ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ                                                                                        

ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ                                                                                     

(2009 -  Τόμος  14, ΣΕΛ.  103 - 116)                                                                                                         

                             

         ΔΗΜ. Ν. ΣΧΙΖΑΣ            ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ                       

       Ιατρός Ακτινολόγος           Ιατρός Νευροχειρουργός

                   ΝΙΚ. Δ. ΣΧΙΖΑΣ                                                                                                                         

Αμ. Επίκουρος Καθηγητής Ιατρικής Α.Π.Θ                                                                                                                    

                                                                                                   

Μετά την κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Τούρκους και ιδιαίτερα κατά την διάρκεια των δύο πρώτων αιώνων, οι χριστιανικοί πληθυσμοί και στα πλαίσια αυτών η ελληνική φυλή, υπέστη τα πάνδεινα από τον κατακτητή. Η πνευματική ηγεσία του Βυζαντίου παίρνοντας μαζί της τα «τυλιγάδια και τα περγαμηνά», όπως μας λέγει ο εθνικός μας ποιητής, έφυγε στη Δύση συμβάλλοντας εκεί στην Αναγέννηση. Οι κατακτημένοι πληθυσμοί ζούσαν πλέον σε μία κατάσταση βαρείας πνευματικής και οικονομικής εξαθλιώσεως και χωρίς στοιχειώδη κοινωνική και ιατρική μέριμνα.

Η αξιοθαύμαστη όμως ζωτικότητα της ελληνικής φυλής κατόρθωσε να διατηρήσει το εθνικό φρόνημα και να παρουσιάσει από τα μέσα ήδη του 16ου αιώνα τα πρώτα σημεία πνευματικής αναγεννήσεως του Ελληνισμού με επιδόσεις όχι μόνο στα γράμματα αλλά και σε πρακτικούς τομείς δραστηριοτήτων, όπως το εμπόριο, η ναυτιλία και η βιοτεχνία. Η εξέλιξη αυτή προχωρεί με ταχύτερους ρυθμούς από τις αρχές του 18ου αιώνα και φθάνει στο τέλος του ίδιου αιώνα σε μία μεγάλη, εκπληκτική θα λέγαμε, αναγέννηση της φυλής που δεν περιορίζεται μόνο στον ελληνικό χώρο.

Οι προερχόμενοι από τα σπλάχνα του λαού εμπορευόμενοι, ιδρύουν ελληνικές παροικίες στις μεγάλες εμπορικές πόλεις του εξωτερικού, όπως στη Βενετία, στην Τεργέστη και στις παραδουνάβιες και παρευξείνιες πόλεις. Η οικονομική αυτή πρόοδος, μαζί με τις γνώσεις και την εμπειρία που απέκτησαν οι Έλληνες του εξωτερικού από την επαφή τους με τους Ευρωπαίους, ευνόησε τις σπουδές Ελληνοπαίδων προερχομένων τόσο από τις ακμάζουσες ελληνικές παροικίες όσο και από τη δούλη πατρίδα, στα πανεπιστήμια της Ευρώπης, και ιδίως της Ιταλίας.

Κατά τον 18ο αιώνα οι Έλληνες σπουδαστές του εξωτερικού σπούδαζαν, κατά προτίμηση θα λέγαμε, Ιατρική. (1)

Η προτίμηση αυτή ωφείλετο όχι μόνο σε οικονομικούς λόγους αλλά και στη δυνατότητα που τους παρείχε το ιατρικό επάγγελμα να διακρίνονται μέσα στον χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διότι όπως μας λέει και ο Κοραής, «το θηριώδες έθνος εις μόνους τους Ιατρούς αναγκάζεται να υποκρίνεται κάποιαν ημερότητα».(2) Οι επιστήμονες ιατροί επανερχόμενοι στην πατρίδα όχι μόνο βοηθούσαν ιατρικώς τους αδελφούς τους αλλά καθίσταντο και «κήρυκες του υπέρ της πατρίδος και της παιδείας έρωτος και έκαστος οίκος», όπως γράφει ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός, «εχρησίμευε αυτοίς ως καθηγητική έδρα και εκάστη οικογένεια ως ακροατήριον ».(3)

Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι κατά τους αιώνας αυτούς και μέχρι των προεπαναστατικών χρόνων ακόμη, η Ιατρική δεν αποτελούσε συγκεκριμένη και εντελώς ξεχωριστή, από πλευράς διδασκαλίας στα Πανεπιστήμια, επιστήμη. Για τον λόγο αυτόν, οι επιδιδόμενοι στην Ιατρική καλλιεργούσαν ταυτοχρόνως και άλλους επιστημονικούς κλάδους, όπως η φιλολογία, η φιλοσοφία (εξ ου και η ονομασία ιατροφιλόσοφος), η θεολογία, τα μαθηματικά κ.λπ. Συχνά οι ιατροί της εποχής εκείνης εμφανίζονται ως συγγραφείς επιστημονικών έργων σε θέματα των παραπάνω επιστημών ή και να διδάσκουν ακόμα τις επιστήμες αυτές σε ξένα πανεπιστήμια. (4).

Όμως οι περισσότεροι από τους επιστήμονες ιατρούς άσκησαν το επάγγελμά τους στο εξωτερικό, όπως στις ελληνικές παροικίες της Ευρώπης, στην Κωνσταντινούπολη, στο Βουκουρέστι, στα Επτάνησα, στην Αυλή του Αλή Πασά. Ολίγοι μόνο επέστρεψαν στην πατρίδα τους και πρόσφεραν τις ιατρικές τους υπηρεσίες στον ελληνικό λαό.(5)

Όσα περιληπτικά αναφέρθηκαν ανωτέρω, καταδεικνύουν τη μεγάλη έλλειψη επιστημόνων ιατρών στις ελληνικές περιοχές, παρά το γεγονός ότι το συνολικό δυναμικό του έθνους σε επιστήμονες ιατρούς ήταν αρκετά μεγάλο.(6)

Οι συνθήκες ήσαν οι κατάλληλες στην ελληνική ύπαιθρο για να αναπτυχθούν και να ευδοκιμήσουν όλα τα παράσιτα του ιατρικού επαγγέλματος, όπως διαφόρων ειδών ψευτογιατροί, αγύρτες, τσαρλατάνοι και μάλιστα όχι μόνο Έλληνες αλλά και αλλοεθνείς, όπως Τούρκοι, Αλβανοί και Ευρωπαίοι υπηρέτες ιατρών ή υπάλληλοι φαρμακείων στην πατρίδα τους. Ανάμεσά τους ήταν μία μεγάλη κατηγορία ψευτογιατρών στους οποίους είχε δοθεί το όνομα «κομπογιαννίτες», λέξη που προέρχεται από το κομπόνω (= απατώ) και Γιαννίτης (=Ιωαννίτης), διότι η καταγωγή των περισσοτέρων ήταν η ΄Ηπειρος και ιδιαίτερα τα Ιωάννινα. Κατ’ άλλους ονομάζοντο κομπογιαννίτες γιατί είχαν δεμένα τα θεραπευτικά τους βότανα σε κόμπους μαντιλιών. Της ίδιας κατηγορίας γιατροί στην Ήπειρο ήσαν οι βικογιατροί, οι οποίοι συνέλεγαν τα βότανά τους από την πλούσια φαρμακευτική χλωρίδα της χαράδρας του Βίκου.

Συνέχεια των κομπογιαννιτών ήσαν οι καλογιατροί και μία ιδιαίτερη κατηγορία αυτών, οι σπασογιατροί, που ήσαν ειδικοί θεραπευτές των καταγμάτων και εξαρθρημάτων αλλά και της βουβωνοκήλης .(7)

Περιγραφή «των γιατρών» αυτών μας άφησε και ο Πουκεβίλ (Pouqueville), ιατρός πρόξενος της Γαλλίας στον Αλή Πασά. Περιγράφει τους εμπειρικούς γιατρούς που έβγαζε το Λεσκοβίκι, το φυτώριο των καλογιατρών, που αν και δεν κατείχαν γνώσεις ανατομικής εκτελούσαν με ιδιαίτερη επιδεξιότητα την εγχείρηση της βουβωνοκήλης. (8) Ψευτογιατροί διαφόρων προελεύσεων υπήρχαν τότε σε όλη τη χώρα, όπως στη Θράκη (9) και στη Χίο (10)

Ποιοι όμως ήσαν οι εμπειρικοί (ή πρακτικοί) γιατροί για τους οποίους θα γράψουμε παρακάτω; Εμπειρικοί γιατροί ήσαν εκείνοι που ασκούσαν τη λαϊκή ή δημώδη ιατρική και αναμφισβήτητα δεν είχαν καμία σχέση με τους αγύρτες και τους τσαρλατάνους. Βεβαίως δεν ήσαν μία ξεχωριστή κατηγορία εμπειρικών θεραπευτών. Τους βικογιατρούς και τους καλογιατρούς που από όλους αναφέρονται ως ψευτογιατροί, δεν μπορούμε να τους αποκλείσουμε όλους από την κατηγορία των εμπειρικών ιατρών. Έχουμε τη γνώμη ότι ο όρος «εμπειρικός γιατρός» περιλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα ατόμων ασκούντων τη λαϊκή ή δημώδη ιατρική, κληρονόμοι κυρίως μιας μακράς τέχνης. Εκείνο δε που ιδαίτερα ξεχωρίζει τους εμπειρικούς γιατρούς από τους τσαρλατάνους είναι η έντιμη κατά κανόνα άσκηση της τέχνης τους και ο τρόπος που απέκτησαν τις γνώσεις τους.

Οι εμπειρικοί γιατροί ήσαν πολλοί κατά τα προεπαναστατικά χρόνια. Απέκτησαν τις όποιες ιατρικές γνώσεις συνήθως εκ παραδόσεως και από πατέρα στον γιο, μέσα σε «ιατρικές» οικογένειες ή κατά τη μαθητεία κοντά σε άλλους εμπειρικούς. Βοηθήματα για την εκμάθηση της τέχνης ήσαν και τα ιατροσόφια, χειρόγραφοι ιατρικοί κώδικες, που περιέχουν ιατρικά κείμενα συνερανισθέντα από παλαιά (ήδη από της εποχής του Ιπποκράτους) και νεότερα ιατρικά συγγράματα. Βεβαίως τα περισσότερα από τα ιατροσόφια δεν διακρίνονται για την επιστημονικότητά τους, καθώς περιέχουν στοιχεία μαγείας, αντιμαγικά φίλτρα, εξορκισμούς κ.λ.π. Περιέχουν όμως και περιγραφές νόσων, χειρουργικές οδηγίες και, κυρίως, μεγάλους καταλόγους θεραπευτικών βοτάνων με ενδείξεις και οδηγίες για τη χρήση τους.(11)

Πολλοί εμπειρικοί γιατροί είχαν διδαχθεί την ιατροφαρμακευτική τέχνη σε σχολεία που λειτούργησαν στη χώρα ιδία κατά τα προεπαναστατικά χρόνια, όπως ήταν το Σχολείο Επιστημών και Ιατρικής που ίδρυσε ο Ανάργυρος Πετράκης το 1812.(12) Στο σχολείο αυτό δίδαξε από το 1813 ο ιατροφιλόσοφος, διδάσκαλος του έθνους, Διονύσιος Πύρρος ο Θεσσαλός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Πίζας. Στην Κέρκυρα εδιδάσκοντο στοιχεία Ιατρικής και Μαιευτικής. Από το 1805 ως το 1824 λειτούργησε η πρώτη Δημόσια Σχολή μέχρι της ιδρύσεως της Ιονίου Ακαδημίας, η οποία ως ανωτέρα Ιατρική Σχολή λειτούργησε μόνο στο χρονικό διάστημα από το 1824 ως το 1827, όταν απεβίωσε ο ιδρυτής της φιλέλληνας λόρδος Φρειδερίκος Γκίλφορδ.(13) Στον Μυστρά λίγο προ της Επαναστάσεως συνεστήθη Σχολείο Ιατροχειρουργικής από τον διάσημο εμπειρικό γιατρό Παναγιώτη Γιατράκο. Στο Σχολείο αυτό εκπαιδεύτηκαν και μετεκπαιδεύτηκαν στην Ιατρική και στην Επείγουσα Χειρουργική, όχι μόνο οι πέντε αδελφοί του Παναγιώτου Γιατράκου, διάσημοι και αυτοί εμπειρικοί γιατροί, αλλά και άλλοι που πρόσφεραν πολύτιμες ιατρικές υπηρεσίες στον Αγώνα όπως ο Απόστολος Αλεξάκης, ο Ανδρέας Πετιμεζάς, ο Θεόδωρος Καστάνης, ο Παναγιώτης Βενετσανάκος, ο Ηλίας Αραπάκης κ.ά. (14)

Στη Χίο ήδη από τον 16ο αιώνα (στη Σχολή της Χίου) εδιδάσκοντο, πλην των εγκυκλίων μαθημάτων, οι Θετικές Επιστήμες, η Φιλοσοφία και ιδιαιτέρως η Ιατρική, δηλαδή πρακτικά μαθήματα Ιατρικής με τα οποία εκπαίδευαν τους μαθητές της Σχολής ιατροί επιστήμονες που επέστρεφαν στη Χίο μετά τις σπουδές τους στην Ιταλία. (15)

Έτσι το έθνος, με την έναρξη της Επαναστάσεως, διέθετε ικανό αριθμό εμπειρικών γιατρών με ιατρικές γνώσεις παραδεκτές, ώστε να μπορούν να προσφέρουν βοήθεια στους τραυματίες του Αγώνος. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση, ότι, με κάποιες εξαιρέσεις βέβαια, η πλειονότης των πρακτικών ιατρών ήσαν άτομα υψηλού ήθους, ανιδιοτελείς και με βαθύ το αίσθημα της φιλοπατρίας και του αλτρουισμού. Μεταξύ αυτών υπήρχαν πολλοί ιερωμένοι και μοναχοί διάσημοι για τις ιατρικές γνώσεις τους. Οι επιδόσεις των πρακτικών αυτών θεραπευτών στη χειρουργική περιποίηση των τραυμάτων και στην ανάταξη καταγμάτων και εξαρθημάτων τούς έδωσε τον τίτλο του «ιατροχειρουργού», τίτλο τον οποίον δεν είχαν συνήθως οι επιστήμονες ιατροί που απεκαλούντο φυσικοί ιατροί η απλώς γιατροί. Για τις γνώσεις τους αυτές έχαιρον ιδιαιτέρας εκτιμήσεως μεταξύ των απλών πολιτών της χώρας, που πολλές φορές τους ενεπιστεύοντο περισσότερο από τους επιστήμονες ιατρούς.

Τις ιατρικές γνώσεις των εμπειρικών δεν πρέπει να τις κρίνουμε με τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα, αλλά λαμβάνοντες υπόψη το επίπεδο της Ιατρικής της εποχής εκείνης, δηλαδή του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ού αιώνα. Η μεγάλη πρόοδος της Ιατρικής επιστήμης πραγματοποιήθηκε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα. Ο Παστέρ, ο Κωχ και ο Λίστερ γεννήθηκαν στα χρόνια της Επαναστάσεως. Θα μπορούσαμε να ειπούμε ότι, στην πράξη, η ιατρική περίθαλψη που πρόσφεραν οι επιστήμονες ιατροί δεν ήταν εξαιρετικά ανώτερη από αυτή των εμπειρικών γιατρών, ιδιαίτερα στη χειρουργική περιποίηση των τραυμάτων στην οποία οι εμπειρικοί απεδείχθησαν πολύ χρήσιμοι. Βέβαια, όλοι οι εμπειρικοί δεν ήσαν εξίσου άψογοι ή αποτελεσματικοί στη δουλειά τους. Μεταξύ τούτων υπήρχαν και κάποιοι κακοί μέχρι και επικίνδυνοι στις χειρουργικές πράξεις τους, για τους οποίους γράφουν επικριτικά Έλληνες και ξένοι επιστήμονες γιατροί. (16)

Έχουν καταγραφεί περίπου 185 εμπειρικοί. Φαίνεται όμως ότι ήσαν περισσότεροι. Έδρασαν στην πρώτη γραμμή των μαχών, στα στρατόπεδα των αγωνιστών και στα πρόχειρα νοσηλευτήρια.

Το μέγιστο μέρος της περιθάλψεως των αγωνιστών ανελήφθη και εκτελέστηκε από τους εμπειρικούς γιατρούς.

Είναι γνωστό από τους επιστήμονες ιατρούς που διέθετε τότε το έθνος ότι μόνο μικρός αριθμός κατήλθε στα πεδία των μαχών για να περιθάλψει τραυματίες. (17) Βέβαια η γενική προσφορά των επιστημόνων ιατρών στην υπόθεση του Αγώνα ήταν πολύ μεγάλη. Αρκεί να θυμηθούμε ότι ιατροί επιστήμονες υπήρξαν μεγάλοι Διαφωτιστές, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, διάσημοι Φιλικοί και διδάσκαλοι της Φιλικής Εταιρείας, μεγάλοι πολιτικοί της Επαναστάσεως όπως ο μεγάλος Καποδίστριας και ο Ι. Κωλλέτης, οργανωτές των φιλελληνικών κομιτάτων στην Ευρώπη όπως ο Πέτρος Ηπίτης κ.ά. Βοήθεια στην περίθαλψη των τραυματιών και ασθενών προσέφεραν και λίγοι από τους ξένους ιατρούς, μεταξύ των οποίων διακρίθηκαν οι Treiber, Howe, Bailly, Elster, Gosse, Millingen και Bruno.

Οι οργανώσαντες την Επανάσταση που εκδηλώθηκε αιφνιδιαστικά δεν είχαν προβλέψει κανένα μέτρο για Διοικητική Μέριμνα (επιμελητεία) των επαναστατικών σωμάτων. Ήταν φυσικό οι υπόδουλοι να μην έχουν τη δυνατότητα να προετοιμάσουν και να οργανώσουν Διοικητική Μέριμνα. Τα στρατιωτικά τμήματα (μπουλούκια), ιδιαίτερα κατά τα πρώτα χρόνια του Αγώνα, έπρεπε να φροντίσουν από μόνα τους για την εξασφάλιση των γιατρών και τον εφοδιασμό με φάρμακα και υγειονομικό υλικό. Τούτο όμως δεν ήταν εύκολο και εξαρτάτο από την οικονομική δυνατότητα των τμημάτων, την προσωπικότητα των καπεταναίων και την επιθυμία τους ή μη να έχουν γιατρούς στο στράτευμά τους, και από τη δυνατότητα παροχής φαρμάκων και υγειονομικού υλικού από την Προσωρινή Διοίκηση. Οργανωμένη υγειονομική υπηρεσία δεν υπήρξε. Βέβαια τον Απρίλιο του 1822 εξεδόθη Διάταγμα με το οποίο προεβλέπετο η ύπαρξη γιατρών στον Τακτικό Στρατό που αποφασίστηκε να οργανωθεί, όμως ουσιαστικά ουδέποτε λειτούργησε υγειονομική υπηρεσία.

Ο Αγώνας ήταν αγώνας ατάκτων χωρίς σταθερό μέτωπο και μετόπισθεν όπου θα μπορούσαν να αναπτυχθούν νοσηλευτικά τμήματα και νοσοκομεία. Τα στρατιωτικά τμήματα εκινούντο συνεχώς σε διαφορετικές περιοχές, η υγιεινή κατάσταση του πληθυσμού ήταν άθλια, με τις επιδημίες να διαδέχονται η μία την άλλη και οι ελλείψεις σε φαρμακευτικό και επιδεσμικό υλικό τεράστιες.

Εκείνο που εντυπωσιάζει στον θεσμό των εμπειρικών γιατρών είναι ότι πολλοί από αυτούς ήταν ταυτοχρόνως και πολεμιστές που έλαβαν μέρος στον Αγώνα με δικά τους στρατιωτικά σώματα ήη αποσπάσματα όπως κατά τον Τρωικό Πόλεμο όπου πολλοί πολεμιστές είχαν και ιατρικές γνώσεις. (18)

Τα πλήρη επαίνων πιστοποιητικά των αρχηγών της Επαναστάσεως όπως του Θ. Κολοκοτρώνη, του Πετρόμπεη, του Καν. Δεληγιάννη κ.ά. μαρτυρούν την πολύτιμη συμβολή τους στην περίθαλψη των τραυματιών και των ασθενών. Με τα πιστοποιητικά αυτά τα οποία υπέβαλλαν στις Επιτροπές Εκδουλεύσεων του Αγώνος παρακαλούσαν το φτωχό ελληνικό κράτος να τους βοηθήσει κυρίως οικονομικά (αλλά και ηθικά), διότι διέθεσαν τα πάντα στον Αγώνα με αποτέλεσμα να μείνουν ενδεείς. Στα πιστοποιητικά αυτά διαβάζουμε τη συγκινητική διαβεβαίωση των αρχηγών για τον πατριωτισμό, τις θυσίες, την αφιλοκέρδεια και γενικά για τη μεγάλη προσφορά τους στον Αγώνα.

Ο αυστηρός Φιλήμων γράφει για την περίθαλψη των τραυματιών αναφερόμενος στο πρώτο έτος της Επαναστάσεως: «Ελλείποντος οιουδήποτε Νοσοκομείου Στρατιωτικού, οι τραυματίαι και ασθενείς παρεπέμποντο εις τας οικίας αυτών, ή εις την πλησιεστέραν πόλιν ή μονήν ή χωρίον. Άλλως οι στρατιώται ενοσοκόμουν τούτους, τυγχάνοντας αλλοδαπούς μάλιστα, όπου και όπως ηδύναντο, γραία δε τις ή κουρέας, ή μοναχός ή εμπειρικός επεσκέπτοντο αυτούς, πολλάκις στερούμενοι και αυτών των προχειροτέρων οργάνων, οίον μήλης, ή βλεβοτόμου, αλοιφής ή κηρωτής, τιτλού(19) και των τοιούτων. Οίκοθεν δε ωμολόγηται ότι της ικανότητος των τοιούτων ιατρών και χειρούργων προεξήρχε η συνδρομή της φύσεως, αρπάζουσα από της χειρός αυτών πλείστα θύματα. Σπανιώτατοι ήσαν και περιοδικοί ανεφέροντο επιστήμονες ιατροί, ανθ’ ων, οφείλομεν ειπείν εμπειρικοί τινες χειρούργοι ως εν Πελοποννήσω ο Παν. Ιατράκος και εν τη Ανατολική Ελλάδι ο εκ της Αταλάντης αιχμάλωτος Τούρκος Κούρταλης, παρά τούτοις δε και τινες μυστηριώδη τινα κατά παράδοσιν γνωρίζοντες φάρμακα εκ χόρτων και άλλων συνθέσεων κατά πολλοί ωφέλιμοι εγίνοντο»(20) .

Μεταξύ των εμπειρικών γιατρών υπήρξαν πολλοί ιερωμένοι και μοναχοί που πρόσφεραν τις ιατρικές τους υπηρεσίες σε μονές που τις είχαν μετατρέψει σε νοσηλευτήρια. Τα μοναστήρια δεν λειτούργησαν μόνο ως νοσοκομεία, αλλά και ως αποθήκες ανεφοδιασμού με υλικό, αναπληρώνοντας την παντελώς ελλείπουσα επιμελητεία των ατάκτων επαναστατικών στρατευμάτων. Αναφέρονται τουλάχιστον 14 τέτοιες μονές-νοσηλευτήρια. Διάσημοι μοναχοί εμπειρικοί ιατροί αναφέρονται ο ηγούμενος της Μονής Φανερωμένης της Σαλαμίνας Γρηγόριος, που μετέτρεψε τη μονή του σε νοσοκομείο, ο ηγούμενος της Μονής Κανδύλας Καλλίνικος και ο επίσης ηγούμενος της Μονής του Κάτω Αγίου Γεωργίου Άργους Δανιήλ που εθεωρείτο άριστος εμπειρικός γιατρός.(21) .

Η έλλειψη φαρμάκων και υγειονομικού υλικού ήταν μεγάλη τόσο για τους επιστήμονες όσο και για τους εμπειρικούς γιατρούς. Τα κυριότερα φάρμακα που εχρησιμοποιούντο από τους εμπειρικούς γιατρούς για τους παθολογικούς ασθενείς ήσαν διαφόρων ειδών βότανα, έγχυμα αψινθίου κατά της γρίπης, αφεψήματα ξυλοκεράτων και σύκων. Μέθοδοι θεραπείας η εφαρμογή σικνών και η φλεβοτομία εφ’ όσον υπήρχε ειδικός φλεβοτόμος. Η θεραπεία των τραυμάτων εγένετο δι’ επιθέσεως επί αυτών τεμαχίου υφάσματος εμβρεχομένου διά ρακής, η δε αιμόσταση διά πυρακτωμένου σιδήρου. Η επίδεση των καταγμάτων γινόταν διά ταινιών υφάσματος μετά λεπτών ναρθηκίων εκ ξύλου, φλοιού δένδρου ή καρτονίων. Η εξωτερική επιφάνεια του επιδέσμου επεχρίετο με αλοιφή που κατασκευαζόταν από σαπούνι και ρακή. (22) Μέσα στις πληγές συχνά εισήγαγαν αλοιφή από λεύκωμα ωού και λάδι (23) Ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του αναφέρει ότι έραβαν τα τραύματα με μυρμηγκοκεφαλές.(24)

Οι Γιατράκοι από την Άρνα Λακωνίας ήσαν οι πιο διάσημοι εμπειρικοί γιατροί του Αγώνα. Εξασκούσαν από τα πολύ παλιά χρόνια την πρακτική ιατρική την οποία οι υιοί εδιδάσκοντο από τον πατέρα στο πλαίσιο μιας ιατρικής οικογένειας. Κατά την Επανάσταση οι αδελφοί Γιατράκοι προσέφεραν εξαιρετικές υπηρεσίς όχι μόνο ως πρακτικοί γιατροί αλλά και ως πολεμιστές.(25) Ο Παναγιώτης Γιατράκος είχε σπουδάσει για βραχύ χρονικό διάστημα Ιατρική στην Ιταλία. Ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Πριν από την έναρξη του Αγώνα ίδρυσε, όπως αναφέραμε ήδη, Ιατροχειρουργικό Σχολείο στον Μυστρά όπου μαθήτευσαν πολλοί εμπειρικοί γιατροί του Αγώνα αλλά και οι πέντε αδελφοί του, διάσημοι και αυτοί εμπειρικοί γιατροί και πολεμιστές. Εκ τούτων ο Νικόλαος Γιατράκος κατά τα αρχικά στάδια του Αγώνα συμμετείχε κυρίως ως γιατρός και στα μεταγενέστερα ως πολεμιστής. Στα αρχεία του Γιάννη Βλαχογιάννη υπάρχει το δικό του «Κατάστιχο όσους εθεράπευσα πληγωθέντας εις τον Ιερό αγώνα επικυρωμένο παρά της Πελοποννησιακής Γερουσίας τη 4 Νοεμβρίου 1822 εν Τριπόλει εις την εποχήν του Δράμαλη, του οποίου το πρωτότυπον ευρίσκεται εις τα Αρχεία της Πελοποννησιακής Γερουσίας». (26) Ανάλογο κατάστιχο «δι’ όσους εθεράπευσα από την αρχή της Επαναστάσεως αμισθί με ίδια μου έξοδα» μας έχει αφήσει ο Ηλίας Γιατράκος.(27) Στο τελευταίο αυτό 137 τραυματίες αναφέρονται ονομαστικά με το είδος του τραύματος, την εγχείρηση που τους έγινε και τον χρόνο αποθεραπείας. Και στα δύο αυτά, εξαιρετικού ενδιαφέροντος ντοκουμέντα, φαίνεται σαφώς ότι οι αδελφοί Γιατράκου γνώριζαν να εξετάζουν το τραύμα, να το καθαρίζουν και να αφαιρούν το βλήμα, τις οστικές παρασχίδες ή μεγαλύτερα θραύσματα οστών που είχαν μείνει στους ιστούς. Στην αφαίρεση αυτή απέδιδαν ιδιαίτερη σημασία για την ευνοϊκή πορεία του τραύματος. Συχνά διαβάζουμε στο κατάστιχο φράσεις όπως «του έβγαλα μέρος κόκκαλο και τον εκύτταξα (δηλ, παρακολούθησα) ημέρες 30) .

Ένας εξέχων εμπειρικός ιατρός ήταν ο Χρήστος Νικολαΐδης από τον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Ήταν γιος πλούσιου γαιοκτήμονα και είχε διδαχθεί την εμπειρική ιατρική, όπως λέει ο ίδιος, από τον Ιερόθεο Ιωαννίδη. Μαζί με τους δύο αδελφούς του και 154 τάλιρα για οικονομική βοήθεια του Αγώνα κατέβηκαν στον Μοριά να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Τα δύο αδέλφια του έπεσαν μαχόμενα για την πατρίδα. Εκείνος, όπως αναφέρει, προσέφερε κατά το διάστημα του Αγώνος και μετέπειτα σημαντικές υπηρεσίες «αμισθί οτέ μεν εις τον οποίον απετέλουν μέρος, οτέ δε εις τα Στρατιωτικά Νοσοκομεία, εις το Ναυτικόν και εις τους πολίτας εν γένει, ως αποδεικνύεται εκ των συναπτομένων εγγράφων».(28) Ο Γάλλος φιλέλληνας ιατρός Dr Blondeau που είχε αποσταλεί από το φιλελληνικό κομιτάτο και είχε διορισθεί αρχίατρος του Στρατού της Ανατολικής Ελλάδος βεβαιοί ότι εξ 86 ασθενών και τραυματιών είχαν θεραπευθεί από αυτόν άπαντες, ο δε Κριεζιώτης στην χιλιαρχία του οποίου ήταν χειρουργός ο Νικολαΐδης πιστοποιεί επίσης ότι « ιάτρευσε 59 εκ των τραυματιών της χιλιαρχίας του με ίδια ιατρικά χωρίς να λάβει από κανέναν τίποτα». (29)

Μετά την απελευθέρωση ο Νικολαΐδης διετέλεσε διευθυντής του Στρ. Νοσοκομείου Σαλαμίνος παρά το γεγονός ότι είχε ελάχιστες γραμματικές γνώσεις. Το 1828 υπέβαλε έναν γενικό κατάλογο ως ιατροχειρουργός της Ε΄ χιλιαρχίας «περί των εξ αυτού θεραπευομένων ασθενών και πληγωμένων στρατιωτών»,(30) στον οποίον αναγράφονται τα ονόματα 140 στρατιωτών με τις παθήσεις και τα τραύματά τους.

Οι εμπειρικοί ήσαν εκείνοι που ίδρυσαν και λειτούργησαν τα νοσηλευτήρια, που ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της Επαναστάσεως αναπλήρωσαν τα ελλείποντα νοσοκομεία. Τα νοσηλευτήρια ή θεραπευτήρια διατηρήθηκαν σε λειτουργία με εράνους και με τη συγκινητική προσφορά των ιατρών, κυρίως των εμπειρικών, που δαπάνησαν δικά τους χρήματα και χορηγούσαν δικά τους φάρμακα και υγειονομικό υλικό, κατά κανόνα δωρεάν.

Το θεραπευτήριο της Βυτίνας στη Γορτυνία οργανώθηκε από τον Νικόλαο Θεοφιλόπουλο, διάσημο εμπειρικό ιατροχειρουργό, στο σπίτι του και λειτούργησε με δικά του έξοδα. Από μία αναφορά προς το υπουργείο Πολέμου (31 ) μαθαίνουμε ότι στο θεραπευτήριό του ο Θεοφιλόπουλος περιέθαλψε ή εξέτασε κατά τη διάρκεια του πολέμου 171 τραυματίες και 149 ασθενείς, οι περισσότεροι από τους οποίους αναφέρονται ονομαστικώς. (32)  Στην αρχή του Αγώνα ο Θεοφιλόπουλος εργάσθηκε ταυτοχρόνως και στο στρατόπεδο των Τρικόρφων.

Οι αρχηγοί του αγώνα Θ. Κολοκοτρώνης, Καν. Δεληγιάννης και Δημ. Πλαπούτας βεβαιώνουν ότι: «Ο Νικόλαος Θεοφιλόπουλος, ανήρ τίμιος και πατριώτης, την τέχνην ιατροχειρουργός αφ’ ης στιγμής ηνεώχθη ο υπέρ πατρίδος ιερός αγών συνετέλεσεν ολοπροθύμως θεραπεύων πληγοθέντας, τους εν ταις διαφόροις μάχαις ιδίοις αυτού αναλώμασι και βοτάνοις κατά τας διαφόρους διαταγάς των οπλαρχηγών. Περιπλέον δε εμού του γενικού Αρχηγού Θ. Κολοκοτρώνη και ημών των υποφαινομένων, ώστε καθ’ όλον το διάστημα της του ιερού αγώνος μιας πενταετίας, δεν έλαβε πόθεν οβολόν διά τας απείρους του εκδουλεύσεις και έξοδα». Το θεραπευτήριον της Βυτίνας, το σπίτι δηλαδή του Θεοφιλόπουλου, πυρπολήθηκε από τον Ιμπραήμ. Την αναφορά-αίτησή του τελειώνει ο Θεοφιλόπουλος με την εξής συγκινητική φράση: «…και παρακαλώ θερμώς να εξεύρη το Σον Εκτελεστικόν δι’ εμέ πόρον αποζημιώσεως εις απάντησιν της ανάγκης μου, και διά τους κόπους μου σιωπώ και αφήνω εις την επίκρισιν της Σ. Διοικήσεως διά να αποφασίση ό,τι απαιτεί το δίκαιον. Και με όλον το καθήκον και σέβας μένω…» (2 Μαρτίου 1826).

Ο Χασάν Αγάς Κούρταλης, Τούρκος Ταλαντινός, ήταν προ της Επαναστάσεως διάσημος εμπειρικός ιατροχειρουργός στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Είχε τη δυστυχία να ιδεί να σφάζονται από τους επαναστατημένους Έλληνες η γυναίκα και τα τέκνα του. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος τον έφερε στην Αθήνα το 1822 όπου κατά την τελευταία μεγάλη πολιορκία πρόσφερε πολλές ιατρικές υπηρεσίες στους τραυματίες. Ο Μακρυγιάννης που είχε θεραπευθεί από τον Κούρταλη (33) και ο Νικηταράς τού είχαν μεγάλη εμπιστοσύνη.

Πολλοί, πάρα πολλοί ήσαν οι εμπειρικοί γιατροί με ανάλογη δράση. Θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε μερικούς ακόμα:

Μία μεγάλη ομάδα εμπειρικών γιατρών ήσαν οι Χορμοβίτες ή Χορμόβες που κατάγονταν από το Χόρμοβο της Ηπείρου και ακολούθησαν τα σουλιώτικα και ρουμελιώτικα σώματα της Ανατολικής και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας όπως του Οδυσσέα Ανδρούτσου, Πανουριά, Καραϊσκάκη, Δήμου Σκαλτσά, Κίτσου Τζαβέλα, Δυοβουνιιώτη κ.α. Στα ΓΑΚ (34) υπάρχουν πολλά έγγραφα που αναφέρονται σε αυτούς. Οι πιο γνωστοί Χορμοβίτες εμπειρικοί ήσαν οι Κυριάκου Κώστας ή Χορμόβας, Πέτρος-Παναγιώτης Μέξης, χειρουργός Χορμόβας, Χορμόβας Πέτρος ήη Τζάκος, Χορμόβας Μάρκος και Χορμόβας Χρήστος. Μετά την απελευθέρωση μερικοί από αυτούς διορίσθηκαν στον Τακτικό Στρατό.

Οικογένειες εμπειρικών ιατρών ήσαν ακόμη οι αδελφοί Δημήτριος και Ευθύμιος Φωτόπουλος (35) από την Τρίπολη και ο πατέρας και γιος Ιωάννης και Βασίλειος Σταυρόπουλος. (36)

Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου μαζί με τους επιστήμονες ιατρούς όπως ο Πέτρος Στεφανίντζης,(37) εμπειρικοί γιατροί της φρουράς ήσαν ο Γ. Κονταξής ή Κονταχτσόπουλος που είχε βοηθό τον Γ. Ιωνά, ο Νικόλαος Κονοφάος (38) και ο Βασ. Βονιτζάνος. (39) Και οι τρεις έπεσαν ηρωικώς κατά την Έξοδο. Ένας ακόμη εμπειρικός που έπεσε ηρωικώς στις μάχες κατά των Τούρκων ήταν ο Κωνσταντίνος Δεττόρος της οικογενείας εμπειρικών γιατρών Δεττόρων, που τραυματίστηκε κατά την πολιορκία της Τριπόλεως, στην οποία έλαβε μέρος με δικό του απόσπασμα, και υπέκυψε στα τραύματά του τις επόμενες ημέρες.(40)

Θα αναφέρουμε ακόμα τον Αριστείδη Παπαγιαννόπουλο που περιέθαλψε τραυματίες στα Δερβενάκια, στην Πάτρα και αλλού και διορίστηκε το 1829 ιατροχειρουργός του Ιππικού Σώματος και ο οποίος είχε πληγωθεί στις μάχες κατά των Τούρκων (41) και τον Κων. Πετιμεζά της γνωστής οικογένειας των αγωνιστών που είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Παν. Γιατράκο.(42)

Μετά την απελευθέρωση οι εμπειρικοί γιατροί συνέχιζαν να ασκούν την Ιατρική επισήμως και να κατέχουν θέση στο Δημόσιο και στον Στρατό. Οι Νικόλαος Χορτάκης και Ιωάννης Ολύμπιος, επιστήμονες ιατροί, σε αναφορά τους, με ημερομηνία 3 Μαΐου 1830 προς τον κυβερνήτη, γράφουν ότι εκτός των ιατρών του Στρ. Νοσοκομείου της Ανατολικής Ελλάδος, όλος ο σωρός των αυτοδιδάκτων ιατρών των Χιλιαρχιών έφερε μόνο το όνομα του ιατρού.(43) Η διαφαινόμενη στην αναφορά αυτή εχθρότητα των επιστημόνων ιατρών κατά των εμπειρικών είχε αρχίσει νωρίτερα, το 1828, όταν μετά την άφιξη του Καποδίστρια ο Ανάργ. Πετράκης, επιστήμονας ιατρός, υπέβαλε στον κυβερνήτη αναφορά σχετικά με την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος.

Αφού περιέγραφε τον τρόπο ασκήσεως της Ιατρικής από τους εμπειρικούς, τις καταχρήσεις που εγίνοντο από τους φαρμακοποιούς και τους κινδύνους που περιέκλειε ο τρόπος αυτός ασκήσεως της Ιατρικής, επρότεινε τη σύσταση ενός Συλλόγου Ιατρών με καθήκοντα να εξετάζει τα ακαδημαϊκά διπλώματα των ιατρών και εφ’ όσον ήσαν εντάξει να δίδεται επισήμως η άδεια ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος.(44) Ο Αν. Πετράκης ήταν τότε μέλος της Επιτροπής Υγείας της Αίγινας. Με την αναφορά του αυτή και με άλλες ενέργειές του αργότερα (45) έθετε επί τάπητος τις προϋποθέσεις για την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος που άγει πλέον ευθέως στην κατάργηση του θεσμού των εμπειρικών ιατρών.

Όμως η άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος από τους εμπειρικούς γιατρούς συνεχίζετο και επί Όθωνος. Έτσι, με Βασιλικό Διάταγμα που εξέδωσε ο Όθων στις 18.9.1835 ορίζει: «Κατά πρότασιν της επί της Δικαιοσύνης Γραμματείας… όσοι ειρηνοδίκαι έχουσι γνώσεις ιατρικής δύνανται να μετέρχονται το επάγγελμα του Ιατρού… δεν πρέπει όμως εξ αιτίας τούτου να βραδύνωσι ή να παραμελώσι τα δικαστικά των καθήκοντα τα οποία οφείλωσι να θεωρώσι πάντοτε ως κύρια έργα των». (46)

Η θέσπιση των κανόνων ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος έγινε το 1834 με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του υπ’ αριθ. 24/ 12 Ιουλίου Διατάγματος «περί συστάσεως του Ιατροσυνεδρίου», στο άρθρο 5 του οποίου καθωρίζετο τι πρέπει να κάνει για να αναγνωρισθεί επισήμως ως ιατρός όποιος θέλει να ασκήσει την Ιατρική στην Ελλάδα.

Και όμως, το επόμενο έτος, με διάταγμα της 18/30 Μαΐου 1835, συστήθηκε (μέχρι να ιδρυθεί Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο) το θεωρητικό Σχολείον περί Χειρουργίας, Φαρμακοποιίας και Μαιευτικής, εις το οποίον μπορούσαν να διδαχθούν αμισθί «τόσον οι ήδη εμπειρικώς μετερχόμενοι αυτάς τας επιστήμας όσον και οι μέλλοντες εις το εξής να επαγγέλωνται αυτάς». Εδώ καταφαίνεται η προσπάθεια του νεοσύστατου κράτους να επιμορφώσει τους εμπειρικούς γιατρούς ώστε να είναι ικανοί να ασκήσουν κάποια αποδεκτή μορφή Ιατρικής μέχρις ότου εξέλθει από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου ικανός αριθμός επιστημόνων ιατρών τους οποίους είχε ανάγκη η χώρα.

Συμπερασματικά μπορούμε να ειπούμε ότι οι εμπειρικοί ιατροί, άνδρες σοβαροί, ανιδιοτελείς και πατριώτες, ασκούντες τη λαϊκή ιατρική, μπόρεσαν να αναπληρώσουν μέχρις ενός σημείου τη μεγάλη έλλειψη επιστημόνων ιατρών και να προσφέρουν ικανοποιητική ιατρική βοήθεια στους τραυματίες του 1821.

 

 

Παραπομπές.

1. Γερουλάνος Μ., Η συμβολή των Ιατρών εις την παλιγγενεσίαν του Έθνους. Πανηγυρικοί λόγοι Ακαδημαϊκών για την 25η Μαρτίου 1821 και την 28ην Οκτωβρίου 1940. Επιμέλεια Π. Χάρη, Αθήνα 1977, σελ. 213.

2. Πουρναρόπουλος Γ., Η Ιατρική του αγώνος. Η συμβολή των Υγειονομικών εις τον αγώνα της Ανεξαρτησίας, Αθήναι 1973, σελ. 11-12.

3. Jacovaci Riso Neroulo, Cours de la Litterature Grecque Moderne. Geneva 1827 p. 104.

4. Γερουλάνος Μ., Η συμβολή των Ιατρών εις την παλιγγενεσίαν του Έθνους, ο.π., σελ. 202.

5. ΄Όπως μας πληροφορεί ο Γερουλάνος Μ. (ο.π, σελ. 208), έζησαν και άσκησαν την Ιατρική στην πατρίδα τους κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους 11 γιατροί στη Μακεδονία, 6 στη Θεσσαλία, 7 στην Ακαρνανία, πολλοί στην Ήπειρο από τους οποίους 10 στα Γιάννενα, 3 στην Πελοπόννησο, 5 στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, 3 στην Κρήτη, 3 στη Χίο, 3 στις Κυδωνίες, ένας στην Αδριανούπολη και ένας στη Φιλιππούπολη.

6. Πουρναρόπουλος Γ., Η Ιατρική του αγώνος…, ο.π, σελ. 24-92

7. Γκανιάτσας Κ., Βότανα – Γιατροσόφια – Κομπογιαννίται. Ηπειρωτική Εστία 1972, σελ. 459-463.

8. Pouqueville F.-H.-L., Voyage de la grece. Paris 1820, Vol. E, σελ.120.

9. Παπαχριστοδούλου Π., η Γιατρική στη Θράκη κατά τον ΙΘ΄αιώνα. Διάλεξη, 1951.

10. Παϊδούσης Μικές, Η Ιατρική στη Χίο κατά τους τελευταίους αιώνες. Εκδοση Ιατρικής Εταιρείας Χίου. Χίος 2001, σελ. 3-4.

11. Σχίζας Ν., Παπαϊωάννου Α., Σχίζας Δ., Το ιατροσόφιον του Ιατρού σενιόρ Ανδρέα του Ευρωσιανού, Δέλτος 2002, 24: 22-26.

12. Γριτσόπουλος Α., Μονή Ασωμάτων Πετράκη. Αθήνα 1967.

13. Αθανασόπουλος Α., «Πελοποννήσιοι Ιατροί κατά τον Ιερόν Αγώνα του 1821. Επιστημονική ή εμπειρική μόρφωσις Ιατρών πρό του 1821». Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 1965, σελ. 34-35.

14. Πουρναρόπουλος Γ., Η Ιατρική του αγώνος. Ο.π., σελ. 37.

15. Παϊδούσης Μικές, Η Ιατρική εις την Χίον κατά τους τελευταίους αιώνες, ο.π., σελ. 4.

16. Χάου Σάμουελ, Ημερολόγιο από τον αγώνα 1825-1829. Εισαγωγή, με παρουσίαση ανεκδότων αποσπασμάτων Οδυσσέα Δημητρακοπούλου. Αθήνα 1971, σελ. 37.

17. Πουρναρόπουλος Γ., Η Ιατρική του αγώνος, ο.π., σελ. 93-138.

18. Ομήρου Ιλιάς, Β 729-734.

19. Τιτλόν ή ξαντόν νημάτια ή κουρελάκια λινού υφάσματος που ετοποθετούντο πάνω στα τραύματα αντί γάζας.

20. Φιλήμων Ι., Δοκίμιον Ιστορικόν περί Ελληνικής Επαναστάσεως Γ΄, λθ΄-μ΄.

21. Γκιάλας Αθ., Έλληνες ιερωμένοι επιστήμονες Ιατροί από της αλώσεως μέχρι και της εθνεγερσίας, εκδρ. Ακτίνες 1976. σελ. 11-14.

22. Κούζης Αριστοτέλης, Περί της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Στρατού κατά τον υπέρ της Ανεξαρτησίας Αγώνα. Πανηγυρικοί Λόγοι Ακαδημαϊκών, ο.π., σελ. 4.

23. Σάμουελ Χάου, Ημερολόγιο του Αγώνα…, ο.π., σελ. 37.

24. Ι.Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, σελ. 86.

25. ΓΑΚ, Κ 5-7.

26. ΓΑΚ, Αρχείον Γιάννη Βλαχογιάννη, Κυτίον Δ 83.

27. Πουρναρόπουλος Γ., Η Ιατρική του αγώνος…., ο.π., σελ. 104-114.

28. ΓΑΚ, Όθων Αρχ. Γραμματείας Στρατιωτικών Φ. 8α.

29. Κούζης Αριστ., Περί της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Στρατού κατά τον υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος, ο.π., σελ. 274.

30. ΓΑΚ Καποδιστριακό, Γεν. Γραμματεία Φ. 229

31. ΓΑΚ, Υπουργείον Πολέμου Φ. 179.

32. Στην αναφορά του αυτή δυστυχώς δεν μας δίνει πληροφορίες για το είδος των τραυμάτων και τη θεραπεία τους.

33. Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, Επιμέλεια Ι. Βλαχογιάννη, Αθήνα 1907.

34. Διαμάντης Κ., Τα περιεχόμενα των ΓΑΚ, τ. 15β, σελ. 1099-1104.

35. ΓΑΚ, Κ 47, Φ. 74.

36. ΓΑΚ, Υπουργείο Πολέμου, Φ. 21.

37. Κώνστας Κ., Γιατροί, Νοσοκομεία - Αρρώστιες στο επαναστατημένο Μεσολόγγι, Νέα Εστία ΞΕ΄1959, σελ. 528-531.

38. ΓΑΚ, Καποδιστριακόν Αρχείον. Γενική Γραμματεία Φ. 294, αρ. εγγρ. 113.

39. ΓΑΚ, Διοικητική Επιτροπή, Φ. 19.

40. Αθανασόπουλος Α., Πελοποννήσιοι Ιατροί κατά τον ιερόν Αγώνα του 1821, ο.π., σελ. 38.

41. ΕΒΕ, Αρχείον Αγωνιστών. Κυτίον 163.

42. ΕΒΕ, Αρχείον Αγωνιστών. Κυτίον 174.

43. Καποδιστριακόν Αρχείον, Γεν. Γραμματεία, Φ. 238Α, αρ. εγγρ. 195.

44. ΓΑΚ, Καποδιστριακόν Αρχείον, Γεν. Γραμματεία Φ. 2, Αρ. εγγρ. 55.

45. ΓΑΚ, Καποδιστριακόν Αρχείον, Γεν. Γραμματεία Φ. 61, αρ. εγγρ. 55.

46. Πουρναρόπουλος Γ., Η ιατρική του αγώνος…, ο.π., σελ. 231.


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.