Το δρόμο δεν τον ξέρω
Από πού να τον μάθω;
Χάρτες δεν υπάρχουνε γι αυτά τα μέρη
Και τα οδόσημα όλα συλημένα
Οι βέβηλοι δεν άφησαν παρά μόνο το τοπίο
Αυτό πώς να το πάρουν;
Μόνο το φως να με οδηγεί
Γύρω γύρω
Παντού σκουπίδια
Ψοφίμια και σακούλες πλαστικές
Φυσάει ένας αέρας σαν άλλου κόσμου μούρμουρο
Σε μια στάνη
Σφάζουν τα πρόβατα για τη θυσία του Πάσχα.
Όταν έφτασα
Δεν ήταν στο προαύλιο κανείς
Ούτε έμποροι ούτε ζητιάνοι
Μάγισσες πόρνες – άφαντοι όλοι
Το Τέμενος του Θεού ήταν κενό
Μόνο το φως εισέδυε παντού μέσ΄απ΄τα βράχια
Και τα δειχνε όλα ένα γύρο καθαρά
Θεράποντες του Θεού ήσαν οι σαύρες
Με τα υπερκόσμια διάφανα πουκάμισά τους
Χορτάρια ήταν ο βωμός
Ψάλτες τα αθάνατα τζιτζίκια.
.
.
(ΧΙΜ)