Σαν πλησιάζουν οι μέρες της Εθνικής γιορτής της 25ης Μαρτίου και του Ευαγγελισμού, έρχονται στο μυαλό μου τα μαθητικά μου χρόνια, πώς έζησα σαν παιδί τον εορτασμό της ημέρας και αναπόφευκτα συγκρίνω και παραλληλίζω τον έντονο συναισθηματισμό που ζούσαμε εμείς τότε παιδιά του δημοτικού με το πώς βλέπουν και πώς αντιμετωπίζουν τα παιδιά και οι μαθητές σήμερα την εθνική γιορτή στα σχολεία.

Καταρχήν να περιγράψω την εικόνα και το κλίμα που υπήρχε στο σχολείο μας, στο χωριό, και πώς αδημονούσαμε, μαθητούδια τότε, να συμμετάσχουμε στη γιορτή, στις απαγγελίες ποιημάτων, στα σκετς και στην παρέλαση. Αρκετές ημέρες πριν από την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου, στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος είχαμε προετοιμασία για τον εορτασμό της παλιγγενεσίας. Διαβάζαμε και μαθαίναμε ποιήματα για την επανάσταση του 21 και οι μεγαλύτερες τάξεις, με την καθοδήγηση των δασκάλων, ετοίμαζαν σκετς που είχαν σαν θέματα γεγονότα του επαναστατικού αγώνα.

Μαθαίναμε τραγούδια που αναφέρονταν στους αγώνες των προγόνων μας, τον ηρωισμό των οπλαρχηγών αλλά και τα βάσανα της ελληνικής φυλής   που την οδήγησαν στον απελευθερωτικό αγώνα.

Ρίγη συγκίνησης ηλέκτριζαν τα παιδικά μας στήθη απαγγέλλοντας πάνω στη σκηνή ποιήματα, όπως:

-Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά στα χέρια κ.λπ.

Πόσα ποιήματα, ακόμα και τώρα που έχουν περάσει πενήντα και πλέον χρόνια, δεν έρχονται στη μνήμη μας! Τα ποιήματα του Σολωμού για την ελευθερία και το δράμα του Μεσολογγίου έχουν χαράξει τη μνήμη μας και παραμένουν αξέχαστα.

-Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.

-λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κη μάνα το ζηλεύει.

-Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει.

-στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.

-Έρμο τουφέκι σκοτεινό τι σ’ έχω εγώ στο χέρι.

-Όπου’ συ μού ’γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει.

   . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

-Με χίλιες βρύσες χύνεται με χίλιες γλώσσες κρένει.

-Όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.

Κάναμε δοκιμές για την παρέλαση και δεν ξεχνώ τη φωνή του μακαρίτη του δάσκαλου Λεωνίδα Παπαθωμόπουλου: «ψηλά το κεφάλι», «δυνατά τα πόδια στο χώμα». Κι όταν έλεγα το ποίημα :

-Μέσα μας βαθιά για σένα

-μια λαχτάρα πάντα ζει

-την πατρίδα συμβολίζει

-και τη λευτεριά μαζί. κ.λπ.

στις πρόβες για τη σημαία μας, μού ’λεγε: «πιο δυνατά! Δεν έφαγες τραχανά σήμερα;» Κι εγώ έβαζα τα δυνατά μου στο τέλος.

«Χαίρε, ω χαίρε λευτεριά! »

Σε όλες τις αίθουσες του σχολείου και στους διαδρόμους είχαμε αναρτήσει στους τοίχους φωτογραφίες των αγωνιστών του ‘21 και αποσπάσματα από ποιήματα που όλα μαζί δημιουργούσαν ψυχική ανάταση για τα εθνικά ιδανικά της ελευθερίας, της έννοιας της πατρίδος αλλά και της πίστης.

Στο κατηχητικό ο παπάς με απλά λόγια μας ανέλυε το νόημα του ευαγγελισμού «χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου....». Μαθαίναμε το τροπάριο «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος Μυστηρίου η φανέρωσης....» και συνδυάζαμε το «χαίρε, κεχαριτωμένη» με το «χαίρε, ω χαίρε λευτεριά» του Σολωμού.

Τα δύο «χαίρε» της ψυχής του έθνους και του ελληνισμού συνιστούν και καθορίζουν την πορεία του στην ιστορία. «Της σωτηρίας ημών το κεφάλαιο..», η συνεπτυγμένη έννοια που δηλώνει την πεμπτουσία της πίστης, ότι «ο λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν ..» και το «χαίρε, ω χαίρε λευτεριά ..», επίσης μια συνεπτυγμένη έννοια των ιδανικών της φυλής, δηλώνουν την ανατολή μιας νέας εποχής για το σκλαβωμένο γένος των Ελλήνων που αναγεννάται με την επανάσταση του 21. Ξεχασμένη στους αιώνες κάτω από μακρόχρονη σκλαβιά, η ελληνική φυλή συντηρούσε μέσα στα Μοναστήρια και στα απόκρημνα χωριά αναμμένο το καντήλι της Ελληνικής ψυχής. Οι Έλληνες στα χρόνια της τουρκικής τυραννίας αντλούσαν δύναμη από την πίστη τους στο Χριστό και την Παναγία και η αποφασιστικότητά τους για την αποτίναξη του ζυγού εκδηλώθηκε στην προκήρυξη της Πελοποννήσου το 1821.

«Ομοφώνως αποφασίσαμε όλοι ή να ελευθερωθούμε ή να αποθάνουμε»

Θυμάμαι στα πρώτα χρόνια του Γυμνασίου στα Λαγκάδια, μια 25η Μαρτίου να εκφωνεί τον πανηγυρικό λόγο για την εθνική εορτή, μέσα στην εκκλησία των Ταξιαρχών, ο φιλόλογος καθηγητής αείμνηστος Μπάλτας. Λόγος φλογερός και στομφώδης, μιλούσε στις καρδιές των παρισταμένων μαθητών και ενηλίκων. Πολλοί έκλαιγαν από συγκίνηση και ενθουσιασμό μαζί ακούγοντας τον αγορητή να μνημονεύει τις θυσίες των Δεληγιανναίων, τον ακαταμάχητο ηρωισμό του Νικηταρά, το δαιμόνιο στρατηγικό νου του Κολοκοτρώνη, το σχοινί του Πατριάρχη!

Έπαρση ψυχής και συναισθημάτων για τα ιδανικά της φυλής και της πατρίδος, τότε που ο κόσμος δεν μετρούσε την ευτυχία του με τα κυβικά του αυτοκινήτου του και με τα τετραγωνικά της μεζονέτας. Δεν υπήρχε η επίδειξη πλούτου και ο φρενήρης ανταγωνισμός υπερκατανάλωσης. Πίστευε ο λαός στην πρόοδο, ναι, αλλά με αγώνα και πάλη και είχε χώρο στην ψυχή του για να χωρέσει τον ενθουσιασμό από τα παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας των προγόνων μας που αγωνίστηκαν για την ελευθερία της πατρίδος.

Δυστυχώς σήμερα η ελληνική κοινωνία δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει με τα ίδια κριτήρια που είχαμε τότε τη σημασία της διπλής γιορτής της 25ης Μαρτίου, γιατί η ψυχή των ανθρώπων πλημμύρισε από τα στοιχεία της σύγχρονης ζωής, της ζωής του life style, της ικανοποίησης περιττών αναγκών, της υποβάθμισης των αξιών και της υλιστικής αντίληψης του σκοπού της ζωής. Δεν έχουν καταλάβει δυστυχώς οι σημερινοί πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες, που θα μπορούσαν να καθοδηγήσουν το λαό, την ευθύνη που έχουμε όλοι μαζί, κυρίως όμως αυτοί, για την τύχη της πατρίδας και την υπεράσπισή της από τους σύγχρονους κινδύνους.

Θα ήταν χρήσιμο σε όλους να θυμηθούμε τα λόγια του Μακρυγιάννη: «Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Το λοιπόν δουλέψαμε όλοι μαζί και να μην λέγει ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ» όταν αγωνίζεται μόνος του να φκιάσει ή να χαλάσει, να λέγει εγώ όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκιάσουν τότε λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ».

Οι πρόγονοί μας αγωνιστές μας παρέδωσαν ένα σύμβολο ελευθερίας γραμμένο με το αίμα τους. Εμείς καλούμαστε να το προστατεύσουμε. Ας ηχήσει και πάλι στους δύσκολους καιρούς που περνάει η πατρίδα ο παιάνας του Ευριβιάδη, όπως μας τον λέει ο Σοφοκλής «Ίτε παίδες Ελλήνων...» και αντί «ελευθερούτε » να προσθέσουμε το επίκαιρο για τη σημερινή συγκυρία «συγκρατήστε» την πατρίδα από την ολισθηρή πορεία. Να την ανατάξουμε για να μπορέσει να πορευθεί με καλύτερες προϋποθέσεις στο μέλλον για το καλό των επερχομένων γενεών.

Τουθεύς