Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ

 

1. Σεβασµός στο θεσµό της

Ο θεσµός της οικογένειας στεκόταν και στέκεται σε υψηλό επίπεδο. 'Ηταν, βέ- Nikolakopoulos52
βαια
, πατριαρχικής μορφής όπως εξακολουθεί και σήμερα. Ο αρχηγός της οικο-
γένειας (PaterFamilias), φτωχός ή πλούσιος είχε ξεχωριστή θέση µέσα στη κοι-
νωνία.

Ο πατέρας-αρχηγός είχε το βάρος της διαχείρισης, της οικογενειακής περι-
ουσίας, των εξωτερικών εργασιών (οικοδοµικών, γεωργικών, κ.λ.π.) και της συ-
ντήρησης γενικά της οικογένειας στην οποία περιλαµβάνονταν και οι γέροντες γο-
νείς του, µε τους οποίους συγκατοικούσε. Ήταν συντονιστής και εκτελεστής των
βασικών αποφάσεων που αφορούσαν την οικογένεια
.

Η γυναίκα, σύζυγος και μητέρα, είχε το βάρος της ανατροφής και περιποίησης
των παιδιών και των πεθερικών, της εσωτερικής λειτουργίας του νοικοκυριού (ζύµω-
µα
, µαγείρεµα, πλύσιµο, καθαριότητα σπιτιού), αλλά και παρούσα βοηθός και συ-
µπαραστάτης του συζύγου
στις αγροτικές ασχολίες. Πολλαπλή και δύσκολη η ενα-
σχόληση και δραστηριότητά της. Αλλά, παρά ταύτα, έπαιρνε τη δεύτερη θέση στην
οικογένεια, για
.να µην ειπούµε την τέταρτη οσάκιςσυγκατοικούσαν και τα πεθερικά
της, ενώ θα έπρεπε το ολιγότ
ερο να ήταν ισάξια και ισότιμη µε τον άνδρα-σύζυγο.

Τα παιδιά ήσαν αφοσιωμένα στα σχολικά τους καθήκοντα, αλλά παράλληλα ανα-
λάµβαναν και αποτελείωναν και µικροεργασίες που τους ανέθεταν οι γονείς τους.
Όσα από αυτά δεν συνέχιζαν σπουδές στο Γυµνάσιο-Λύκειο, ακολουθούσαν τους γο-
νείς στις γεωργικές ή άλλες απασχολήσεις τους, Τα κορίτσια διαδέχονταν τη μητέρα
στο νοι
κοκυριό, ετοίµαζαν την προίκα τοις (υφαντά αργαλειού, κεντήµατα, πλεκτά
κ.λ.π.) και έπαιρναν μέρος στις γεωργικές και άλλες εργασίες της οικογένειας.

Σε σύγκριση µε τα αγόρια λίγα ήσαν τα κορίτσια που πήγαιναν στο Γυµνάσιο
και αυτό γιατί, µέχρι το 1960, οι γονείς είχαν την γνώµη ότι η γυναίκα δεν χρειάζεται
και πολλά γράμματα
, µια και προορίζεται για µητέρα και νοικοκυρά. Δεν είχε στείλει
ως εκεί την αύρα του το φεµινιστικό κίνηµα! Πόση, αλήθεια,
επιπόλαιη και λανθα-
σµένη αντίληψη για το ρόλο της γυναίκας και τη θέση της στην κο
ινωνία. Μια αντί-
ληψη διαδεδοµένη σ' όλη σχεδόν την Ελληνική ύπαιθρο, µέχρι πριν λίγες δεκαετίες.

Ευτυχώς που σήµερα σ' όλη την Ελλάδα (πόλεις και χωριά) η γυναίκα, κατά
κάποιον τρόπο χειραφετηµένη και αυτόνοµη, προσπαθεί να πάρει τη θέση που
της ανήκει και που πριν 2000 χρόνια δικαιωµατικά την είχε κατατάξει ο Χριστια
-

νισµός διακηρύσσοντας µε το στόµα του Απόστολου Παύλου ότι «ουκ ένι άρσεν
ή θήλυ
... », Πρώτη διακήρυξη περί ισότητας.

***

Οι γέροντες γονείς παρέµεναν συγκατοικούντες συνήθως µε τα αγόρια και,
αν µπορούσαν, βοηθούσαν στις εργασίες του νοικοκυριού γενικά' αν δεν µπορού-
σαν
, ανελάµβαναν την επίβλεψη των µικρών εγγονών στη διάρκεια απουσίας των
γονιών τους
. Πάντως ήσαν πρόσωπα σεβαστά και απολάµβαναν των φροντίδων
και του σεβασµού των κατιόντων γενικότερα.

Τα µέλη της οικογένειας διέκρινε η αγάπη και ο αλληλοσεβασµός. Η καλλιέρ-
γεια
της αγάπης, της εντιµότητας, της δικαιοσύνης, της αξιοπρέπειας και της ηθικής
ήσαν από τις βασικές ιδέες και αρχές που φρόντιζαν να εµπεδώσουν οι µεγαλύ-
τεροι στους µικρότερους πάντα µε το καλό τους παράδειγµα. Είχαν συνειδητοποι-
ήσει το του Πλάτωνα απόφθεγµα
: «Όπου αναισχυντούσιν γέροντες εκεί και τους
νέους αναιδεστάτους είνα
ι». Το εξέπεµπε το DΝΑ τους!

Η ηθική, προπάντων, και ιδιαίτερα των κοριτσιών, αποτελούσε το Α και το Ω
για τον χαρακτηρισµό µιας οικονένειας
, ως καλής και αξιοπρεπούς. Ή το αντίθετο.
Το λαϊκό: «Κάλλιο να βγει το µάτι, παρά το όνοµα», έβρισκε την πλήρη απήχησή
του σ
' όλες τις οικογένειες του χωριού.

Τα ήθη και τα έθιµα (από τη γέννηση ως το θάνατο) διατηρούνταν όπως τα
παρέλαβαν από τοις παππούδες τους, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι δεν γινόταν και
κάποια διαφοροποίηση από εξεζητηµένες
ακρότητες και υπερβολές. Είναι αυτό
φυσικό εξάλλου, γιατί η εξέλιξη
της κοινωνίας και η επικοινωνία των ατόµων, λαών
και κρατών, αργά ή γρήγορα, ασκεί την αλληλεπίδρασή
της και πολλά πράγµατα
(στοιχεία ζωής)
διαφοροποιούνται- άλλα αποβάλλονται και άλλα προστίθενται ως
αφοµοιούµενα στοιχεία του λαϊκού πολιτισµού.

Πάντως το κύριο νόημα των ηθών και εθίμων παραμένει σε γενικές γραμμές, αναλοίωτο για το χωριό μας. Ιδιαίτερα στις γιορτές(Χριστούγεννα, Πάσχα, Απόκριες), τις τελετές (γάμους βαφτισια, κηδείες, μνημόσυνα) και στα πανηγύρια.

Η νέα γενιά, βέβαια, δεν μπορεί να παρακολουθήσει αυτή την εθιμοπαράδοση σε όλα, αλλά αν και κατ’ ιδίαν την απορρίπτει ως παρωχημένη και ανεδαφική, εξωτερικά παρουσιάζεται διακριτική και συγκρατημένη. Ίσως από ευγένεια είτε από κάποια αδιόρατη σχέση σύνδεσης και σεβασμού της παλιάς με τη νέα γενιά.

Έχει ακούσει πολλά για τη σκληρή ζωή των παλαιών κατοίκων του χωριού και σέβεται τις απόψεις τους, έστω και εάν δεν συμφωνεί απόλυτα με αυτές.

                   2. Άγραφες …. εθιμικές διατάξεις!

Στα παλαιότερα χρόνια προ του 1960, οι μικρές κοινωνίες των χωριών τηρούσαν κάποιες άγραφες εθιμικές διατάξεις, κάποιες τοπικές συνήθειες με ισχύ, οι οποίες ήσαν ενταγμένες μέσα στη λειτουργική ζωή των χωρικών. Δεν ήσαν γραπτοί Νόμοι που έπρεπε να εφαρμοσθούν απαρεγκλίτως, αλλά να, τυχόν μη τήρησή τους συνιστούσε παράπτωμα κοινωνικής συμπεριφοράς και, κατά κάποιο τρόπο, σε έθετε έξω από την κοινωνική ομάδα, προσδίδοντάς σου το χαρακτηρισμό του ασέβαστου και ακοινώνητου! Οι πρώτες και βασικές εθιμικές διατάξεις ήταν ο σεβασμός και η φροντίδα προς τους γονείς μέχρι τέλους της ζωής τους, καθώς και αποκατάσταση των άγαμων κοριτσιών – αδελφών. Και ακολουθούσαν και άλλες, όπως :

Δεν μπορούσες π.χ να είσαι στο χωριό και να μην εκκλησιάζεσαι. Δεν μπορούσες να μην παρευρεθείς σε κηδεία η μνημόσυνο κάποιου συγχωριανού, η εάν ήταν συγγενής σου να μην πας στις « παρηγοριές» (1) . Δεν μπορούσες αν χτιζόταν κάποιο σπίτι με «ξέλαση» εσύ να απουσιάζεις και να μην συμμετέχεις εθελοντικά στην προσφορά κάποιας προσωπικής εργασίας η έστω και ηθικά συμπαριστάμενος

Δεν μπορούσες να μην επισκεφθείς κάποιον που δοκιμαζόταν από κάποια βαριά η ελαφρότερη περιπέτεια υγείας, ενώ βρισκόσουν στο χωριό. Δεν μπορούσες ν’ αρνηθείς την παρουσία σε γάμο η βαφτίσια, αν λάβαινες τη σχετική πρόσκληση.

Έπρεπε κάποια πράγματα να τα θεωρείς ως δεδομένα, ως υποχρεωτικά εκτελεστέα, αφού ήσουν μέλος της ίδιας κοινωνικής ομάδας. Ακόμη και σε περιόδους νηστείας δεν μπορούσες να την καταστρατηγείς και μάλιστα επιδεικτικά, προκαλώντας τους συμπατριώτες σου. Θα δεχόσουν τον κοινωνικό ψόγο!

Οι κοινωνίες των χωριών τότε, παρότι είχαν στους κόλπους τους ένα μεγάλο ποσοστό αναλφάβητων, ήσαν δυναμικές και ακμαίες ως προς τον ψυχικό τους σύνδεσμο. Οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους ήσαν στενές και καθημερινές λόγω και της φύσεως των αγροτικών ασχολιών (αλληλοβοήθεια, σεμπριές, δανεικαριές κλπ) αλλά και λόγω των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης (έλλειψη συγκοινωνιών, ιατρικής βοήθειας κ.λ.π), λόγοι που ενίσχυαν την κοινωνική συνοχή και συνεργασία.

   Η άμεση αυτή επικοινωνία και συναντίληψη των ανθρώπων μέσα σε ένα στενό κοινωνικό περιβάλλον τους έκαναν να προσέχουν τη συμπεριφορά τους και ως εκ τούτου δεν ήταν εύκολο να παραβαίνουν αβασάνιστα και προκλητικά τις ισχύουσες άγραφες εθιμικές διαστάσεις! Τις εθιμικές διατάξεις που αφορούσαν σε διάφορες εκφάνσεις της ζωής όσο απλές και αφελείς κι αν φαντάζουν στις ημέρες μας.

   Βεβαίως ο καθένας ήταν ελεύθερος να κάνει ο,τι θέλει για τον εαυτό του και την οικογένειά του, αλλά στην πράξη ένιωθε κάποιους δισταγμούς, γιατί μια αδιόρατη δύναμη, η δύναμη των εθιμικών διατάξεων, τον εμπόδιζε να λοξοδρομεί και να γίνεται στόχος στα μάτια των συμπατριωτών.

Κάθε παραβατική πράξη, μικρή η μεγαλύτερη, προκαλούσε τα ανεπιθύμητα δυσμενή σχόλια της τοπικής κοινωνίας και έτσι αναγκάζονταν ν’ ακολουθούν κοινή γραμμή πλεύσεως, σύμφωνη με τα ειωθότα του τόπου.

Οι τυχόν παρεκκλίσεις του οποιοδήποτε, έξω από τα αποδεκτά νόμιμα, στοιχειοθετούσαν την παραπομπή του, άνευ κλητηρίου θεσπίσματος, στο αυτόφωρο δικαστήριο της τοπικής κοινωνίας. Η κοινωνία δίκαζε και καταδίκαζε ερήμην τον ένοχο για κάθε παρεκτροπή η περιφρόνηση των από « πάππου προς πάππον» υφισταμένων άγραφων διατάξεων!

Έτσι δεν μπορούσε κάποιος να μείνει αδιάφορος, όσο και αν ήθελε να δείξει τις δήθεν ριζοσπαστικές του κινήσεις και διαφωνίες. Δεν τον σήκωνε το κλίμα της εποχής και του τόπου. Εθεωρείτο πρόκληση και σκάνδαλο η επιδεικτική καταστρατήγηση ενός θεσμού. Ακόμη και αυτής της νηστείας, αν μάλιστα γινόταν σε σημαδιακές εβδομάδες και ημέρες ( π.χ Μεγάλη Εβδομάδα, Μεγάλη Παρασκευή, του Σταυρού, της Πρωτάγιασης, τα’ Αγιαννιού του Νηστευτή κ.λ.π). Υπήρχαν και άλλες συνήθειες (έθιμα) που συγκροτούσαν το λεγόμενο άγραφο «εθιμικό δίκαιο» και του οποίου στην πλειονότητά τους, οι επιμέρους διατάξεις ετηρούντο. Οι παλαιότεροι έλεγαν ότι αυτές οι συνήθειες είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ παλιάς και νέας γενιάς, συσφίγγουν τις σχέσεις μας και τονίζουν την τοπική μας αυτότητα. Μάλιστα μερικοί πνευματώδεις χωρικοί για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των νεότερων διηγούνταν διάφορες ιστορίες η απάγγελναν διάφορα τετράστιχα (αυτοσχέδια η εκ μεταφοράς) και μέσω αυτών, περνούσαν τα μηνύματά τους.

Ένα τέτοιο ρομαντικό και αγαπησιάρικο τετράστιχο απάγγελνε, θυμάμαι, στη 10ετία του ¨40 ο μακαρίτης ο γερο – Φίλιππας Σταματόπουλος (1882-1963). Ήταν το εξής:

Ευδαιμόνει, ευδαιμόνει

Πίνε τσάϊ και λεμόνι.

Βούτα κι ένα κουλουράκι

Κι ενθυμού κι εμέ λιγάκι.

Έτσι δημιουργούσε ευχάριστη ατμόσφαιρα, μεγάλωνε η παρέα και άφηνε να καταλάβουμε ότι ένα τσάϊ και ένα καφεδάκι, καλλιεργεί την κοινωνικότητα και σε κάνει να νιώθεις ευδαίμων (ευτυχής), χωρίς να λείπει και το συναισθηματικό «ενθυμού κι εμέ λιγάκι».

   Ο μακαρίτης ο γερο – Φίλιππας ήταν συνομήλικος και συμπολεμιστής του μακαρίτη του παππού μου στη «μαστοριά», αλλά και συνεπίτροπος στην εκκλησία για πάνω από 20 χρόνια. Είχε ιδιαίτερη συμπάθεια στο πατρικό μας και κάποιες Κυριακές, μετά τη λειτουργία περνούσε από εκεί και έπινε το καφεδάκι του (όχι τσάϊ, γιατί δεν υπήρχε λεμόνι!), και τα έλεγε με το συμπολεμιστή του στη ζωή.¨

Τότε ήταν που απευθυνόταν και σε μένα και μου έλεγε :

-  Ο καφές είναι για τους ηλικιωμένους , ενώ για τους νέους είναι το γάλα.

-Και μου απάγγελνε τα σχετικά τετράστιχα:

Ευδαιμόνει, ευδαιμόνει                 Να’ σαι πάντοτε ακμαίος

Πίνε γάλα που τονώνει,                 Δυνατός και ρωμαλέος.

Πίνετο ζεστό η κρύο                     Πέταγε σαν το πουλάκι

Πριν υπάγεις στο σχολείο             κι ενθυμού κι εμέ λιγάκι!

Θεός συχωρέστους και τους δύο.                                                                                                                        1)           Παρηγοριές: Όταν πέθαινε κάποιος και πριν «σαραντίσει», συνήθως τις πρώτες ημέρες, οι πλησιέστεροι συγγενείς ετοίμαζαν ένα φαγητό κυρίως βακαλάο η ψάρι, και πήγαιναν να παρηγορήσουν τους πενθούντες οικείους του, συντρώγοντας με αυτούς. Αυτό το γεύμα η δείπνο το έλεγαν παρηγοριές.

Σημ.: Το άρθρο είναι απόσπασμα από το βιβλίο: «Η ΑΕΤΟΡΡΑΧΗ ΑΡΚΑΔΙΑΣ», Τόμος Β΄, ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ, του φίλου του χωριού μας, Δάσκαλου, Ιωάννη Ηλ. Νικολακόπουλου.

 

(Θ.Γ.Τ)