Με εξαίρεση την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου που χτίστηκε, στην τελική της τουλάχιστον φάση, με βάση τα σχέδια του αείμνηστου Αρχιτέκτονα Κυδωνιάτη, όλα τα άλλα κτίσματα στο Σέρβου (συμπεριλαμβανομένης της εκκλησίας της Ζωοδόχου Πηγής) και στους Αράπηδες (σπίτια, βρύσες, αυλές, δρόμοι, καλύβια, φούρνοι κλπ) σχεδιάστηκαν και χτίστηκαν από τους Σερβαίους μαστόρους.

Αλλά δεν είναι μόνο τα Σερβαίικα σπίτια που έχτισαν οι Σερβαίοι μα στόροι.      Πήγαιναν ταξίδια σε όλη σχεδόν την Πελοπόννησο και έχτιζαν και εκεί σπίτια, εκκλησιές καμπαναριά κλπ.

avloporta
Αυλόπορτα. Φαίνεται ο τρόπος που έχτιζαν τα αγκωνάρια

Ο ιδιοκτήτης, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του, το οικόπεδο και τις ανάγκες του καθόριζε το μέγεθος του σπιτιού και τον αριθμό των ορόφων που ήθελε. Τα υπόλοιπα ήταν δουλειά των μαστόρων: να προσανατολίσουν το κτίριο, να το γωνιάσουν, να ανοίξουν τα θεμέλια και να το θεμελιώσουν να χτίσουν τους τοίχους, τους θόλους και να αποφασίσουν που και πόσα θα ήταν οι πόρτες και τα παράθυρα.

Στηριγμένοι στη μακρά παράδοση και βοηθούμενη από την ευρηματικότητα και τη φαντασία τους οι Σερβαίοι μαστόροι έφτιαξαν κτήρια υψηλής αισθητικής αξίας, λειτουργικά και στέρεα, ώστε αντέχουν στο χρόνο, παρά το πέρασμα ενάμισου και πλέον αιώνα από τότε που χτίσθηκαν μερικά από αυτά. Οι νέοι μάθαιναν την τέχνη δουλεύοντας κοντά στους μεγαλύτερους μαστόρους. Η λέξη μάστορας προέρχεται από τη Λατινική magister που σημαίνει επιστάτης, κύριος, άρχοντας και εξελίχθηκε στο Μεσαίωνα στη λέξη μαΐστωρ ή μαγίστωρ.. Τη ίδια προέλευση έχει και η Αγγλική λέξη master, που σημαίνει κύριος, δάσκαλος, αφεντικό. Μάστορας λοιπόν είναι καλός τεχνίτης αλλά μαζί και δάσκαλος. Και υπήρξαν πολλοί μαστόροι καλοί δάσκαλοι που δίδαξαν την τέχνη τους στις επόμενες μετά από αυτούς γενιές.

typiko
Τυπικό πέτρινο Σερβαίικο σπίτι. Στο κάτω μέρος είναι τριόροφο και στο επάνω ισόγειο. Έχει μπαλκόνι, αυλή (που εμφανώς χτίσθηκαν αργότερα γιατί είναι τσιμεντένια), φαίνεται η εμπατή, η κατωγιόπορτα, το πλαϊνό παράθυρο και τα μικρά παραθυράκια στο κατώϊ. Κάτω από το κατώϊ υπάρχει θόλος

Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν οι Σερβαίοι μαστόροι ήσαν συνήθως αυτά που πρόσφερε ο τόπος. Στα χωριά της περιοχής μας, όπου η πέτρα είναι άφθονη, όλα τα κτίσματα είναι πέτρινα. Στα χωριά του κάμπου η πέτρα σπάνιζε και η μεταφορά της από μακριά, με τα μέσα της εποχής εκείνης, ήταν δαπανηρή. Εκεί, πολλές φορές, έκτιζαν με πλίνθες από χώμα, καμιά φορά ψημένες (τούβλα), τις περισσότερες φορές όμως άψητες. Βέβαια τα κτίσματα αυτά άντεξαν λιγότερο στο χρόνο. Τις πέτρες τις διάλεγαν στο νταμάρι και τις επεξεργάζονταν. Δεν έπρεπε να ήταν επιφανειακές, λιασμένες, γιατί είχαν διαβρώσεις. Τις καλύτερες τις έκαναν αγκωνάρια για τις γωνίες του σπιτιού και για τα κουφώματα και τις ακόμη καλύτερες πλακώματα (σκεπαστάρια) για πόρτες και παράθυρα. Η λάσπη γινόταν με άμμο νταμαρίσιο ή ποταμίσιο και ασβέστι (χορίδι). Το ασβέστι έπρεπε να ήταν σβησμένο καλά, άλλως η λάσπη δεν έπιανε και τριβόταν. Το ασβεστοκονίαμα έχει την ιδιότητα, όσο περισσότερο περνάει ο καιρός και όσο πιο πολύ ποτίζεται, τόσο να σκληραίνει και να γίνεται σαν πέτρα. Είναι ευκολότερο να σπάσεις μια πέτρα παρά να ξεχωρίσεις δύο πέτρες που είναι κολλημένες με καλό ασβεστοκονίαμα. Ανάμεσα στις καλά πελεκημένες πέτρες που είχαν καλή επαφή, η λάσπη που έβαζαν ήταν ελάχιστη και άριστης ποιότητας: με περισσότερο ασβέστι και ελάχιστη άμμο, καλά ξεπλυμένη ή και τριμμένο κεραμίδι (κορασάνι). Στα φτωχότερα σπίτια, για οικονομικούς λόγους, μπορεί να έβαζαν ασβεστοκονίαμα στην εξωτερική πλευρά του τοίχου και χωματόλασπη στην εσωτερική. Αυτό βέβαια αδυνάτιζε την ανθεκτικότητα του τοίχου και όποτε συνέβαινε να χαλάσει κάποιο κεραμίδι και να πέσει νερό στον τοίχο, η χωματόλασπη διαλυόταν και ο τοίχος μπορούσε να πέσει

parados_Arap
Δύο παραδοσιακά σπίτια στους Αράπηδες. Ο προσανατολισμός είναι προς την μεγαλύτερη κατωφέρεια και η κάτω πλευρά τριόροφη ενώ η επάνω χωμένη στο έδαφος. Σκεπή με κεραμίδια, τρίπλευρη, με κεντρί. Το παράθυρο στο χειμωνιάτικο του πρώτου σπιτιού έχει ανακατασκευασθεί μεταγενέστερα, για να μεγαλώσει

Ο προσανατολισμός του σπιτιού εξαρτιόταν κυρίως από τη μορφολογία του εδάφους. Όπου υπήρχε κλίση του εδάφους (το συνηθέστερο στο χωριό μας), ο επιμήκης άξονας του σπιτιού ήταν παράλληλος με την κατωφέρεια. Η κάτω πλευρά του σπιτιού, κατά κανόνα, έχει μεγαλύτερο ύψος από την επάνω.

Αν και δεν είναι όλα τα σπίτια στο χωριό το ίδιο μεγάλα ή το ίδιο καλοχτισμένα, το σχήμα και η διαρρύθμιση τους είναι λίγο πολύ παρόμοια. Ένα παραλληλεπίπεδο, με την επιμήκη πλευρά μεγαλύτερη κατά το 1/3 περίπου από την βραχύτερη, αλλά του οποίου η επάνω και η κάτω πλευρά δεν είναι επίπεδες. Η σκεπή έχει κορφιά και τρία κεκλιμένα επίπεδα και τα δάπεδο, ανάλογα με την κλίση του εδάφους, αποτελείται από δύο ή περισσότερα επίπεδα. Το υψηλότερο επίπεδο καταλαμβάνεται από το παραγώνι ή χειμωνιάτικο δωμάτιο, το οποίο καταλαμβάνει περίπου το 1/3 του σπιτιού. Σε αυτό βρίσκεται η γωνιά για τη φωτιά, στη μέση του επάνω τοίχου, με ή χωρίς τζάκι. Όπου η κλίση του εδάφους είναι μεγάλη, το δάπεδο του χειμωνιάτικου είναι στο έδαφος και μπορεί και ο επάνω τοίχος να είναι χωμένος μερικά ή και όλος στο έδαφος. Όπου το έδαφος είναι πιο επίπεδο υπάρχει θόλος κάτω από το χειμωνιάτικο, ώστε το δωμάτιο με τη φωτιά να έχει πέτρινο δάπεδο και όχι πάτωμα. Τα υπόλοιπα επίπεδα, ανάλογα με την κλίση του εδάφους και το μέγεθος του σπιτιού, μπορεί να ήταν άλλο ένα (που καταλάμβανε συνήθως το κατώγι για τα ζωντανά) ή και περισσότερα. Μερικά σπίτια έχουν τέσσερις ορόφους στην κάτω μεριά. Στην περίπτωση αυτή ο κατώτερος όροφος ήταν θολωτός και χρησιμοποιείτο είτε ως κατάστημα είτε ως αποθήκη.

diarithmisi
Συνήθης διαρρύθμιση ενός μεγάλου σπιτιού

Ο επάνω όροφος, εκτός από το χειμωνιάτικο, περιλάμβανε ακριβώς μέσα από την εμπατή πόρτα το γκιλεράκι, που αποτελούσε το χώλ (μεσαριά) και από το οποίο άνοιγαν πόρτες για τα άλλα δωμάτια, το γκιλέρι, ακριβώς πίσω από το γκιλεράκι, το οποίο αποτελούσε την αποθήκη για τα σκαφιδοπλάστηρα, τα μαγειρέματα (τραχανά, χυλοπίτες), το αλεύρι, τα κρεμμύδια κλπ) και στο κάτω μέρος του σπιτιού υπήρχε η σάλα, που ήταν το καλύτερο δωμάτιο. Τα μεγαλύτερα σπίτια είχαν και καμαρούλα δίπλα στο γκιλέρι, για τα παιδιά ή τους ξένους.  Η διαίρεση των δωματίων πολύ σπάνια και μόνο στα παλαιότερα σπίτια ήταν φτιαγμένη με πέτρινο τοιχείο. Συνήθως η διαίρεση του χειμωνιάτικου από το υπόλοιπο σπίτι γινόταν με λεπτό τοίχο που έφτιαχναν με λεπτές πήχες σανιδιών καρφωμένες σε καδρόνια, γεμισμένες στα ενδιάμεσα με κομμάτια κεραμιδιών και σουβατισμένες με ασβεστοκονίαμα. Οι υπόλοιπες διαιρέσεις γίνονταν με σανίδια.

embati_2 ebati_kostan embati_1
Τρία παραδείγματα εμπατής. Στην πρώτη, παρά τις μεταγενέστερες παρεμβάσεις, φαίνεται ο σταυρός στο πορτοπλάκωμα και τα τζινέτια που κρατούσαν την ξύλινη κάσα, στο πλάϊ. Η δεύτερη είναι από τις καλύτερες εμπατές στο Σέρβου, δυστυχώς ημικατεστραμένη. Η τρίτη είναι χωρίς ανακουφιστικό τόξο στο υπέρθυρο

Η κύρια είσοδος (εμπατή), ήταν συνήθως το μεγαλύτερο κούφωμα και το καλύτερα στολισμένο. Το κατώφλι αποτελούσε μια καλά πελεκημένη πέτρα, συνήθως μονοκόματη (το κατωκάσι ή πορτολίθι), τα αγκωνάρια στα πλάγια της πόρτας, επίσης καλά πελεκημένα, χτίζονταν εναλλάξ το ένα όρθιο και το άλλο πλαγιαστό, ώστε να «δένουν» με το υπόλοιπο τοίχο και στο επάνω μέρος της πόρτας φρόντιζαν να βάλουν την καλύτερη πέτρα (σκεπαστάρι ή πορτοπλκάκωμα), επίσης καλά πελεκημένη. Στην πέτρα αυτή συνήθως σκάλιζαν τον σταυρό και τη χρονολογία που χτιζόταν το σπίτι. Οι καλές πόρτες μπορεί να είχαν και δεύτερη σειρά πελεκημένες πέτρες, δίπλα στα αγκωνάρια. Επειδή το πορτοπλάκωμα ήταν αρκετά μακρύ και μπορούσε να σπάσει από το βάρος του υπερκείμενου τοίχου, σε πολλά σπίτια το ανακούφιζαν με το χτίσιμο μιας καμάρας με καλά πελεκημένες πέτρες. Το κενό τόξο που σχηματιζόταν μεταξύ του πορτοπλακώματος και της καμάρας το κάλυπταν με μια πελεκητή πέτρα σε σχήμα ημικύκλιου ή τόξου. Στην εσωτερική πλευρά η πόρτα χτιζόταν φάλτσα, ώστε το άνοιγμα μέσα στο σπίτι ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό στην εξωτερική πλευρά, ώστε να διευκολύνεται το πλάγιο φως, ιδίως στα παράθυρα. Επίσης τη μέσα μεριά δεν έβαζαν πορτοπλάκωμα αλλά έχτιζαν καμάρα που συγκρατούσε το πάνω από την πόρτα τοίχο.

paraporti
Εσωτερική πλευρά ενός παραπορτιού. Αν και με μεταγενέστερη παρέμβαση έχει αφαιρεθεί η ξύλινη κάσα και αντικαταστάθηκε (όπως και το θυρόφυλλο) με σιδερένια, φαίνεται η εσωτερικά καμάρα και η φάλτσα γωνία των πλαϊνών πλευρών

Η κάσα της πόρτας τοποθετούταν ακριβώς μέσα από τα αγκωνάρια, το πορτοπλάκωμα και το κατωκάσι, με τα οποία βρισκόταν πρόσωπο στο άνοιγμα και στηριζόταν με ατσαλένια τζινέτια που έφτιαχνε ο γύφτος και χτιζόταν ανάμεσα στα αγκωνάρια. Την ίδια τεχνοτροπία είχαν και τα υπόλοιπα κουφώματα, απλώς ήταν μικρότερα. Ακριβώς απέναντι από την εμπατή βρισκόταν το παραπόρτι, μια έξοδος αρκετά μικρότερη από την είσοδο. Το παραπόρτι μπορεί να βρισκόταν στο ύψος του εδάφους σε μερικά σπίτια που ήταν χτισμένα σε επικλινές έδαφος, μπορεί όμως να ήταν και σε ψηλότερο από το έδαφος επίπεδο. Στην περίπτωση αυτή κατέβαιναν με ξύλινη σκάλα. Για την  εμπατή πάντως υπήρχε κατά κανόνα αυλή, στην οποία ανέβαιναν με πέτρινα σκαλοπάτια. Τα πορτόφυλλα ήταν βαρειά, από δύο στρώματα συμπαγούς σανιδιού, καρφωμένα σταυρωτά. Λόγω του βάρους, οι μεντεσέδες ήταν χοντροί σιδερένιοι, φτιαγμένοι στον γύφτο. Κάτω από αυτή την αυλή μπορεί να υπήρχε θόλος, ανάλογα με τη μορφολογία του εδάφους και τις οικονομικές δυνατότητες του ιδιοκτήτη. Στο χειμωνιάτικο υπήρχε συνήθως μόνο ένα παράθυρο και αυτό μικρό στα παλαιότερα σπίτια. Στη σάλα υπήρχαν από ένα παράθυρα σε κάθε πλαϊνή πλευρά και στην κάτω πλευρά του σπιτιού δύο μπαλκονόπορτες, σε όσα σπίτια είχαν μπαλκόνι ή δύο παράθυρα, ίσου μεγέθους με τα πλαϊνά. Τα αρχιτεκτονικά στοιχεία των παραθύρων ήταν όμοια με των θυρών. Σε μερικά σπίτια έχτιζαν δίπλα στα παράθυρα δυο πελεκητές πέτρες που εξείχαν για να βάζουν εκεί τις γλάστρες. Εκτός από τα παράθυρα, στο χειμωνιάτικο αλλά και στο σαλόνι, έφτιαχναν χωνευτά στον τοίχο ντουλάπια ή θουρίδες.

parathyro_1 parathyra
Τυπικά παράθυρα. Στην αριστερή φωτογραφία φαίνονται οι προεξέχουσες πέτρες για τη στήριξη γλαστρών. Στην δεξιά δύο κάτω παράθυρα σε σπίτι χωρίς μπαλκόνι. Στο μπροστινό σπίτι φαίνεται ένα πλαϊνό παράθυρο, ανακατασκευασμένο, με ξύλινο πλάκωμα.

Στο κατώγι τα κουφώματα ήταν λιγότερα. Υπήρχε η κατωγιόπορτα, στο μέγεθος της εμπατής ή και μεγαλύτερη, για να χωράνε το μουλάρια, χτισμένη με παλεκητά αγκωνάρια και χωρίς πορτοπλάκωμα αλλά με μια τοξοειδή καμάρα. Παράθυρα έφτιαχναν μόνο δύο μικρά στην κάτω πλευρά του σπιτιού. Όταν βέβαια ο όροφος αυτό δεν προοριζόταν για κατώγι αλλά αποτελούσε τον δεύτερο όροφο του σπιτιού, περιλάμβανε τη κύρια είσοδο και τα παράθυρα ήταν μεγάλα, όσο και του επάνω ορόφου. Στον κάτω-κάτω όροφο, που όπως είπαμε προοριζόταν συνήθως για κατάστημα και ήταν χτισμένος με θόλους, υπήρχαν μια πόρτα στη μέση και δύο παράθυρα εκατέρωθεν στην μπροστινή πλευρά του σπιτιού ή δύο πόρτες και ένα παράθυρο στη μέση.

spiti_maragou neotero_ktisma
Νεότερα κτίσματα. Το αριστερό χτίστηκε μετά το 1950 και μολονότι οι πέτρες είναι πελεκητές, φαίνεται το τσιμέντο στο σινάζι πάνω από τα κουφώματα και στο σκέπασμα της βαράντας. Το δεξιό είναι του μεσοπολέμου, από το οποίο αφαιρέθηκε η καραμοσκεπή και τοποθετήθηκε ελενιτ!. Απουσιάζουν τα καλά πελεκημένα αγκωνάρια.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Με την πάροδο του χρόνου άλλαζε και η αρχιτεκτονική. Τα σπίτια που χτίσθηκαν στην τουρκοκρατία και λίγο μετά ήταν μικρά και σκοτεινά, θα τα έλεγε κανείς χαμοκέλες, χτισμένα με χοντρούς τοίχους και μικρά πορτοπαράθυρα. Μέσα στο χειμωνιάτικο είχαν το φούρνο χτισμένο πάνω από τη γωνιά που άναβαν τη φωτιά και δεξιά και αριστερά της γωνιάς είχαν τουράκια χτισμένα. Τα τουράκια είχαν θουρίδες ή και εντοιχισμένα λαγίνια, στα οποία αποθήκευαν το αλάτι, το τουρσί, τις ελιές ή για άλλα τρόφιμα και καρπούς. Μετά, όσο βελτιωνόταν το βιοτικό επίπεδο, στο τέλος του 19ου αιώνα, τα σπίτια χτίζονταν μεγαλύτερα, ψηλότερα και καλύτερα. Τα παράθυρα μεγάλωσαν, ώστε να είναι πιο φωτεινά και οι φούρνοι βγήκαν στην αυλή. Ακόμη αργότερα, στη διάρκεια του μεσοπολέμου, σταμάτησαν να πελεκάνε τις πέτρες με την ψιλή χτένα και τα αγκωνάρια είναι λιγότερο καλά επεξεργασμένα και στα πορτοπαράθυρα δεν έβαζαν πελεκητά σκεπαστάρια, αλλά έφτιαχναν τοξοειδείς, ρηχές καμάρες.

seira_spition spiti_koutsou spiti_Koutsandria
Σειρά παραδοσιακών σπιτιών στον κεντρικό δρόμο του χωριού

Μετά το 1950 το τσιμέντο έκανε την εμφάνιση του. Πολλοί έφτιαξαν μπαλκόνια και αυλές τσιμεντένιες, όχι ιδιαίτερης καλαισθησίας και άλλοι μεγαλύτερες βεράντες. Μερικοί χάλασαν τα ξύλινα μπαλκόνια και τα αντικατέστησαν με τσιμεντένια. Όσα σπίτια χτίσθηκαν από τότε και μετά είχαν πολύ τσιμέντο, που στις καλύτερες περιπτώσεις καλύφθηκε με σουβά και σε άλλες έμεινε γυμνό. Επίσης έγιναν προσθήκες στα σπίτια (εξωτερικές κουζίνες, πρόσθετα δωμάτια, εξωτερικοί λουτροκαμπινέδες) που έκαναν τα σπίτια πιο άνετα και λειτουργικά, αλλά χάλασαν την αισθητική τους.

ypo_anegersi_1
Νεοανεγειρόμενη οικοδομή. Η προσπάθεια τήρησης της παράδοσης είναι εμφανής

Τα εντελώς πρόσφατα χρόνια όμως, όσοι χτίζουν, προσπαθούν να σεβασθούν το αρχιτεκτονικό χρώμα του χωριού και επενδύουν τους εξωτερικούς τοίχους με πέτρα και επεξεργασμένα αγκωνάρια. Ελπίζουμε ότι σιγά-σιγά και προοδευτικά, οι αρεσκόμενοι στο ωραίο Σερβαίοι, θα κατεδαφίσουν τα πρόσθετα πρόσφατα στοιχεία που χάλασαν λίγο το χρώμα και θα τα αντικαταστήσουν με πιο παραδοσιακά, ώστε το χωριό μας να χαρακτηρισθεί παραδοσιακό.

Δρ. Ηλίας Χειμώνας Ιατρός Καρδιολόγος

Album, πετρόχτιστα σπίτια και εκκλησίες.


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Το Δημοτικό Σχολείο άρχισε να χτίζεται τον Αύγουστο του 1936. Επειδή τότε δεν πήγαινε αυτοκίνητο στου Σέρβου, τα τσιμέντα τα κουβάλησαν με μουλάρια από τα Λαγκάδια. Τις σιδερόβεργες όμως για την πλάκα, λόγω του μήκους τους και της φύσης του μονοπατιού δεν μπορούσαν να τις φορτώσουν στα ζώα και γι' αυτό τις κουβάλησαν οι Σερβαίοι στον ώμο από τα Λαγκάδια. Οι εργασίες σταμάτησαν λόγω του πολέμου και συνεχίστηκαν μετά το 1949. Οι αίθουσες του σχολείου άνοιξαν για τους μαθητές το 1954.