Ηλία Θ. Χειμώνα (1945-2010)
Τα παλιά χρόνια στο χωριό μας η "Κωσταντού" ήθελε να πουλήσει το βόδι της. Χήρα γυναίκα η ίδια και αγράμματη, με τα παιδιά της μικρά ακόμη, ζήτησε από τον κουνιάδο της τον Νικολάκη να διαπραγματευθεί την τιμή με τους ζωέμπορους που θα πέρναγαν  την  επόμενη ημέρα από το χωριό. Συζήτησαν από το προηγούμενο βράδυ πόσο να το πουλήσουν και συμφώνησαν ότι αν το βόδι έπιανε 70 δραχμές θα ήταν καλά.
Όταν ήρθαν οι ζωέμποροι, ο Νικολάκης σαν καλός διαπραγματευτής άρχισε από ψηλά και ζήτησε 120 δραχμές. Οι έμποροι, είτε γιατί στο μεταξύ είχαν ακριβύνει τα ζώα και η Κωσταντού με τον Νικολάκη δεν το είχαν μάθει ακόμη, είτε γιατί το βόδι ήταν καλό, δεν επέρριψαν αμέσως την προσφορά και άρχισαν τη συζήτηση. Πρόσφεραν λοιπόν 80 δραχμές.
Ο Νικολάκης αντιλήφθηκε αμέσως την πλεονεκτική του θέση και επέμενε στις 120 δραχμές. Τα παζάρια συνεχίσθηκαν πολλή ώρα, ο Νικολάκης κατέβαινε ανά 5 δραχμές, οι αγοραστές ανέβαιναν με τον ίδιο ρυθμό και μετά από αρκετή ώρα κόντευαν να συμφωνήσουν στις 100 δραχμές.
 Η Κωσταντού, που ήξερε να μετράει μόνο μέχρι το 20, δεν καταλάβαινε τι ήταν αυτά που άκουγε και άρχισαν να τη ζώνουν τα φίδια, γιατί δεν άκουγε τον μαγικό αριθμό 70 που είχαν συμφωνήσει. Όταν λοιπόν είδε ότι η συμφωνία κόνευε να κλείσει στα 100, δεν κρατήθηκε και φώναξε θυμωμένη:
«Τι εκατό και εκατό κουβεντιάζεις Νικολάκη, εβδομήντα και ακόμα θέλω εγώ για το βόιδι μου». 
.
 
Ηλίας Χειμώνας