Ομιλία Δ. Λιαντίνη για τον Θοδωράκη Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη:
«Χωρίς τον Κολοκοτρώνη θα είμασταν όπως οι Κούρδοι»
Liantinis-gia-Kolokotrwni
4 Φεβρουαρίου 1843 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα. Τον έντυσαν με την στολή του Αντιστράτηγου, του έζωσαν τα σπαθί και έβαλαν κάτω από τα πόδια του μία τουρκική σημαία.
ΑΙΩΝΙΑ και ΑΘΑΝΑΤΗ η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΤΗ ΗΡΩΑ ΘΟΔΩΡΗ † Που έφυγε σαν σήμερα 4 Φεβρουαρίου 1843
Αξίζει να προσέξει κανείς το σεβασμό, τη σεμνότητα, την ευγνωμοσύνη και την αγάπη με την οποία στο βίντεο προσεγγίζει το κενοτάφιο του Γέρου του Μοριά ο καθηγητής.
Δημήτρης Λιαντίνης: Ο Δάσκαλός μας
«Χωρίς τον Κολοκοτρώνη θα είμασταν όπως οι Κούρδοι»
Ο εκλειπών καθηγητής σε μία από τις πολλές διδασκαλίες στο Μαράσλειο Διδασκαλείο μίλησε μεταξύ των άλλων για την την επανάσταση του 1821, την ανεξαρτησία των Ελλήνων και την σπουδαιότητα του εκάστοτε στρατηγήματος των Ελλήνων στο πέρασμα των αιώνων. Ιστορική είναι η αναφορά του στον ρόλο του πατριαρχείου στην ελληνική επανάσταση.
ΘΟΔΩΡΑΚΗΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Ομιλία του Λιαντίνη στην Τρίπολη, στις 13 Φλεβάρη του 1993, καλεσμένος του φιλοτεχνικού συλλόγου της πόλης. Θέμα της ομιλίας: «Θοδωράκης Κολοκοτρώνης». (απομαγνητοφώνηση κειμένου από το βίντεο στο τέλος, ηχητικό ντοκουμέντο)
«Αγαπητοί μου φίλοι,
Το θέμα ότι η στέγη... ο τίτλος του θέματος με το οποίο θα ασχοληθούμε απόψε είναι «Ο Θεοδωράκης Κολοκοτρώνης, μία από τις τρεις πιο διακεκριμένες μορφές του ελληνισμού καθόλα». Πρέπει να πούμε από την αρχή ότι το θέμα ηχεί κάπως βαρύγδουπα. Ηχεί κάπως υπερβολικά. Διότι στην ιδέα ότι μέσα στον ελληνικό χώρο και μέσα στον ελληνικό πολιτισμό και μέσα στην ελληνική ιστορία υπάρχουν μορφές όπως ο Πλάτων, όπως ο Αριστοτέλης, όπως ο Όμηρος, όπως ο Θουκυδίδης ή ο Αισχύλος, ή ο Διονύσιος Σολωμός στη νεότερη εποχή, ή ο Ελευθέριος Βενιζέλος, είναι κάπως υπερβολικό να πούμε ότι ο Κολοκοτρώνης είναι μία από τις τρεις κορυφαίες μορφές. Παρά ταύτα θα επιμείνω σ' αυτό τον χαρακτηρισμό (1.13) και θα επιχειρήσω με έναν τρόπο διαλεκτικό, όχι με πανηγυρικές εξάρσεις, να δείξω, με την έννοια να αποδείξω, ότι μία μέθοδος δηλαδή μόντο και ομέτρικο που λέμε, με δεδομένα και ντοκουμέντα, ότι πράγματι ο Κολοκοτρώνης ανήκει σε αυτό το επίπεδο το ποιοτικό (1.35)
Θέλω καταρχήν να πω ότι η φυλή μας δεν είναι τόσο μεγάλη φυλή από την άποψη της ιστορικής έκτασης, της χωρητικότητας, δεν είναι τόσο μεγάλη με όσο παρουσιάζεται και όσο την παρουσιάζουμε στα σχολεία και την έχει παρουσιάσει η παράδοση. (1.57)
Ο ελληνισμός δεν ήταν ποτέ μία μεγάλη αυτοκρατορία όπως προκειμένου για άλλες αυτοκρατορίες – η Ρώμη παραδείγματος χάρην που είχε κατακτήσει για 800 χρόνια ολόκληρο τον κόσμο ή όπως η Περσική αυτοκρατορία την εποχή της κλασικής Ελλάδας ή όπως οι σύγχρονες μεγάλες αυτοκρατορίες στη νεότερη εποχή, η Αγγλία [...] οι Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα, η Ρωσία, (2.23) η τσαρική [...] Κάπου εδώ έχουμε μία παρεκτίμηση, ο ελληνισμός ήταν πάντα περιορισμένος. Σε τούτο το μικρό πέτρινο ακρωτήρι. Όπως χαρακτήρισε κάποτε ο Γιώργος Σεφέρης στην Ακαδημία της Στοκχόλμης τον ελλαδικό χώρο. (2.45)
Το Νόμπελ του Γιώργου Σεφέρη και η συγκλονιστική ομιλία του στην Σουηδική Ακαδημία το 1963 (βίντεο)
Είναι μεγάλος ο ελληνισμός από την άποψη του πολιτισμού. Της συνεισφοράς δηλαδή στον πανανθρώπινα καθόλα πολιτισμό. Αλλά αυτό είναι μία άλλη διάσταση. Σαν φυλή ήμασταν πάντοτε λίγοι. Σαν δημογραφική διάσταση δηλαδή ήμασταν λίγοι. Και ένας λαός ευάριθμος. Σε μία από τις δύο πιο σημαντικές καταγραφές που μας έχει αφήσει στα Απομνημονεύματά του ο στρατηγός Μακρυγιάννης λέει με αφορμή ένα επεισόδιο που έγινε εδώ στους Μύλους όταν ήταν να πολεμήσει τον Ιμπραήμ που κατέβαινε κάτω που είχε σαρώσει όλη τη δυτική και κεντρική Πελοπόννησο όταν τον είδε ο Γάλλος στρατηγός απέναντι ο Γάλλος ναύαρχος, ο Δεριγνύ, ότι ετοιμάζεται, ότι ετοιμάζει θέσεις όπως είπε, κάνει δηλαδή οχυρά για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ, με 300 – 400 στρατιώτες που είχε, τον εκάλεσε στη ναυαρχίδα (2.46) που ναυλοχούσε εκεί στον κόλπο και του λέει: «τι κάνεις στρατηγέ μου, με ποιους θα πολεμήσεις και πώς θα πολεμήσεις, μην πάρεις τους ανθρώπους στο λαιμό σου, ολόκληρη αυτή τη στρατιά του Δράμαλη, συγνώμη του Ιμπραήμ, με τακτική οργάνωση και Γάλλους αξιωματικούς [...] πώς θα τους αντιμετωπίσεις;» (4.09)
Και έδωσε μια παράδοξη απάντηση ο Μακρυγιάννης. «Εμείς, του λέει, ναύαρχε, ήμαστε πάντοτε λίγοι. Και μας τρώγανε και μας τρώνε όλα τα θεριά και πάντοτε μένουμε και λίγη μαγιά κι απ' αυτή τη μαγιά, απ' αυτό το προζύμι, ξαναγινόμαστε. Έτσι θα κάνουμε και τώρα. Όσοι μείνουν. Κι απ' αυτούς τους λίγους που θα μείνουν η λευτεριά θα 'ρθει στον τόπο.»
Καθώς άκουσε αυτή την απάντηση την ελληνική την ακατανόητη για τα δικά του δεδομένα, ο Δεριγνύ είπε το περίφημο TRES BIEN και τον άφησε και προχώρησε να γίνει η μάχη.
Απάνω σ' αυτό λοιπόν το ευάριθμον επαναλαμβάνω του πληθυσμού θέλω να κάνω την αναφορά μου στο πρώτο σημείο για να δείξω πόσο μεγάλη μορφή είναι ο Θεοδωράκης Κολοκοτρώνης. Ο Ελληνισμός (5.05) στη μακραίωνη πορεία του σώθηκε με τα στρατηγήματα. Αυτή είναι μία θέση που δεν την έχουμε προσέξει ποτέ. Εκεί που κινδύνευε να καταποντιστεί και να αφανιστεί και που η συνεισφορά του πληθυσμού φαινότανε ότι δε θα αποβεί τελεσφόρος, παρουσιαζόταν μια αιφνίδια στιγμή, μία καταλαμπή, ένα εν ριπή οφθαλμού και ένα εξαίφνης να πούμε στην πλατωνική γλώσσα, και έσωζε τον ελληνισμό. Ένα ΣΤΡΑΤΗΓΗΜΑ! Τι θέλω να πω; Για να γίνω απλός:
Στη μυθική Ελλάδα αναφέρεται ότι ένα στρατήγημα ήταν εκείνο που της έδωσε τον τόνο. Ποιο στρατήγημα; Στον Τρωικό Πόλεμο οι Έλληνες δέκα χρόνους πολεμούσαν να κυριεύσουν το κάστρο. (5.59) Και δεν μπορούσαν. Και καθώς ξέρουμε η Ιλιάδα που διηγείται αυτό το έπος, που διηγείται όλη αυτή την ιστορία, τελειώνει και οι έλληνες δεν παίρνουν το κάστρο. Εκεί λοιπόν που αυτός ο χιλιο[ναύδαι] στόλος [...] στρατοί και λαοί και στόλοι προσπαθούσαν δέκα χρόνους να κυριεύσουν το κάστρο και δεν μπορούσαν (6.22) βρέθηκε ένας Έλληνας ο οποίος υψώθηκε κατακόρυφα, ανέβηκε στην κορυφή και έδωσε λύση, με ένα στρατήγημα πήρε το κάστρο. Μιλάω βέβαια για τον Οδυσσέα και το Δούρειο Ίππο.
Εάν κατεβούμε πιο κάτω και πάμε στον ιστορικό χώρο πλέον, από τη μυθολογική Ελλάδα να πάμε στην ιστορική, της κλασικής εποχής, τη μεγάλη Ελλάδα, πάλι κι εδώ έχουμε ένα στρατήγημα που την έσωσε την Ελλάδα. Ένα στρατήγημα την έσωσε. Όταν κατέβαιναν αυτές τις αναρίθμητες ασιατικές στρατιές, ο Ξέρξης που πέρασε τον Ελλήσποντο, πέρασε τη Μακεδονία και κατέβαινε κάτω στη Θεσσαλία, οι Έλληνες [...] έφευγαν προτροπάδην να κρυφτούν στα σπήλαια και στις οπές της γης, όπως θα γίνει και σε μια... τη στιγμή του Κολοκοτρώνη όπως θα δούμε. Εκεί κάπου αποφάσισαν (7.21) να σταθούν και να αντισταθούν ...δε μιλάω για τις Θερμοπύλες, μιλώ για το στόλο, τη βασική ναυτική δύναμη, οι Αθηναίοι είχαν κρίνει ότι η υπόθεση θα κριθεί στη θάλασσα, δεν είχαν τα ηπειρωτικά κριτήρια πολέμου των Σπαρτιατών, κάτι που έγινε στη νεότερη εποχή με τον Χίτλερ και το σχέδιο Βαρβαρόσα, που πήγε στη σοβιετική Ρωσία και ποτέ σε θέλησε να πάει στη ναυτική Αγγλία, οργανώθηκαν οι συνθήκες και η ναυμαχία ήταν να γίνει στη Σαλαμίνα. Τους ενεκλώβισε τους Έλληνες μέσα στα στενά και λέει καλά σας έχω τώρα. Εκεί βρέθηκε πάλι, εμφανίστηκε για δεύτερη φορά, η σπάνια ιδιότητα του ελληνισμού όπως λέμε, ξαναβρέθηκε ένας δαιμόνιος άνθρωπος και είδε ότι δεν είναι εκεί η λύση. Οι Έλληνες βέβαια ήθελαν να φύγουν από τη Σαλαμίνα, να ανοιχτούν στη θάλασσα από φόβο περισσότερο, όχι να κάνουν τη ναυμαχία σε ανοιχτό χώρο, με τους Σπαρτιάτες ...ρηγούς να ανοιχτούν στο Σαρωνικό κόλπο κι εκεί να αντιμετωπίσουν (8.32) το τσεκς το στόλο. Ο Θεμιστοκλής λοιπόν είδε ότι δεν είναι ο κατάλληλος χώρος η ανοιχτή θάλασσα, ο Σαρωνικός, τα Ίσθμια που ήθελε να παρασύρει τους Έλληνες και έκανε τη γνωστή κομπίνα όπως λέμε, προδοσία όπως φάνηκε, ειδοποίησε κρυφά τον Ξέρξη τη νύχτα και έκλεισε το στενό εδώ στο Σκαραμαγκά, «κλείσε τα στενά, του λέει, βασιλιά, γιατί θα σου φύγουν οι έλληνες κι άντε να τους μαζέψεις, εδώ θα τους βουλιάξεις όλους», γιατί είχε συλλάβει την ιδέα ότι εκεί ήταν ο χώρος ο κατάλληλος να γίνει η ναυμαχία. (9.11)
Και πράγματι την άλλη μέρα έγινε όλος αυτός ο θαλάσσιος ...τόρος στον Πειραιά που λέμε σήμερα περί την Σαλαμίνα ένα δάσος από σπασμένα ξύλα. Και η Ελλάδα σώθηκε από αυτή την... Ο Θεμιστοκλής λοιπόν πάλι, ένας μόνος έσωσε τον ελληνισμό.
Ύστερα, την επόμενη Ολυμπιάδα που ακολούθησε αμέσως, πήγε σαν θεατής προσκυνητής όχι σαν αγωνιστής αθλητής στους αγώνες και ξέρουμε τι εσήμαιναν Ολυμπιακοί αγώνες για την αρχαία Ελλάδα, να κάνουμε δηλαδή την αντιπαραβολή και την αντιδιαστολή με τον χαρακτήρα που έχουν σήμερα οι Ολυμπιακοί αγώνες, και όλος ο κόσμος όταν μπήκε στον στίβο και πήγε να καθίσει στη θέση του, εστράφηκε, κοίταζε τον Θεμιστοκλή σαν να ήταν όχι ένας αλλά 100 Ολυμπιονίκες μαζί.
Μια δεύτερη μορφή που έρχεται να επιβεβαιώσει αυτή τη δαιμονική σκέψη του Μακρυγιάννη, (10.11) «μαγιά» ή το στρατήγημα.
Κι έτσι ερχόμαστε στο νεότερο ελληνισμό, στην τρίτη φάση να πούμε, μετά το Βυζάντιο, στο σύγχρονο ελληνισμό, στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Εδώ έχει τη θέση του ο Κολοκοτρώνης. Εδώ έχει τη θέση του το στρατήγημα και εδώ έχει τη θέση του ο λόγος ότι χωρίς το στρατήγημα και χωρίς το Θεοδωράκη Κολοκοτρώνη, η επανάσταση από το δεύτερο κιόλας χρόνο της θα είχε καταποντιστεί. Η επανάσταση θα είχε σβήσει. Όταν κατέβαινε η φοβερή στρατιά του πασά της Δράμας, του Μαχμούτ, του Δράμαλη που τον ξέρουμε διαφορετικά, έφευγαν πάλι ίδια ιστορία με τον Ξέρξη. (11.02)
Ένας φρούραρχος στον Ακροκόρινθο που είχαν κρατήσει το κάστρο εκεί που ήταν δυνατό κάστρο, δυνατή θέση όπως λέει ο Κολοκοτρώνης, για να αναχαιτίσουν ίσως αυτή τη στρατιά των 30.000 στρατιωτών εκλεκτών και των 50.000 εφοδιοπομπών άλογα και μουλάρια και γκαμήλες [...] νταλίκες ... εγκατάλειψε ακόμη και ο φρούραρχος, ένας Αχιλλέας που τον έλεγαν, Αχιλλέα τον λέει ο Μακρυγιάννης, το κάστρο τον Ακροκόρινθο και έφυγε. Όλοι έφευγαν κι έτσι έφτασε κάνοντας περίπατο και μπήκε στην Κόρινθο, στην Αργολική πεδιάδα. [...]. Οι έλληνες φοβισμένοι κινηθήκανε να πάνε προς το εσωτερικό γιατί ο σκοπός ήταν να περάσει από την Τρίπολη την οποία είχε προηγουμένως ξέρουμε το Σεπτέμβριο του 1821 καταλάβει, κυριεύσει ο Κολοκοτρώνης, και είχε οργανώσει πια και είχε θεμελιώσει την επανάσταση γιατί πίστευε ο Κολοκοτρώνης ότι η Τρίπολη είναι το κέντρο της Πελοποννήσου. Είναι η βασική θέση, το βασικό στρατηγικό σημείο που εάν δεν το κρατάει όποιος ήθελε να επικρατήσει στο τέλος δε θα μπορούσε ποτέ να κρατήσει την Πελοπόννησο. Όπως θα παρουσιαστεί και μετά το πρόβλημα, μετά τον Ιμπραήμ που θα ξανακαταλάβει την Τρίπολη.
Ενώ πίστευαν λοιπόν ότι όλοι οι οπλαρχηγοί και οι στρατιωτικοί και οι πολιτικοί ότι ο Δράμαλης θα προχωρήσει προς το εσωτερικό την Τρίπολη για να κατεβεί στη Μεσσηνία, ο Γέρος έπιασε την ιδέα ...εδώ είναι το στρατήγημα.
Έστειλε και έκαψε, ήτανε Ιούλιος μήνας, του 1822 (12.48) έκαψε όλα τα γεννήματα που είχαν θερίσει στ' αλώνια και πέταξε τις καλαμιές για να βρίσκουν τα άλογα και τα μουλάρια, τα ζώα, ζωοτροφίες και φλόμωσε, έριξε φλόμο στα πηγάδια και στις πηγές, Ιούλιος, καύσωνας, όπως κλείστηκε εκεί μέσα με αυτή τη στρατιά ο Δράμαλης, (13.07) σε τρεις μέρες τον έπιασε το αίσθημα της ασφυξίας, του βραχνά.
«Πού να πάω;»
Είδε ότι η μόνη λύση ήταν να επιστρέψει πίσω, στην Κόρινθο. Να έχει ανοιχτές τις πεδιάδες (αναπεταμένες) κι από κει τη βοήθεια από το στόλο διότι εδώ είχαν λάβει μέτρα να μην εφοδιαστεί από το Ναύπλιο, ο Δράμαλης. Όλοι λοιπόν οι οπλαρχηγοί, οι ιδιοφυίες, οι τολμηροί, οι σχεδιαστές, τα στρατηγεία, έπιασαν τον Αχλαδόκαμπο εδώ πάνω που λέμε για να μην περάσει ο Δράμαλης...
«Όχι, λέει ο Θεοδωράκης, ο Δράμαλης θα γυρίσει πίσω. Πρέπει να πάμε να πιάσουμε το στενό στα Δερβένια. Εκεί θα τον κόψουμε, θα τον εγκλωβίσουμε και θα τον τσακίσουμε.»
Πού να ακουστεί στους άλλους Έλληνες;
Ο Πετρόμπεης, ο οποίος ήταν τότε... μιλάω για τον Μαυρομιχάλη, (14.01) ο οποίος ήταν τότε και πρόεδρος της Γερουσίας, είχε μια οξύτατη αντιδικία μαζί του, μια στιχομυθία σε πολύ υβριστικό τόνο και στο τέλος λέει, όταν είπε ο Κολοκοτρώνης «Φεύγω τραγουδώντας κι όποιος θέλει έρχεται μαζί μου», όπως έκανε ο Νώε που έπαιζε τη φλογέρα κι από πίσω ερχόντουσαν μαγεμένα από τη μουσική τα ζώα και ερχόντουσαν να μπουν στην Κιβωτό. «Όποιος θέλει έρχεται μαζί μου»
Φώναξε ο Πετρόμπεης: «Ο Κολοκοτρώνης θέλει να ξαναγίνει κλέφτης!» (14.32)
Κλέφτης πριν από το 21 ξέρουμε τη φράση....(14.37)
Πήγε ο Γέρος εκεί πέρα γιατί είχε δει πράγματι ότι μετά από δυο μέρες ... επιχείρησαν τα γνωστά γεγονότα να μην τα αναφέρω και όταν τους έκλεισε καλά στα τρία ρέματα, στον Αη – Σώστη επάνω, στον Αη – Γιώργη, την άλλη... ο δρόμος κι από κάτω με όσα στρατεύματα μπόρεσε... εδώ είναι πρωταρχικός ο ρόλος του Παπαφλέσσα, μόλις τους έκλεισε καλά και επέπεσε από δεξιά κι από αριστερά (15.03) α λέει δυόμιση μήνες από τις 29 Ιουλίου που έγιναν οι μεγάλες σφαγές στο Δερβενάκι ως το Νοέμβριο που έσκασε ο Δράμαλης από το κακό του στο Ναύπλιο, απ' αυτή τη στρατιά δεν είχε μείνει δεν είχε μείνει τίποτε. Έμειναν 4.000 που κατάφεραν να φύγουν στην Ακράτα και να γλιτώσουν... Σώθηκε η επανάσταση, αγαπητοί μου. (15.28)
Θα 'σβηνε η επανάσταση εκείνη τη στιγμή. Και δεν ξέρουμε πώς θα ήταν, θα ήταν άδηλη η μοίρα του ελληνισμού. Τα ντοκουμέντα και τα δεδομένα είναι αντικειμενικά. Είναι γεωμετρικοί και αριθμοί ... την επανάσταση την έσωσε ο Γέρος με ένα στρατήγημα.
Και κατά προέκταση μπορεί να πει κανείς ότι ο νεότερος ελληνισμός που θα τον διπλασιάσει από την άποψη της έκτασης ο μεγάλος Καποδίστριας (16.00) δυόμισι χρόνια που θα κυβερνήσει προτού τον δολοφονήσουν στον Αη – Σπυρίδωνα, θα διπλασιάσει, δεν έχουμε εκτιμήσει τη συνεισφορά τη διπλωματική του Καποδίστρια, από πλευράς έκτασης διπλασίασε το κράτος απ' ό,τι ήθελε ... είχε λογαριαστεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις στην αρχή. (16.15) Είναι δηλαδή κάτι ανάλογο με αυτό που θα κάνει ο μεγάλος Βενιζέλος στις αρχές του αιώνα μας που θα φτιάξει την Ελλάδα των πέντε ηπείρων και των τριών θαλασσών ή αντίστροφα των τριών ηπείρων και των πέντε θαλασσών.. (16.30)
Από την άποψη αυτή όταν εκτιμήσει κανείς και θεωρήσει ερμηνευτικά τη συνεισφορά του Κολοκοτρώνη βλέπει ότι ανεβαίνει μέσα μέσα στη νεότερη ιστορία μας σαν η κυρίαρχη μορφή, σαν ο πατριάρχης πολιτικός και στρατιωτικός νους, σαν ο λίθος εις κεφαλήν γωνίας επάνω στον οποίο θεμελιώθηκε και χτίστηκε ο νεότερος ελληνισμός. Σαν αυτόνομη πολιτική υπόθεση. Μ΄ αυτή την έννοια (17.02) τόλμησα να πω μία από τις τρεις μεγαλύτερες μορφές του ελληνισμού και παράλληλα με το γεγονός ότι τέτοιες μορφές πια παρουσιάζονται σε πολύ, πολύ αραιά διαστήματα στην ιστορία μας. Γι' αυτό αναφέρω χαρακτηριστικά τον Οδυσσέα, αυτή την περίφημη νοητική εποπτεία που μας έδωσε ο Όμηρος, ένας ήρωας δηλαδή μέσα στο χώρο της ποίησης που κατά την προσωπική μου εκτίμηση είναι η αρτιότερη νοητική εποπτεία της παγκόσμιας ποίησης. (17.32)
Ο Οδυσσέας του Ομήρου. Κανένας μεγάλος ποιητής δεν μπόρεσε να μας δώσει τόσο πυκνό και ολοκληρωμένο και άρτιο τύπο που να 'χει μέσα του την οδηγία ζωής για όλες τις γενεές και για όλους τους λαούς όσο ο Οδυσσέας. Ο Οδυσσέας τη μυθική να πει κανείς της Ιστορίας μας, δεύτερον τον Θεμιστοκλή στην κλασική Ελλάδα και τον Κολοκοτρώνη στη σύγχρονη.
Από μία άλλη άποψη τώρα, έξω από αυτές τις θεωρήσεις, τις στρατιωτικές, (18.02) φαίνεται πάλι ότι ο Κολοκοτρώνης είναι μία μοναδική μορφή στην ιστορία μας με την έννοια πια του πνευματικού περιεχομένου (18.11) και της πνευματικής υπόστασης. Αυτός ο αγράμματος διαφορετικά, σιγά βέβαια μην ήταν εντελώς αγράμματος σαν τον Μακρυγιάννη, ο οποίος στα 31 έμαθε να γράφει και χρησιμοποιούσε την πένα σαν το σκεπάρνι και έσκαβε και έσκιζε το χαρτί, αλλά ήταν στην πραγματικότητα αγράμματος όπως το λέει στα Απομνημονεύματά του, δεν είχε πάει ποτέ του στα σχολεία και είχε μάθει λίγη γραφή και λίγη ανάγνωση από το Κτωήχι όπως λέγει, τον Μηναίο εδιάβαζε, τα εκκλησιαστικά μας βιβλία, και είχε διαβάσει ακόμη την ιστορία της Γοργώς και της Χαλιμάς. Οι γνώσεις που είχε.
Αυτός λοιπόν ο αγράμματος είχε μια πνευματική διάσταση που δεν πιάνεται εύκολα. Μόνο μεγάλοι ποιητές πρώτου μεγέθους μπορούν να πιάσουν αυτή τη διάσταση. Τι θέλω να πω;
Όταν στα 1825 – 26 έκανε την απόβαση ο Ιμπραήμ στη Μεσσηνία, (19.19) χτύπησε τους Έλληνες και τους κατάσφαξε στο Μανιάκι με τον Παπαφλέσσα, και ύστερα αποχώρησε, κατάλαβε πάλι, ανακατάλαβε δηλαδή τη Μεσσηνία, είτε κατάλαβε πάλι την Τρίπολη, την Τρίπολη, το κέντρο, την καρδιά, την καρδιά της Πελοποννήσου αλλά και την καρδιά του Γέρου γιατί από την αρχή είχε εστιαστεί το στρατιωτικό του δαιμόνιο στη σημασία που έχει να καταληφθεί η Τρίπολη. Και ξέρουμε την πολιορκία και όλες τις γνωστές ιστορίες, και κείνο που λέει όταν έπεσε η πόλη, από τη στιγμή η σφαγή η φοβερή που έγινε, κάτι που δυσφήμησε και τρομερά τον ελληνισμό τότε, τους σφάξανε παρότι είχαν κάνει παράσπονδη γενόμενη μπορεί να πει κανείς, οι έλληνες παρότι είχαν κάνει συμφωνία να τους αφήσουν να φύγουν, (20.00) τους σφάξαν όλο τον πληθυσμό κι αυτό το πράγμα είχε τεράστιες επιπτώσεις δυσμενείς στην Ευρώπη. Δυσφημεί κι αυτό ακριβώς και στον Εθνικό μας Ύμνο που έγραψε ο Σολωμός τότε στα 24 χρόνια του, αφιερώνει 10 ολόκληρες στροφές, ο Εθνικός Ύμνος είναι καθαρά πολιτικό κείμενο, αφιερώνει 10 ολόκληρες στροφές στην προσπάθεια να εξηγήσει αυτό το κακό, αυτή τη σφαγή και την προδοσία των ελλήνων και την παρασπονδία που έγινε εδώ στην Τρίπολη, στους Ευρωπαίους, επικαλούμενος ορισμένα στοιχεία καθαρά εσωτερικής δικαιοσύνης τεσσάρων αιώνων οργή και αδικία και μίσος των Ελλήνων ήταν εκείνο που έβγαλε από μέσα τους μία συμπεριφορά η οποία ήταν ανεξέλεγκτη κι έτσι μπορούμε μόνο να τους καταλάβουμε. Αυτό είναι μία μορφή Δίκης, όπως λέει ο Σολωμός.
Λοιπόν. Ο Κολοκοτρώνης μας λέει ότι όταν έπεσε η Τρίπολη, από κει έξω από το κάστρο που μπήκε μέσα ως το σαράι, το άλογό του δεν πάτησε σε χώμα. Επάνω σε πτώματα. Είχε εκτιμήσει τη σημασία, τη στρατηγική σημασία της Τρίπολης. Όταν λοιπόν ερχόταν από κάτω και κατάλαβε και την Τρίπολη και έπεσε όλη η Πελοπόννησος, είχε μείνει μόνο (21.10) το ... ελεύθερος χώρος μόνο ... το Ανάπλι, έτσι;
Ο Ιμπραήμ εφάρμοσε μια δολία τακτική. Την περίφημη τακτική των προσκυνημένων που λένε. Πήγαινε σε όλους τους έλληνες και τους υποχρέωνε να υπογράφουν ένα προσκυνοχάρτι ότι δέχονται δηλαδή ότι ο μόνος κύριός τους είναι ο Σουλτάνος κι ότι δεν υπάρχει επανάσταση στην Ελλάδα και μάζευε αυτά τα χαρτιά και τα έστελνε στην Πύλη, στο Διβάνιον, για να τα συγκεντρώσει όλα μια μέρα εκεί πάνω ο Σουλτάνος να τα δείξει στις πρεσβείες των Μεγάλων Δυνάμεων και να πει:
«Ποια Επανάσταση; Και ποιος ξεσηκωμός και ποια ανταρσία. Να! Όλος ο πληθυσμός της Πελοποννήσου που λέτε ότι υπάρχει εκεί επανάσταση, και ζητάτε αυτονομία και ανεξαρτησία (22.00) όλος ο πληθυσμός αναγνωρίζει σαν κύριο τον Σουλτάνο.»
Οπότε θα κοβόντουσαν τα χέρια στους συμμάχους. Αν υποτεθεί από την άποψη αυτή είχαμε τεράστια προβλήματα. Δεν ήταν ρόδινα τα πράγματα. Για να στέρξουν και να ..... οι τρεις Μεγάλοι που λέγανε τότε. Ότι υπάρχει δίκαιο εδώ και πρέπει να δοθεί ελευθερία.
Λοιπόν. Εκείνη η φάση ήταν η πιο δύσκολη του αγώνα, λέει ο Κολοκοτρώνης.
Βγήκε τότε στα βουνά, δεν μπορούσε να κάνει εκ του συστάδην πόλεμο, να συγκροτήσει τακτική μάχη, πού να βγει απέναντι σ' αυτό το φοβερό στρατό του Ιμπραήμ που τον διοικούσαν Γάλλοι αξιωματικοί, ταχτικός κανονικά στρατός, με τους άτακτους να πει κανείς, το αντάρτικό του, και άρχισε και εφάρμοζε αυτή την τακτική που στην ιστορία αναφέρεται από μεγάλο στρατηγό η τακτική του Φάβιου Μάξιμου του Μελλητή, ενός φοβερού Ρωμαίου Υπάτου που την εφάρμοσε αυτή την τακτική εναντίον του Αννίβα για να τον διώξει από την Ιταλία σε μια στιγμή (23.00) σε μια στιγμή που κινδύνεψε η Ρώμη να διαλυθεί. Γι' αυτό και τον λένε ο Φάβιος της Πελοποννήσου, για τον Κολοκοτρώνη. Δηλαδή έκανε πόλεμο άτακτο, αντάρτικο, καταδρομικό που λέμε σήμερα. Χτυπούσε πότε από δώ, πότε από κει, σκότωνε 20, 30... με ξαφνικά γιουρούσια όπως λέει, με ξαφνικές εισβολές, επιθέσεις, και ξανακρυβόταν στα βουνά. Αυτό το πράγμα είχε ένα μελίσσι δηλαδή άγριο, που δεν άφηνε τον Ιμπραήμ σε ησυχία. Κάποτε του είπε ο Ιμπραήμ:
«Σταμάτα αυτόν τον άτιμο πόλεμο και έλα να πολεμήσουμε, να πολεμήσουμε τακτικά, απέναντι σου εγώ κι εσύ».
«Βάλε, του λέει, 500 που έχεις εσύ και 500 που έχω εγώ, ο Κολοκοτρώνης, να πολεμήσουμε. Τι μου έρχεσαι με 15.000 και το δικό μου ορδί δεν έχει δεν μπορώ να μαζέψω πάνω από 2.000 στρατό. Αν θέλεις κάτι άλλο, του λέει ο Κολοκοτρώνης, να κάνουμε. Αφού με προκαλείς. Έλα εσύ κι εγώ να μονομαχήσουμε.»
Ήταν ο Γέρος τότε 56 χρονών! Το '21 που ξεκίνησε η επανάσταση ήταν 51 χρόνου, ο Γέρος, εθεωρείτο Γέρος την εποχή εκείνη, με τα δεδομένα, δεν είναι όπως το προσδόκιμο έτος σήμερα 74, την εποχή εκείνη, λίγο αργότερα (24.12) μια ιππήλατη άμαξα παρέσυρε στην οδό Σταδίου, χωματόδρομο, και σκότωσε έναν... τροχαία κι ένα αμάξια ... σκότωσε έναν άνθρωπο... κι έγραψαν οι εφημερίδες την άλλη μέρα «ιππήλατη άμαξα παρέσυρε και εφόνευσε γέροντα 38 ετών»!!! 38 ετών!!!
Λοιπόν. 56 χρονών. Έλα, του λέει, να μονομαχήσουμε οι δύο.
Και γράφει στα Απομνημονεύματα:
«Το έκανα, λέει, για δύο λόγους. (24.31) Μία ότι ... υπήρχε περίπτωση να τον σκοτώσω. Κι αν τον σκότωνα θα διελύετο αυτό το ασκέρι το αράπικο, που είχε φέρει κάτω από το Μισίρι, από την Αίγυπτο. Και η άλλη αν με σκότωνε, εντάξει, τελείωνε, δεν έχανα και τίποτα.»
Εγώ, θα πει, αργότερα, στη δίκη που θα καταδικαστεί σε θάνατο, στο Ναύπλιο, τον είδα το θάνατο πολλές φορές μπροστά μου. Και δεν εφοβήθηκα. Τη στιγμή που αναγγέλθηκε το κατηγορητήριο, η απόφαση, «καταδικάζεται εις θάνατον». Ούτε και τώρα φοβάμαι, λέει. (25.05)
Λέω λοιπόν ότι εκείνη την εποχή που χτυπούσε συνεχώς τον Ιμπραήμ σε όλες τις επαρχίες εδώ της δυτικής Πελοποννήσου, Λεοντάρι, Μεγαλόπολη, Φανάρι, Γαστούνη, Καρύταινα, εδώ στην Τριπολιτσά, κάτω η επαρχία του Μιστρός όπως λέει, η επαρχία του Μιστρός, τη Σπάρτη τότε τη λέγανε Μιστρά, γενική του Μιστρός, κατά το Γέρο, όταν είδε αυτό το κακό είχαν ήδη αρχίσει από τη Βέργα και είχαν φτάσει απάνω ψηλά στην επαρχία Μεσσηνίας και έκοβαν τα αμπέλια, τις συκιές, τις ελιές, δεν άφηναν τίποτε. Και τα καίγανε από κοντά. Του στέλνει μια γραφή. Βάζει λέει τον αγιουτάντε του και του γράφει μια γραφή, ένα γράμμα, στον Ιμπραήμ και του λέει: (25.46)
«Αυτό όπου μας φοβερίζεις να μας κόψεις και να μας κάψεις τα καρποφόρα δέντρα μας, δεν είναι της πολεμικής έργο. Διότι τα καρποφόρα δέντρα δεν εναντιώνονται εις κανένα. Και αν τα κόψεις και τα κάψεις, εδώ είμαστε εμείς και η γη δεν έχει κερκέλια να τη σηκώσεις και να την πάρεις. Θα μείνουμε και θα τα ξαναφυτέψουμε και θα την ξαναφτιάξουμε και θα την καλλιεργήσουμε, αλλά εσένα θα σε στείλουμε στον Αγύριστο!» (26.19)
Κι εδώ είναι το λεπτό σημείο. Τι δείχνει η συμπεριφορά του Ιμπραήμ; Δείχνει μία πράξη ύβρεως. Αυτό που στην αρχαία στην αττική τραγωδία το λέμε Ύβρι. Όταν ο άνθρωπος ξεπερνάει το μέτρα, ξεπερνάει κάθε όριο και τότε θα 'ρθει η Νέμεσις που μας έχει διδάξει η αρχαία τραγωδία. Θα 'ρθει η τιμωρία, η Δίκη. Θα τιμωρηθούν.
Αυτό το πράγμα μας το έχει πει και ο Μακρυγιάννης πολύ νωρίς, πολύ νωρίς. Ήδη όταν κηρύχτηκε η επανάσταση λέει, στην αρχή των Απομνημονευμάτων, έγινε ένα στρατιωτικό συμβούλιο επάνω στην Άρτα με τους πασάδες, το σερασκέρη εκεί κτλ πώς θα αντιμετωπίσουν την επανάσταση. Τους κάλεσε λοιπόν ο πασάς και έβαλε ένα λόγο πρώτος και είπε:
«Πασάδες και μπέηδες, θα χαθούμε. Ότι ετούτος ο πόλεμος που αρχίζει (27.09) δεν είναι ούτε με τον Φραντσέζο, ούτε με τον Εγγλέζο ούτε με τον Ρούσο. Είναι με τον Ραγιά. Και αδικήσαμε τον Ραγιά πολύ και από τιμή και από πλούτη και μαύρισε το μάτι του και σήκωσε ντουφέκι και τώρα δε μας κρατάει τίποτα.»
Η έκφραση, αυτή η δίκη, είναι ο ίδιος λόγος δηλαδή που ερμηνεύει το παράλογο φαινόμενο δηλαδή σε τι ψηλά επίπεδα κινηθήκανε αυτοί οι απλοϊκοί άνθρωποι που ερμηνεύει το παράλογο φαινόμενο της έκβασης στα Μηδικά που λέμε, στους Περσικούς Πολέμους. Που δεν ενίκησαν, μας λέει ο Αισχύλος, και ο Ηρόδοτος, τον Ξέρξη, δεν τον ενίκησαν οι έλληνες. Τον ενίκησαν, λέει, τα νερά της Σαλαμίνας, διότι κάπου αλλού ατίμασε κάποια άλλα νερά.
Ποια νερά; Όταν έχτισε επάνω ο Ξέρξης με τις βάρκες τη γέφυρα για να περάσει μες στον Ελλήσποντο, έκανε τρικυμία και τα διέλυσε και την άλλη μέρα οργισμένος λέει «Ποιος είναι αυτός που τόλμησε να πάει κόντρα σε μένα και να μου χαλάσει τα γεφύρια; Φέρτε μου ένα μαστίγιο!» (28.10)
Και μαστίγωσε λέει 300 φορές το νερό γιατί δεν είχε ο θεός Ελλήσποντος το δικαίωμα – πώς τόλμησε να πάει κόντρα στη βούληση του μεγάλου βασιλέως! Να τη η Ύβρις! Μαστίγωσε τα νερά και έριξε στα νερά τις χειροπέδες να τον δέσει. Γι' αυτό το πράγμα τιμωρήθηκε σε κάποια άλλα νερά, θα πουν οι έλληνες, με την αίσθηση για το ανθρώπινο μέτρο και την ανθρώπινη δίκη.
Το ίδιο είναι το νόημα εδώ που λέει ο Κολοκοτρώνης με τα δέντρα μας που μας φοβερίζεις θα τα πάρουμε γιατί την άλλη μέρα έστειλε λέει μια άλλη γραφή στους τρεις ναυάρχους που ναυλοχούσαν κάτω εκεί και του στείλανε διαταγή να σταματήσει να κόβει και να καίει κι εκείνος δε σταμάτησε, εδώ (λέμε για) τον Κόδριγκτον, τον Δεριγνύ και τον Χέυδεν, έτσι; Δε σταμάτησε, του στείλαν κι άλλη μία, του στείλαν κι άλλη μία, και την τέταρτη του βουλιάξαν την αρμάδα... (29.02) μέσα σε τέσσερις ώρες. 80 καράβια δεν έμεινε τίποτα!
Και βέβαια αυτό εσήμανε και τη λήξη της επανάστασης και τη νίκη, την ελευθερία, εκεί που σε μια στιγμή φαινόταν ότι η επανάσταση είχε σβήσει, δεν υπάρχει, δεν υπήρχε πουθενά, το μεγάλο Μεσολόγγι είχε πέσει, ένα χρόνο πιο νωρίς, και η Αθήνα είχε πέσει, ο Καραϊσκάκης, ο μεγάλος Καραϊσκάκης η άλλη αυτή τιτανική μορφή της επανάστασης είχε σκοτωθεί στον Ανάλατο, το κάστρο της Αθήνας, δηλαδή η Ακρόπολη είχε πέσει, δεν υπήρχε παρά η Ύδρα μόνο (29.31).
Σ' αυτή τη στιγμή που είχε σβήσει η επανάσταση, η Ελλάδα βρέθηκε ελεύθερη!
Εδώ είναι αυτά τα μυστικά νήματα που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε, οι μυστικοί νόμοι, τα παράλογα φαινόμενα που δίνουνε τη λύση.
Και αυτή την ιδέα ο Κολοκοτρώνης την έπιασε με αυτό το απλοϊκό μυαλό του, τον απλοϊκά φιλοσοφικό νου του, και μας την λέει στα Απομνημονεύματα. Είναι βέβαια κάτι ανάλογο μ' εκείνο που έκανε ο μεγάλος Σολωμός μας, η διανόηση και το πολύ υψηλό πνεύμα και η πολύ υψηλή τέχνη, (30.02) – ο Σολωμός αγαπητοί μου φίλοι είναι ο Όμηρος της νεοτέρας Ελλάδας, δεν έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει την αξία του, παρότι που έσωσε τον μύθο της επανάστασης με τους ελεύθερους πολιορκημένους, με την έννοια της Εξόδου, αν δε βρισκόταν ο Σολωμός θα είχε χαθεί ο μύθος της επανάστασης και θα ήταν ένα απλό ιστορικό γεγονός όπως επιχείρησαν οι ρομαντικοί ποιητές να το περιγράψουν κτλ Ο Σολωμός υψώθηκε σε αυτά τα επίπεδα του Αισχύλου και του Ηροδότου και έσωσε, ερμήνευσε δηλαδή, συνέλαβε και ερμήνευσε τη μεταφυσική της Επανάστασης.
Επειδή έχει περάσει η ώρα και σας έχω κουράσει θα πω μόνο δύο λογάκια έτσι για την προσωπικότητά του.
Ήταν ένας σοφός ο Θοδωράκης Κολοκοτρώνης. Και φαίνεται αυτό το πράγμα έτσι που μπορούμε κατευθείαν να τον ταυτίσουμε και να δούμε ότι σαρκώνει τις μεγάλες μορφές του ελληνισμού, φαίνεται από δύο σημεία.
Ένα από το γεγονός ότι δε φοβότανε το θάνατο. Εκείνος που δε φοβάται το θάνατο.... Φοβόμαστε το θάνατο, φοβόμαστε, ας λέμε ότι δε φοβόμαστε. Και ας κάνουμε τη σκέψη ότι (31.12) μετά από 30, 40, 50 χρόνια, δε θα ζει κανείς από μας. Θα έχουμε πεθάνει όλοι.
Ο Γέρος όταν λέει ότι δε φοβόταν το θάνατο, εννοούσε ότι είχε φιλοσοφήσει επάνω σ' αυτό. Αυτό είναι και το έσχατο σημείο της φιλοσοφίας. [...] Φιλοσοφία είναι ένα πράγμα, το έχει πει ο Πλάτων, φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου. Δείχνει λοιπόν πόσο φιλοσοφημένος ήτανε, με τη στάση του απέναντι στο θάνατο.
Και το άλλο η σχέση του με την Ελευθερία όπως βγαίνει από τον Θουκυδίδη. Που μας είπε, το ανέφερε στην αρχή ο πρόεδρος ο κ. Βλάσσης, που λέει ότι η Ελευθερία είναι αποτέλεσμα ευψυχίας. Είμαστε ελεύθεροι μόνο όταν είμαστε από μέσα μας παλικάρια. Όταν μπορούμε και δαμάζουμε τα πάθη μας, και υψωνόμαστε με το φως του λόγου οδηγημένοι στην Ελευθερία. (32.14)
Και ο Γέρος σε όλη του ζωή αγωνίστηκε για την Ελευθερία και όταν την είδε την Ελευθερία, όταν τον είχαν μαντρώσει στο ... Παλαμήδι, που θα γνωρίσει και την ωραία καλόγρια, που τον διακόνευε, τον εφρόντιζε, και θα κάνει και ένα τρυφερό ερωτικό σμίξιμο μαζί της, και θα γεννήσει και ένα παιδάκι, το '21 ήταν χήρος ο Κολοκοτρώνης, το 34 θα γεννήσει τον Κολίνο, εκείνο το αγοράκι που 5-6 χρόνια που έζησε μετά το μεγάλωσε, το κανάκεψε και το έβαζε πισοκάπουλα επάνω στο άλογό του όταν πήγαινε να ιδεί και να αποχαιρετήσει πια, το 43 ερχότανε, το 'βλεπε ο Γέρος ότι θα πεθάνει, να αποχαιρετήσει τους φίλους του όλους στην Πελοπόννησο, [...] το είχε αφήσει αρκετό συναίσθημα... (33.00)
Αυτή η αίσθηση της Ελευθερίας, δείχνει που είναι συνάρτηση Ελευθερία εσωτερική πρώτα και μετά έρχεται η εθνική, η πολιτική, η κοινωνική, όλες οι άλλες μορφές που είναι συνάρτηση αυτής της ανδρείας, της παλικαριάς. Και να πούμε δύο λόγια μόνο για τη δημοκρατική του αντίληψη που είχε, δεν ήταν από τα τζάκια ο Κολοκοτρώνης κι ούτε με τη δημογεροντία (33.30) και τη γιανιτσαριά. Είχε και μεγάλες συγκρούσεις με τους δημογέροντες, αναφέρω μόνο εκείνο το φοβερό επεισόδιο που γίνεται κατά το 1826 ανάμεσα σ' αυτόν και τον φίλο του που ήταν βέβαια πολλές φορές σε μεγάλες αντιδικίες, το δημογέροντα από την άποψη το αρχοντολόι, τα σόγια, τον Αντρέα Ζαΐμη. Σε μια ένταση.... Και να πούμε για τον άγιο Άρτης που συνεκρούστη κάποτε και έβγαλε το πασουμάκι και τον απείλησε σε μια συνέλευση και του λέει:
«Μη μου βροντάς το πασουμάκι γιατί βροντώ το σπαθί και σου κόβω το κεφάλι.» Και έφυγε ο καημένος τρέχοντας και πήγε στην Άρτα. Η μία του σχέση, επεισόδιο, και η άλλη με τον Ζαΐμη. (34.09) Που είπε το περίφημο:
«Κολοκοτρώνη, Κολοκοτρώνη, έξι χρόνους αγωνίζεσαι να ενώσεις τα άρματα, και δε σ' άφηκα να ενώσεις τα άρματα και ειδέ θέλω σε αφήσει.»
Άκουσε ο Κολοκοτρώνης, λέει, ο εμφύλιος πίσω, άλλα προβλήματα να μην τα θίξουμε, χτύπησε λέει τα παλαμάκια και λέει:
«Εύγε καλέ Έλληνα που δεν αφήνεις να ενωθούν τα άρματα, κι αν ήταν ενωμένα τ' άρματα δεν έκαιγε ο Μπραΐμης τα χωριά και να σκλαβώνει τον κόσμο!»
Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε και το άλλο για να έχουμε την οδυνηρή και τη γνήσια και την υπεύθυνη ιστορική μνήμη γιατί αυτό το ξεχάσαμε και πάντα πολλές μεγάλες συμφορές μετά το '21. Ήτανε οι φοβεροί οι διχασμοί, ήτανε η μεγαλύτερη καταστροφή της φυλής το '22, που χάσαμε εδάφη ελληνικά για 30 αιώνες και δε θα ξαναπάρουμε ποτέ και τα πληρώνουμε σήμερα όλα αυτά τα προβλήματα με το Αιγαίο κλπ. (35.08) Γιατί ξεχάσαμε ακριβώς αυτό το δίδαγμα ότι οι έλληνες μονιασμένοι πολεμήσανε μόνο 15 μήνες και κάναν θαύματα. Τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια, τεσσεράμισι χρόνια, σφαζόντουσαν σε έναν ανελέητο εμφύλιο πόλεμο. Εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη που έχουμε εμείς οι δάσκαλοι που δεν το μάθαμε στα παιδιά μας. Και τα μεγαλώσαμε με πλάνες και απατηλές αντιλήψεις. (35.32)
Εκείνο λοιπόν είναι: «Εύγε καλέ Έλληνα που δεν αφήνεις να ενωθούν τα άρματα, κι αν ήταν ενωμένα τ' άρματα δεν έκαιγε ο Μπραΐμης τα χωριά και να σκλαβώνει τον κόσμο!»
Σας ευχαριστώ που με ακούσατε και να μου συμπαθάτε τις ελλείψεις.»