνει ανάληψη, να πάρει λεφτά από τον αποταμιευτικό του λογαριασμό.
Του είπαμε ότι δεν μπορεί να πάρει... Φώναζε, επέμενε να ανοίξω το ταμείο και να του δώσω κατ’ εξαίρεση και ότι είναι τρανός πελάτης με πολλά λεφτά...
Είχα όμως πάθει και είχα μάθει... Του είπα ευγενικά, κύριέ μου, εγώ εκτελώ διαταγές, σε παρακαλώ, πήγαινε στον δ/ντή να μου δώσει γραφτή εντολή και μετά εγώ να σου δώσω όσα θέλεις... Επήγε... Ο δ/ντής ορθά κοφτά του είπε:
-Κύριε, υπάρχει στρατιωτικός νόμος, λεφτά δεν παίρνεις...
Ήρθε πάλι σε μένα. Είχε ηρεμήσει.
Του εξήγησα την όλη κατάσταση που επικρατούσε στη Χώρα... Ότι είμαστε στο απόλυτο κενό εξουσίας, μας είπαν ότι τη διακυβέρνηση της Χώρας την ανέλαβε ο στρατός... Δεν ξέρουμε είναι έτσι, ή κάτι άλλο συμβαίνει;...
Τότε αυτός μου λέει:
-Ο Βασιλιάς που είναι;...
Γέλασα και του είπα:
-Πού να ξέρω;... Υπασπιστής του είμαι;... Με πλησιάζει εμένα, τον φτωχούλη, ο Βασιλιάς;... Εμένα, τον φτωχούλη, δεν με κάνουν παρέα οι κοινοί θνητοί... Και για τον Βασιλιά γυρεύεις;...
Κοκκίνισαν τα αυτιά του και όλο του το κεφάλι. Ζύγωσε, σίμωσε πιο κοντά μου και χαμηλόφωνα μού λέει:
-Τώρα τι κάνουμε, που δεν έχω καθόλου χρήματα;...
-Με κοροϊδεύεις;...
-Αλήθεια σου λέω και δεν έχω ούτε στο σπίτι και έχω μικρό παιδί, δεν έχω ούτε για γάλα.
Θυμήθηκα τότε τις κολόνιες του... Γέλασα αυθόρμητα.
-Δεν σε πιστεύω... Εσύ;... Οοοο...!
-Αλήθεια σου λέω... Να αυτό έχω και ήταν έτοιμος να δακρύσει και έδειξε ένα τάλιρο. ( Κέρμα αξίας πέντε δραχμών). Με έπιασε τρέμουλο από τη συγκίνηση... (Έχω μικρό παιδί...)
-Έχεις να μου δώσεις ό,τι μπορείς;...
Είχα τότε πάνω μου περίπου εκατόν πενήντα δραχμές όλα και όλα..
Και είπα από μέσα μου... «Πλούσιοι επτώχευσαν και...» Αυτός έχει μικρό παιδί, εγώ δεν έχω υποχρεώσεις... Ο Γιάννης έχει μόνο τον Γιάννη, θα βρει τρόπο για να ζήσει... Έχει ο Θεός... Έβγαλα και του έδωσα ένα πενηντάρι (πενήντα δραχμές)... Το πήρε βαθιά συγκινημένος... Μετά από αρκετές ημέρες άνοιξαν οι τράπεζες και επιτρεπόταν αναλήψεις χρημάτων, για έκτακτες ανάγκες και μικροποσών ανά βδομάδα. Αμέσως μου τα έδωσε και με ευχαρίστησε και μάλιστα ήθελε να μου δώσει και πάρα πάνω για την εξυπηρέτηση... Δεν δέχτηκα τίποτα...
Ευχαριστήθηκα, όμως, που έγινε έτσι, του έγινε μάθημα και άλλαξε μετέπειτα η μέχρι τότε αλαζονική συμπεριφορά του προς όλους μας...
Τα Χριστούγεννα και Πάσχα, ήταν από τους πρώτους που έφερνε δώρα σε όλους τους υπαλλήλους του Καταστήματος γλυκά, ποτά... Και από το καλό ουίσκι... Τότε κατάλαβε και αυτός ότι: «Και το μικρό μερμηγκάκι ήταν χρήσιμο, ωφέλιμο, ευεργετικό, στο δυνατό, μεγαλόσωμο λιοντάρι...»
Αυτή η στρατιωτική κατάσταση, η Εθνοσωτήρια επανάσταση, η δικτατορία, το κίνημα, το πραξικόπημα, όπως θέλει ο καθένας ας το πει, εδραιώθηκε και κράτησε επτά χρόνια... Για τα αίτια και τις συνέπειες και τις επιπτώσεις, οι ειδικοί προς τούτο έχουν αναφερθεί...

Η οικονομία της Χώρας άρχισε να λειτουργεί με περιορισμούς, μερικώς αποκλεισμένη από τις οικονομικές αγορές, λειτουργούσε τότε με τους ρυθμούς και τους κανόνες της ελεγχομένης παρεμβατικής οικονομίας... Η τράπεζες όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν με διοίκηση κυβερνητικής επιτροπείας... Είχε εγκατασταθεί στη διοίκηση εκπρόσωπος της στρατιωτικής εξουσίας (κυβέρνησης) στρατιωτικός επίτροπος.
Εγώ, ως γνωστό, όλη την τότε χρονική περίοδο ήμουνα συγχρόνως εργαζόμενος και φοιτητής της ΑΣΟΕΕ και σπουδαστής του Ινστιτούτου Τραπεζικών μορφώσεως των τραπεζών Εμπορική και Ιονική, του αείμνηστου μεγαλοτραπεζίτη καθηγητού Στρατή Ανδρεάδη...
Ενθυμούμαι ότι: Ήταν εξεταστική περίοδος της ΑΣΟΕΕ, Ιούνιος μήνας. Είχα προετοιμαστεί να δώσω εξετάσεις στο μάθημα της Λογιστικής. Εζήτησα μέρος από την κανονική μου άδεια, για συμμετοχή μου στις εξετάσεις, Ο Δ/ντής του κατ/τος κ Λαμπράκης δεν μου έδωσε και μου είπε:
-Εδώ, θέλουμε υπαλλήλους για δουλειά, να δουλέψουν, δεν θέλουμε φοιτητές και πτυχιούχους... Δεν σου δίνω άδεια... Υπάκουσα με την ελπίδα ότι την ημέρα των εξετάσεων θα μου έδινε 2,30 έως 3 ώρες άδεια, να πάω να δώσω εξετάσεις και να γυρίσω... Του ζήτησα την προηγούμενη και πάλι μου αρνήθηκε.
Ήρθε η ημέρα των εξετάσεων, η ώρα των εξετάσεων ήταν 11 έως 1:30. Θα του ζητούσα 2,30 ώρες με την πεποίθηση ότι θα μου τις έδινε. Το πρωί άνοιξα ταμείο και του ζήτησα την άδεια. Ήταν κατηγορηματικά αρνητικός...
Δούλευα φανερά εκνευρισμένος... Συνεχής πάλη με τον εαυτόν μου... Το να υπακούσω και να μην πάω να δώσω εξετάσεις το έβρισκα παράλογο ασυγχώρητο στον εαυτόν μου... Το να μην υπακούσω, θα με περάσουν πειθαρχικό και ίσως να με διώξουν, ή το βέβαιο είναι ότι θα με διώξουν...
Τι θα κάνεις, Γιάννη;... Η ώρα περνάει... Αποφάσισε... Αποφάσισε... Και είπα: Ό,τι ειπεί το κέρμα, η τύχη... Παίρνω στα γρήγορα ένα κέρμα από την κερματοθήκη να το στρίψω, κορώνα πηγαίνω, γράμματα δεν πηγαίνω. (Κορώνα ήταν η πλευρά που απεικονίζεται στο κέρμα η όψη του Βασιλιά, και γράμματα ή όψη που απεικόνιζε το Εθνόσημο και γύρω έγραφε με γράμματα, Βασίλειο της Ελλάδος). Το έστριψα και το κέρμα μίλησε και αποφάσισε, ήρθε κορώνα... Η απόφαση ελήφθη... Θα πάω να δώσω εξετάσεις...
Μόλις έφτασε η ώρα 10:30, είχα ειδοποιήσει να έρθει από την πιάτσα ένα ταξί, βγάζω από το χρηματοκιβώτιο και δίνω στο δεύτερο ταμία, που τότε ήταν ο κ. Ιωαν. Κουντουράκης, δυο εκατομμύρια, μαζεύω όλα τα παραστατικά και χρήματα και βιαστικά τα βάζω στο χρηματοκιβώτιο, κλειδώνω παίρνω τα κλειδιά στην τσέπη μου και φεύγω..
Θα γυρίσω σε δύο ώρες...
Το ταξί ήταν ακριβώς απέξω, με περίμενε... Ο δ/ντής από πίσω μου τρέχοντας να του δώσω τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου...
Δεν του τα έδωσα...
-Θα γυρίσω σύντομα σε δύο ώρες του είπα.
Το ταξί έφυγε...
-Στην Ανωτάτη Εμπορική, όσο πιο γρήγορα μπορείς, κύριε, του είπα, δίνω εξετάσεις και ο δ/ντης δεν μου έδινε άδεια... Με πήγε σε ελαχίστη ώρα και μου ευχήθηκε καλή επιτυχία (Ώρα του καλή). Η ευχή του έπιασε. Έγραψα καλά και επήρα το μάθημα... ε, σε δύο ώρες ήμουνα πίσω στο κατάστημα. Άνοιξα το ταμείο και άρχισα να δουλεύω.
Ο ταμίας, κ. Κουντουράκης, μου επέστρεψε τα δύο εκατομμύρια και τα κλείδωσα στο ταμείο, δεν χρειάστηκαν.
Οι υπάλληλοι όλοι του κατ/τος ανήσυχοι, περίεργοι, αλλά κανένας δεν τόλμησε να μου πει κουβέντα... Περίμεναν όλοι τους να σκάσει η βόμβα επί της κεφαλής μου από τον δ/ντή...
Ο δ/ντής από το γραφείο του μου έριχνε άγριες ματιές σαν πυροβολισμούς αμίλητος...
Εγώ ατάραχος και ευχαριστημένος εξυπηρετούσα τον κόσμο... Όταν μετά από λίγο καταλάγιασε η φούρια και δεν ήταν πολύς ο κόσμος να περιμένει, ο καλός συνάδελφος ταμίας, Γιάννης Κουντουράκης  με ρώτησε επιφυλακτικά.
-Πώς τα πήγες, Γιάννη;...
-Πολύ καλά... Νομίζω πως θα το περάσω, αν δεν έχω κάνει από τη βιασύνη μου καμιά στραβομάρα...
Μετά από αρκετή ώρα, μπαίνει ο τότε προϊστάμενος του τμήματος συν/κων και γραμ/τίων και μετέπειτα δ/ντής καταστημάτων και εργασιών, κ. Ευθύμιος Χαρίσης...- -Πώς τα πήγες, Γιάννη;... Φαίνεσαι, είσαι ευχαριστημένος, καλά τα πήγες;... Καλά τα έκανες όπως τα έκανες...
-Νομίζω, κ. Χαρίση, πως θα το περάσω το μάθημα...
-Μπράβο, Γιάννη, σου το εύχομαι...
Συνέχισα να δουλεύω όρθιος με ένταση. Είχε πολύ δουλειά και όλο το βάρος είχε πέσει στον άλλον ταμία. Τα χρήματά του ατάκτως πιασμένα με λάστιχα πεταμένα κάτω στα πόδια του.
Επήρα όλη τη δουλειά για να έχει λίγο λάσκα, να μπορέσει να τα συμμαζέψει... Στο τέλος της ημέρας βοήθησαν όλοι οι συνάδελφοι, όπως κάθε φορά που υπήρχε μεγαλύτερο φόρτο εργασίας.
Ο συνάδελφος Γιάννης Αναστασόπουλος, καλοπροαίρετος, που περισσότερο από όλους μας ευχαριστιόταν με την επιτυχία και την προκοπή του άλλου, προϊστάμενος λογιστηρίου, πρώτος για κάθε προσφορά βοήθειας. Αλληλέγγυος σε όλες τις δυσκολίες – καλοσυνάτος!. Έγινε θυμάμαι εκείνη την ημέρα αμέσως η συμφωνία χωρίς κανένα λάθος υπολογισμό, συνήθως αναριθμητισμό, ή πρόβλημα...

Κάθε μεσημέρι, μετά τη συμφωνία με το λογιστήριο, ο δ/ντής ή ο εντεταλμένος υπδ/ντής έλεγχε, παραλάμβανε, τα μετρητά του ταμείου και μαζί με τον ταμία υπογράφουν το βιβλίο ταμείου για τη λογιστική συμφωνία με το χρηματικό υπόλοιπο, για το υπόλοιπο των αξιόγραφων και το ότι καλώς έχει ο φάκελος των κλειδαρίθμων... Και μαζί όλα τα κλείνουν και τα ασφαλίζουν στο χρηματοκιβώτιο. Έτσι και εκείνη την ημέρα του φώναξα:
-Κύριε δ/ντά είμαι έτοιμος να παραλάβετε...
Περίμενα... Περίμενα αρκετή ώρα... Νόμισα ότι δεν θα ερχόταν ο ίδιος και ότι θα έστελνε τον υπδ/ντή... Ήρθε αμίλητος, εκνευρισμένος, με βλοσυρό ύφος... Έλεγξε το καταγεγραμμένο λογιστικό υπόλοιπο με το ταμιακό και με το λογιστικό φύλλο συμφωνίας υπογεγραμμένο από τον υπεύθυνο λογιστή. Και άρχισε να ελέγχει την ταμιακή ανάλυση, σε δέματα και δεσμίδες, μετά άρχισε να μετράει τα χύμα χαρτονομίσματα και τα χύμα κέρματα... Όρθιος αυτός, όρθιος και εγώ παρακολουθούσα όπισθέν του. Η νευρικότητά του ήταν απερίγραπτη. Οι σιαγόνες του και οι μυς του, έκαναν συσπάσεις, σπασμωδικές κινήσεις... Μέτρησε όλα τα χύμα και άρχισε να μετράει αναλυτικά τις δεσμίδες... Αμίλητος αυτός, αμίλητος και εγώ... Ποτέ δεν γινότανε τέτοιος έλεγχος. Γινόταν μόνο δειγματοληπτικά σε μία, δύο, το πολύ τρεις δεσμίδες... Τώρα, έγινε σε όλα μέχρι δεκαρούλας στην κερεματοθήκη...

Αυτός ο έλεγχος συνηθίζεται να γίνεται εκτάκτως το πρωί, κατά την πρώτη ημέρα της επιθεώρησης του καταστήματος από τη δ/νσην της γενικής επιθεώρησης της τράπεζας, από την επιθεώρηση της τραπέζης Ελλάδος και όταν επρόκειτο να αλλάξει ο ταμίας...
Χιλιάδες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου... Είπε πάλι ο Γιάννης στο Γιάννη:
-Γιάννη, ετοιμάσου ή για τα εργαλεία της οικοδομής, ή δεν θα αποφύγεις, δεν θα γλυτώσεις από την Καλαμπάκα...
Τότε, μεριά από την κούρασή μου, την ένταση των εξετάσεων και τον εκνευρισμό μου από την επικρατούσα κατάσταση, μόνο ο επικροτητής έλειπε...
-Υπομονή, Γιάννη, υπομονή... Θα περάσει και αυτό... Υπομονή, να μην περάσει του διαβόλου...
Οι συνάδελφοι παρακολουθούσαν και προσπαθούσαν, όπως μετά μου έλεγαν, να μαντέψουν τις εξελίξεις... Τέλειωσε και έκανε αμίλητος μισό βήμα πίσω... Επήρα τα χρήματα και όλα τα παραστατικά, τα έβαλα στο χρηματοκιβώτιο, τα κλείδωσα και τα ασφάλισα. Ο δ/ντής έφυγε αμίλητος, φανερά εκνευρισμένος και κάθισε στο γραφείο του... Έτσι, τέλειωσε αυτή ημέρα, χωρίς να μπορώ να προβλέψω την εξέλιξη για την αυριανή... Αυτό, αυτή η συμπεριφορά κράτησε μια εβδομάδα...
Δεν μου κακοφάνηκε η συμπεριφορά του, ο εκνευρισμός του, (και εγώ να ήμουν στη θέση του τότε, ίσως να είχα και χειρότερη συμπεριφορά), αλλά περισσότερο μου κακοφάνηκε, με ενόχλησε αφάνταστα, που μου έδειξε ότι δεν μου έχει εμπιστοσύνη τιμιότητας και που μου μέτραγε μέχρι και τις τρύπιες δεκαρούλες στην κερματοθήκη...
Αυτό για μένα ήταν η χειρότερη προσβολή... Ήταν ο κλονισμός εμπιστοσύνης και ενώπιον όλων των συναδέλφων... Αυτό για μένα ήταν άκρως απαράδεκτο... Και σκέφτηκα, μέχρι που να με διώξει, να του κάνω καζούρα...
-Όπως το πάει αυτός, γλυκό ψωμί μαζί δεν τρώμε... Όταν θα έρχεται να παραλάβει το ταμείο, εγώ θα σπάζω τα μασούρια τα κέρματα όλων των κατηγοριών και θα γεμίζω κάθε μέρα την κερματοθήκη, για να κάθεται όρθιος να τα μετράει... Τότε κέρματα κυκλοφορούσαν των 20 δρχ των 10,5,2,1, και 0,50 λεπτών 0,20-0,10-0,05 για να μετράει ένα–ένα τα κέρματα.
Αυτό συνεχίστηκε πάρα πάνω από μια εβδομάδα. Μία ημέρα που με είδε που έσπαζα τα μασούρια και γέμιζα την κερματοθήκη, μου λέει:
-Γιατί τα σπάζεις τώρα τα μασούρια και γεμίζεις την κερματοθήκη;...
-Για να τα μετρήσετε και εσείς κύριε δ/ντά, εφ όσον δεν με εμπιστεύεσθε, μην τυχόν και λείπει κανένα κέρμα..., καμιά δεκαρούλα...
Από τότε και μετά, έπαψε να μετράει τα κέρματα και έκανε σε αραιά χρονικά διαστήματα μόνο δειγματοληπτικό έλεγχο σε δεσμίδες...

Μετά από μερικές ημέρες, αναρτήθηκαν στην προθήκη της ΑΣΟΕΕ τα αποτελέσματα και πέρασα το μάθημα της λογιστικής με (7,5). Μαθεύτηκε στο κατ/μα και τότε μόνο στεγνά, μονολεκτικά, μου είπε:
-Το πέρασες... συγχαρητήρια...
Αυτό το περιστατικό δεν βγήκε από το κατάστημα... Ούτε ο δ/ντής το ανάφερε στη διοίκηση, ούτε μαθεύτηκε από καλοθελητή συνάδελφο. Όμως, τέτοιοι συνάδελφοι καλοθελητές, για να κάνουν ηθελημένη ζημιά σε συνάδελφο, τότε δεν υπήρχαν, στο κατάστημα Περιστερίου... Όλοι είχαν ήθος και προσαρμοζόταν με την επικρατούσα νοοτροπία και τις συνθήκες...
Ο χρόνος κύλαγε... Η Πολιτειακή κατάσταση, σχεδόν η ίδια... Έγινε δημοψήφισμα, για το πολιτειακό, για την αλλαγή του Συντάγματος της Χώρας. Έγινε προσπάθεια για συμμετοχή πολιτών στην Κυβέρνηση (της Εθνοσωτήριας επανάστασης, έτσι τη λέγανε τότε, και δεν τολμούσε τότε φανερά κανένας να την ειπεί δικτατορία, ας κάνανε και ακόμα κάνουνε τον καμπόσο, εκτός ελαχίστων.)
Τότε, συμμετείχαν ελάχιστοι, μερικοί, από τον πολιτικό χώρο, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα αποκατάστασης της δημοκρατίας. Η οικονομική ζωή της Χώρας συνεχιζόταν στο ρυθμό της Κρατικής παρεμβατικής οικονομίας. Έθεσαν οι κυβερνώντες σε εφαρμογή, σε λειτουργία, το πληθωριστικό Παραγωγικό χρήμα...
Άρχισε η χρηματοδότηση δημοσίων έργων, το μηχανικό σώμα του στρατού, η στρατιωτική Μ.Ο.Μ.Α, σε πλήρη οργασμό. Έγιναν δρόμοι και μερικά έργα υποδομής στην επαρχία και με τη συμμετοχή, αμειβόμενη εργασία των πολιτών, κινήθηκε η εσωτερική αγορά.
Οι μεγάλοι οργανισμοί κοινής ωφέλειας, ΔΕΗ- ΟΤΕ, ήσαν κρατικοποιημένοι, υπό στρατιωτική διοίκηση, λειτούργησαν όχι με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Παρείχαν τις υπηρεσίες τους και σε από μακρυσμένα άγονα χωριά...

Η περιοχή του Περιστερίου, όπως προανέφερα, ήταν πλήρως υποβαθμισμένη. Σε πολλές περιοχές, νερό δεν υπήρχε, κυκλοφορούσε ο νερουλάς, με το υποζύγιο και πουλούσε νερό, ηλεκτρικό ρεύμα όχι, φώς με τη λάμπα πετρελαίου, για οικιακή χρήση, η γκαζιέρα και το πετρογκάζι με τη φιάλη υγραερίου, για τις πιο εύπορες οικογένειες, υπόνομοι ανύπαρκτοι, τα απόβλητα, λύματα από τους βόθρους μεταφέρονταν με βυτιοφόρα, οι πλημμυρικές καταστροφές πολλές και με ανθρώπινα θύματα κλπ...
Οι πρόχειρες προσφυγικές, ξύλινες, παράγκες σε αθλία κατάσταση, εκεί από το 1922. Την περίοδο αυτή, κατασκευάστηκαν κάποια έργα υποδομής, φως, νερό, τηλέφωνο, και κατασκευάστηκαν οι νέες προσφυγικές πολυκατοικίες του Αγίου Αντωνίου και της Ευαγγελίστριας. Αυτές δωρήθηκαν εις τους δικαιούχους πρόσφυγες και στους απογόνους τους... Άλλαξε η όψη και η πολιτικοοικονομική δομή της εκεί κοινωνίας και η περιοχή του Περιστερίου...
Την 30 Σεπτεμβρίου 1968, έλαβα το υπ’ αριθμόν 306 πτυχίο τριετούς υποχρεωτικής φοίτησης του Ινστιτούτου Οικονομικής και Τραπεζικής μορφώσεως των τραπεζών, Εμπορικής και Ιονικής Λαϊκής τράπεζας. Είχε συμπληρωθεί ο απαιτούμενος χρόνος εργασίας για βαθμολογική κρίση προαγωγής μου και με την προώθηση, λόγω πτυχίου, επήρα προαγωγή σε δύο βαθμούς...

Αμέσως μετά, πριν, ή περίπου αρχάς του 1969, διέκοψα την αναβολή μου, λόγω σπουδών, για να υπηρετήσω και το υπόλοιπο της στρατιωτικής μου θητείας και διαβάζοντας να πάρω και το πτυχίο της ΑΣΟΕΕ. Υπηρέτησα στο Σ.Γ.Α., Στρατολογικό Γραφείο (Πολεμικής) Αεροπορίας, στην Αθήνα. Το (βασιλικής) είχε καταργηθεί διότι, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος έγινε έκπτωτος και καταργήθηκε, οριστικά η Βασιλεία στη Χώρα.
Υπηρέτησα τη θητεία μου και επανήλθα.
Ο δ/ντής είχε μετατεθεί, ή αυτή τη χρονική περίοδο μετατέθηκε, και τη δ/νση του μεγαλύτερο καταστήματος Ομόνοιας, καθώς και τη δ/ση του καταστήματος Περιστερίου ανέλαβε ο κ Λαμπριανάκος Θεόδωρος, με υπ/ντή τον κ Μπριαμάτο. Συνηθιζόταν λίγο πριν ή λίγο μετά την αλλαγή του διευθυντή του καταστήματος να γίνεται και τακτική επιθεώρηση του, από τη Δ/νση της Γενικής επιθεώρησης της τράπεζας, ώστε να είναι αδιαμφισβήτητα τα οικονομικά στοιχεία και η περιουσία του καταστήματος που παρέδωσε και που παραλαμβάνει ο κάθε Δ/ντής, ώστε αυτά τα οικονομικά στοιχεία να αποτελούν για τη Διοίκηση της τράπεζας, συγκριτικά κριτήρια κρίσεως αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, αξιοσύνης, κάθε διευθυντικού στελέχους, δια την πιο πάνω εξέλιξή του, ή στασιμότητά του.
Πρωί-πρωί, πριν ανοίξει το κατάστημα, ένας συνάδελφος επιθεωρητής ήταν απέξω. Περίμενε την ώρα να ανοίξει η πόρτα που μπαίνουν οι υπάλληλοι. Η πόρτα άνοιξε, και μπαίνανε οι υπάλληλοι όπως ερχόταν ένας-ένας να πάρουν τις θέσεις τους. Ήρθα και εγώ στην ώρα μου και τι να ιδώ, μέσα στο χώρο του ταμείου, ήταν όρθιος ο επιθεωρητής, δεν ενθυμούμαι καλά ή ο κ Νίκος ο Δ......, ή ο κ Στέφανος Ρ..... Καλημέρα του λέω. Με ύφος τεσσαράκοντα πέντε Καρδιναλίων, ανταπέδωσε την καλημέρα και συνέχισε να μου λέει:...
-Επιθεώρηση... Δώσε μου τα κλειδιά...
-Τα κλειδιά;... του είπα.
–Ναι τα κλειδιά... Ο δ/ντής δεν είχε έλθει ακόμα, ήταν και ενωρίς.
-Ήρθατε να κάνετε τον ταμία;...
-Όχι για τακτική επιθεώρηση ήρθα...
-Έτσι;... Δεν θα μου δώσετε την εντολή που έχετε, το έγγραφο, το γράμμα της Δ/σεως γενική επιθεώρησης;..
–Δεν στο έδωσα;
-Όχι βέβαια.
Ανοίγει την τσάντα του και μου δίνει ένα αντίγραφο της εντολής...
-Κύριε επιθεωρητά, θα έρθει και ο κ Δ/ντής που έχει και το δεύτερο κλειδί, θα ανοίξουμε το χρηματοκιβώτιο και εσείς θα ελέγξετε τι υπάρχει μέσα...
-Ώστε έτσι, δεν έχεις τα κλειδιά;...
-Όχι βέβαια...
-Και ποιός τα έχει;...
-Όπως ο κανονισμός ορίζει... Ο καθένας μας το δικό του.
–Να εδώ στη ζώνη μου το έχω το δικό μου...
Ίσως οι ερωτήσεις του και οι απαιτήσεις του ήταν για να με πιάσει στη φάκα, μήπως τα κλειδιά φυλάσσονταν διαφορετικά από ότι ο κανονισμός ορίζει...
Οι ταμίες των τραπεζών τότε τα κλειδιά τα είχανε σε ειδικό προς τούτο άλυσο στη ζώνη τους πάντοτε μαζί τους, δεν τα άφηναν στο σπίτι ή κάπου στο γραφείο.
Τότε δεν ήσαν τα χρηματοκιβώτια τα πιο ασφαλείας, με τους χρονοδιακόπτες και τους συνδυασμούς που υπάρχουν τώρα... Τότε μόνο το κεντρικό θησαυροφυλάκιο είχε και κλειδιά και συνδυασμούς με χρονοδιακόπτες
Τα δεύτερα κλειδιά των χρηματοκιβωτίων των καταστημάτων Αττικής φυλάσσονταν εντός ειδικού ασφαλισμένου φακέλου εις το κεντρικό θησαυροφυλάκιο του Κεντρικού Καταστήματος και του Κεντρικού Θησαυροφυλακίου της τράπεζας εις θυρίδα στο Θησαυροφυλάκιο της Τραπέζης Ελλάδος...
Ήρθε ο δ/ντής, είπε καλημέρα, ανταποδώσαμε την καλημέρα και του είπα ο κύριος επιθεωρητής έχει έρθει να κάνει τακτική επιθεώρηση και του έδειξα το σχετικό έγγραφο.
-Καλώς όρισε ο κ. επιθεωρητής, σε παρακαλώ, να διευκολυνθεί, να κάνει τη δουλειά του...
-Ορίστε πάρε τα κλειδιά και άνοιξε...
-Κύριε επιθεωρητά, μήπως θέλετε να ανοίξετε εσείς;... Προηγουμένως μου ζητήσατε τα κλειδιά...
-Όχι, όχι, εσύ θα ανοίξεις... Άνοιξα...
-Ορίστε το βιβλίο ταμείου... Το πήρε.
-Λέγε να μου φέρουν το λογιστικό φύλλο συμφωνίας ταμείου.
Το έφεραν, το κοίταξε...
Έβγαλε από την τσάντα του το μπλόκ ελέγχου και άρχισε να μετράει το χρηματικό υπόλοιπο από τα χύμα χαρτονομίσματα, μέτρησε και καταμέτρησε τις χύμα δεσμίδες των χαρτονομισμάτων, και τα δεμένα πακέτα χαρτονομισμάτων όλων των κατηγοριών και μετά μέτρησε κατέγραψε τα κέρματα, άνοιξε ένα-ένα τα δεμένα πακέτα και τα καταμέτρησε.
Ευτυχώς, δεν ήσαν πολλά.
Ήρθε η ώρα των συναλλαγών με το κοινό... Οι συνάδελφοι, τους ενημέρωναν ότι το ταμείο έχει επιθεώρηση και πρέπει να περιμένουν λίγο. Δεν αργήσαμε ούτε πέντε λεπτά...
Μόλις έκανε την καταγραφή επήρε το βιβλίο συμφωνίας ταμείου, τα ταμιακά παραστατικά και βγήκε έξω από τον χώρο του ταμείου και κάθισε σε ένα γραφείο και έκανε τη δική του επαλήθευση της συμφωνίας. Και εγώ άρχισα να εξυπηρετώ το συναλλασσόμενο κοινό...
Το ταμείο αυτή τη ημέρα είχε διαφορά, δεν συμφωνούσε το λογιστικό υπόλοιπο με το ταμιακό, είχε πλεόνασμα 27 δραχμών...
Ο επιθεωρητής, έβλεπα ότι συχνά σηκωνόταν επάνω, έκανε βόλτα στο κατάστημα, συνομιλούσε με τους συναδέλφους και με κοίταζε περιέργως... Σε κάποια στιγμή που δεν είχα πελάτη στο ταμείο, μου λέει:
-Κύριε ταμία, να μπω μέσα, κράταγε στα χέρια του το βιβλίο ταμείου, (την ώρα εργασίας δεν έμπαινε κανένας συνάδελφος μέσα στο ταμείο, απαγορευόταν, πολύ περισσότερο χωρίς να ρωτήσει, και να είναι στην απόλυτη γνώση του ταμία) του απάντησα και βέβαια να μπείτε...
-Ορίστε, τι θέλετε, θα είναι κάτι επείγον...
Έκανε μια γκριμάτσα, το επείγον δεν του άρεσε..
–Δεν είναι επείγον, αλλά να το τελειώνουμε ένα-ένα...
Με κοιτάζει στα μάτια, σαν να έχω κάνει σοβαρή παράβαση και μου λέει:
-Να, εδώ δεν συμφωνεί το ταμείο...
-Συμφωνεί, πώς δεν συμφωνεί;...
-Μα, δεν συμφωνεί... Το λογιστικό υπόλοιπο πρέπει να είναι το ίδιο με το ταμιακό...
-Συμφωνεί, κύριε επιθεωρητά...
-Μα τι λες;... Είναι το ίδιο;... Υπάρχει διαφορά και η διαφορά είναι 27 δραχμές...
-Το ξέρω, συμφωνεί, κύριε επιθεωρητά, και είναι καταγραμμένο στο βιβλίο ταμείου ως πλεόνασμα...
-Μα δεν είναι το ίδιο...
Ο λογιστής του καταστήματος, ο συνάδελφος κ. Γιάννης Αναστασόπουλος, που ήταν πολύ ειδικός στο να βρίσκει τις διαφορές, γέλαγε με τη διαφωνία μας. Ήρθε πελάτης στο ταμείο.
-Καλά, θα τα ειπούμε το μεσημέρι...
Και βγήκε εκτός ταμείου, φανερά εκνευρισμένος.
Το μεσημέρι, μετά το κλείσιμο, έκανε πάλι έλεγχο στο ταμείο, και το πλεόνασμα παρέμενε...
-Πάλι δεν συμφωνεί...
-Κύριε επιθεωρητά, συμφωνεί, έχω πλεόνασμα και το έχω καταγεγραμμένο.
-Αυτό σου λέω και εγώ ...Να το συμφωνήσεις...
-Μου λέτε, κύριε επιθεωρητά, να καταγράψω στο χρηματικό λιγότερα κατά 27 δρχ. Τι μου λέτε;... Με το ζόρι να γίνω κλέφτης;... Αυτά ήσαν στο ταμείο, αυτά καταγράφω.
Κάποιο λάθος έχει γίνει και το λάθος είναι λάθος... Μπορεί να βρεθεί, μπορεί και όχι...
Αυτά τα χρήματα, το σίγουρο είναι πως δεν είναι δικά μου... Αν δεν βρεθεί, είναι της τράπεζας... Θα πιστωθούν στον ειδικό προς τούτο λ/σμό και μετά θα μεταφερθούν υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου...
Δεν μου ξαναμίλησε και βγήκε από το ταμείο... Έγραψε ότι έγραψε, δεν ξέρω τι;... Και χωρίς να με ενοχλήσει άλλο, συνέχισε την επιθεώρηση.
Την επόμενη ημέρα, ήρθε και άλλος επιθεωρητής, νομίζω πως ήταν ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος.

Μετά από περίπου μια εβδομάδα, έρχεται μία γριούλα που έπαιρνε με επιταγή τη σύνταξή της και μου λέει:
-Κύριε ταμία, παιδάκι μου, να σε ρωτήσω;...
-Ορίστε, λέγε μου, κυρία μου...
-Λιγόστεψε η σύνταξή μου, ή εγώ έχασα τα λεφτά που μου δώσατε;...
-Πόσα χρήματα, γιαγιά, λιγόστεψε η σύνταξή σου;...
-Παιδάκι μου... Εάν τα λογάριασα καλά, είναι, δεν είναι τριάντα δραχμές.
(Τότε το Εθνικό νόμισμα ήταν η δραχμή για τις συναλλαγές του εσωτερικού, για τις συναλλαγές του εξωτερικού χρησιμοποιείτο ή ισοτιμία, συνήθως σε δολάρια Αμερικής)
–Για λογάριασέ τα καλά, γιαγιά, και λέγε μου πόσα είναι;... Πόσα στη λιγόστεψαν;...
Ο κόσμος πολύς ήταν μπροστά στο ταμείο μου.
Μόλις άκουσαν τον διάλογο με τη γιαγιά, κανένας δεν βιαζόταν, όλοι τους περίμεναν με αγωνία και περιέργεια να ακούσουν και να μάθουν τι θα ειπεί και τι θα γίνει με τη γιαγιά...
-Παιδάκι μου, μου τη λιγόστεψαν, είκοσι επτά δρχ.
Τότε είπα με πιο δυνατή φωνή για να ακουστεί...
-Δεν στη λιγόστεψαν, γιαγιά, τη σύνταξή σου... Εγώ έκανα λάθος... Εδώ είναι τα λεφτά, δικά σου είναι και θα τα πάρεις, ταο έχω γραμμένα και στο βιβλίο.
Οι επιθεωρητές ακόμα δεν είχαν τελειώσει την επιθεώρηση, δεν είχαν φύγει... Παρακολουθούσαν τη συζήτηση...
Φωνάζω τον Δ/ντή να έρθει και αυτός να διαπιστώσει πως το πλεόνασμα ανήκει στη γιαγιά, να υπογράψει και να τις τα δώσουμε. Ήρθε, της τα δώσαμε και χίλιες ευχές μας δίνει... Περισσότερο φώναξα τον δ/ντή επειδή ήταν κόσμος, για να έλθει ο δ/ντής για να τον δει ο κόσμος και να διαπιστώσει, ότι στην τράπεζα υπάρχει, κύρος, ήθος, τιμιότητα και λάθος να γίνει θα βρεθεί, τα πάντα ελέγχονται και ο κόσμος πρέπει να έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στην τράπεζα.
Ο επιθεωρητής ήρθε και αυτός ροδοκοκκινισμένος παρακολουθούσε την όλη εξέλιξη... Στο τέλος της διαδικασίας απέξω από το ταμείο, μου είπε:
-Μπράβο Γιάννη!... Δεν του απάντησα. Ο δ/ντής, από την όλη στάση μου, συμπεριφορά μου και περισσότερο που τον φώναξα μπροστά στον κόσμο και παρούσης της επιθεώρησης, να δώσουμε το πλεόνασμα από το λάθος μου και να αποδώσουμε αυτά τα λίγα χρήματα στη γιαγιά, φάνηκε πως με αυτό πολύ ευχαριστήθηκε... Και για όσο χρονικό διάστημα παρέμεινε δ/ντής στο κατάστημα, άλλαξε φανερά η συμπεριφορά του απέναντί μου... Και μετέπειτα, όταν έφυγε από το κατάστημα, όπου του δινόταν η ευκαιρία και η δυνατότητα, έλεγε καλές κουβέντες για μένα, εκεί που έπρεπε.

Ιωάννης Στ. Βέργος{gortynios.isv}
.

Τραπεζιτικές θύμισες (Α΄ Μέρος)

Τραπεζιτικές θύμισες (Β΄ Μέρος)

Τραπεζιτικές θύμισες (Γ΄ Μέρος)

 

(ΕΚΜ)