Γεωργίου Δ. Βέργου

          Από τους Γερμανούς και Ιταλούς θυμάμαι ότι οι Γερμανοί είχανε περάσει δύο φορές από το χωριό μας και οι Ιταλοί αρκετές. Τη μία φορά οι Γερμανοί είχανε στρατοπεδεύσει στον Άι Γιάννη στα χωράφια, ήτανε καλοκαίρι. Θυμάμαι τους Γερμανούς καλοντυμένους, οι δε Ιταλοί ήτανε πιο φτωχικά ντυμένοι. Τη μια φορά οι Γερμανοί μείνανε περισσότερες μέρες (2-3 ίσως) έκαναν περιπολίες και επισκέψεις στα σπίτια.
Στο δικό μας το σπίτι ήρθε ένας στρατιώτης Αυστριακής καταγωγής και του έβαλε η μάνα μου σταφίδες να φάει σε ένα πιάτο. Εμείς τα παιδιά καθόμαστε σε μία γωνιά και τον κοιτούσαμε, ίσως φοβισμένα. Ο Γιάννης ήτανε περίπου 1-1,5 ετών πήγε κοντά του εκεί που έτρωγε τις σταφίδες και αυτός του χάιδεψε το κεφάλι κλαίγοντας. Τον ρώτησε ο πατέρας με νοήματα και χειρονομίες εάν είχε παιδιά και αυτός του έδειξε με τα δάχτυλα ότι είχε δύο, πίκολα, εννοώντας μικρά. Θυμάμαι τον πατέρα μου που το έλεγε συνέχεια πόσο ευγενής ήτανε και πόσο συγκινήθηκε (πιθανόν να ήταν αντίθετος με τον πόλεμο).  Οι Ιταλοί ήτανε χωρίς απαιτήσεις. Αν τους έδιναν κάτι το έπαιρναν. Απ’ ότι έλεγαν οι μεγαλύτεροι δεν ζητούσανε.
       Την ίδια περίοδο είχαμε και την Εθνική Αντίσταση, τους αντάρτες που δεν συμβιβάστηκαν με τη Γερμανική Κατοχή και χάρις σε αυτούς απελευθερωθήκαμε. Είχαμε συχνές επισκέψεις ανταρτών στο χωριό μας, είχαμε δε και πολλούς χωριανούς μας στο αντάρτικο.
      Την ίδια εποχή λειτουργούσανε και τα λαϊκά δικαστήρια στο χωριό μας με δικαστές άσχετους αγρότες, κτηνοτρόφους κ.α. Υποτίθεται ότι εκλέγονταν από τους  χωριανούς με τοπικές εκλογές. Θυμάμαι ότι σε κάποια εκλογή ήτανε τόσο άσχετη η εκλογή που η εφορευτική επιτροπή αποφάσισε να κάνει μόνη της την κατανομή των ψήφων, κάνοντας έναν κατάλογο με τους πιο άξιους κατά την κρίση της. Σε αυτή την περίπτωση έγραψαν πατριώτη μας που τον θεωρούσανε πιο ικανό, ότι πήρε από το σύνολο των ψηφισάντων μια ψήφο λιγότερη. Ο ίδιος δεν είχε ψηφίσει τον εαυτό του και μετά έλεγε ότι μόνο η δικιά του ψήφος έλειπε και ότι τον ψήφισαν όλοι οι πατριώτες.
       Θυμάμαι επίσης από τη Γερμανική κατοχή, τα πολλά αεροπλάνα που περνούσαν μεμονωμένα και σε σμήνη πολλές φορές. Αν θυμάμαι καλά είχαμε μετρήσει μέχρι και εβδομήντα αεροπλάνα μαζί. Ήτανε κάτι τρομακτικό.
      Από το 1946 έως το 1949 είχαμε τον εμφύλιο πόλεμο που οι ξένες δυνάμεις (κατά τη γνώμη μου η Αγγλία) μας διαίρεσαν σε 2 κατηγορίες, κομμουνιστές και εθνικόφρονες και αρχίσαμε μεταξύ μας πόλεμο ποια παράταξη θα επικρατήσει. Στο χωριό μας ευτυχώς δεν είχαμε πολλά θύματα. Είχαμε μόνο δύο αγνοούμενους στρατιώτες οι οποίοι δεν έδωσαν σημεία ζωής και ένα νεκρό ιδιώτη (Ηλίας Δημόπουλος) στη μάχη της Δημητσάνας. Οι στρατιώτες ήτανε ο Γεώργιος Κλεισούρας φίλος και συνομήλικος του πατέρα μου και ο Νίκος Πέτρου Σχίζας. Αντάρτες από το χωριό μας στον εμφύλιο είχαμε δύο ή τρεις νεαρούς σε ηλικία.
     Θυμάμαι τη μάχη της Δημητσάνας στις 28 Αυγούστου 1948 όπου ήτανε στρατοκρατούμενη και επιτέθηκαν οι αντάρτες (κομουνιστές). Έγινε σκληρή μάχη επί 24 ώρες περίπου, μαζί πήρανε μέρος και αεροπλάνα. Είχανε πολλούς νεκρούς, προπαντός από την πλευρά των ανταρτών αλλά και μερικοί στρατιώτες και χωροφύλακες και δύο ιδιώτες. Ο ένας χωριανός μας, όπως αναφέρω πιο πάνω, ο οποίος έμενε στη Δημητσάνα λόγω του ότι, όπως λέγανε στο χωριό, είχε κάνει πολλές καταγγελίες για τους πατριώτες, ότι ήτανε κομουνιστές και για το λόγο αυτό φοβότανε τους αντάρτες.
      Τα αεροπλάνα που έλαβαν μέρος στον βομβαρδισμό έκαναν στροφή πάνω από το βουνό Αρτοζήνος και όταν έριχναν τις βόμβες στους επιτιθέμενους αντάρτες ακούγονταν στο χωριό μας. Τελικά η Δημητσάνα έμεινε στρατοκρατούμενη εν αντιθέσει με τα Λαγκάδια και τα Τρόπαια που προηγήθηκαν μάχες πάλι με αρκετούς νεκρούς, προπαντός στα Τρόπαια. Τελικά έπεσαν στα χέρια των ανταρτών, όπου στα Τρόπαια είχανε μετά εγκαταστήσει το αρχηγείο της περιοχής.
.
(χιμ)

Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.