του Παναγιώτη Νόιφελτ

Η πολιτιστική οικονομία απορρέει από τη σταθερή, επίμονη, επίπονη, τακτική ή άτακτη δημιουργική εργασία, που είναι βασικό συστατικό της καλλιτεχνικής ή πολιτιστικής παραγωγής ατόμων και οργανισμών, στους τομείς του πολιτισμού και των τεχνών.

Μέσα από την πολιτιστική οικονομία εκφράζεται το θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα των ευρύτερων πολιτικών και στρατηγικών του πολιτισμού, όταν αυτές εφαρμόζονται από την πολιτεία.

Οι διαδικασίες των πολιτιστικών παραγωγών και τα αποτελέσματα των δομών και των αγορών αναδεικνύουν τα θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα των κινήσεων της πολιτιστικής οικονομίας.

Αυτές οι διαδικασίες εμπλουτίζονται και αναγεννιούνται, μέσα από την προσφορά της δημιουργικότητας και του έργου των καλλιτεχνών ή των πολιτιστικών φορέων.

Πολιτιστική Οικονομία Π.Νόιφελτ

Στο σύνολό της, η πολιτιστική οικονομία (βλ. παραπάνω σχεδιάγραμμα), ως αποτέλεσμα, διαδικασία και έννοια, είναι μεταβλητή και εξελισσόμενη, και η ανάπτυξή της είναι διαρκής.

Επομένως, η οικονομία του πολιτισμού είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της οικονομίας μιας χώρας, η οποία δεν ακολουθεί πάντα τους κανόνες της παραγωγικότητας και ανάπτυξης της χώρας ή των βασικών ισχυρών βιομηχανιών αυτής.

Για παράδειγμα, κατά τις περιόδους οικονομικών κρίσεων και υψηλής ανεργίας, παρατηρείται αύξηση της παραγωγικότητας των καλλιτεχνικών, πολιτιστικών και δημιουργικών τομέων, λόγω των κοινωνικών πλεονασμάτων χρόνου, που δημιουργεί η ανεργία. Μεγάλος αριθμός ανέργων πολιτών, αν και με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, βρίσκει την ευκαιρία να ενεργοποιηθεί σε καθημερινές δραστηριότητες, που μπορεί να καλύψει οικονομικά, όπως π.χ. να κάνει μια βόλτα με φίλους ή με την οικογένεια, να αγοράσει ένα βιβλίο, να πάει σε μια παράσταση, να συμμετάσχει σε μια πολιτιστική, κοινωνική η αθλητική δραστηριότητα, γενικά δράσεις που θα του ήταν δύσκολο να κάνει εάν εργαζόταν. Ο πολίτης, τότε, σε ορισμένες περιπτώσεις, γίνεται δημιουργός και σε άλλες συμμετέχων και κοινό. Το παράδοξο αυτό φαινόμενο, άλλοι φορείς το αξιοποιούν και άλλοι το εκμεταλλεύονται, μέσα από την επινόηση ή εκπόνηση δραστηριοτήτων εθελοντικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Σε περιόδους κρίσης, δημιουργείται το θετικό κοινό της επόμενης ημέρας.

Όταν η πολιτιστική οικονομία, για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων, παρουσιάζεται ως κάτι θολό ή ανύπαρκτο, ή δεν καταγράφεται με σαφήνεια στα πραγματικά της μεγέθη, τότε έχουμε την ενθάρρυνση των κοινωνικών αδικιών.

Ως αποτέλεσμα αυτού, ένα-ένα αποκαλύπτονται τα προβλήματα βιωσιμότητας του πολιτιστικού έργου, οι ευαισθησίες και αδυναμίες στο περιβάλλον της πρωτογενούς παραγωγής, της ανάπτυξης έργου, της οικονομικής διαχείρισης, της διαδικασίας ανεύρεσης πόρων, της διάχυσης και της προβολής έργου.

Τα προβλήματα αυτά δεν μένουν στη σφαίρα των πολιτιστικών αποτελεσμάτων, αλλά εμφανίζονται πολλαπλασιασμένα στην εθνική ταυτότητα και καθημερινότητα των πολιτών, και τα επηρεάζουν, διότι η πολιτιστική και δημιουργική οικονομία είναι βαθιά συνδεδεμένες με την κοινωνία, την αποδοχή, την παραγωγικότητα, τη δημιουργική σκέψη, την πολιτιστική, πολιτισμική και πολιτική ανάταση, την κοινωνική αρμονία, την ευημερία και την ατομικότητα.

Ως εκ τούτου, η διαδικασία παραγωγής πολιτιστικού έργου έχει ενδιαφέρον να αναλυθεί ξεφεύγοντας από τις τετριμμένες νόρμες κοινωνικών, στατιστικών και οικονομικών αναλύσεων, και να παρατηρηθεί, κατά την περίοδο της πρωτογενούς παραγωγής πολιτιστικού έργου, εκεί όπου τα πάντα είναι ρευστά και η δημιουργικότητα, ο καλλιτέχνης ή ο φορέας είναι ευάλωτοι, στις πολιτικές και νομοθετικές ρυθμίσεις, και στις αγορές.

 

(ΕΚΜ)