«Εξομολογήσομαί σοι Κύριε,  εν όλη τη καρδία και εν όλη τη διανοία μου....».

Νοιώθουμε πολλές φορές, την εσωτερική ανάγκη, να ελαφρύνουμε, τον πόνο,  για τον αδόκητο, χαμό,  οικείων,  φίλων και αγαπημένων,αλλά και σημαντικών ανθρώπων,  για την επί της γης διαδρομή τους,  εκφωνούντες  επικηδείους ή επιταφίους λόγους,  είτε  επειδή είθισται, είτε  επειδή λειτουργούν, παρηγορητικά στην ψυχή και τον νου,  των μελών της οικογενείας των εκδημησάντων,  αλλά και όλων  ημών, των υπολειπομένων.

Στο τετελεσμένο γεγονός,  του θανάτου της Ελένης Κ. Μπόρα,  δια του λόγου μου τούτου, οφείλω  να αποδώσω τον πρέποντα έπαινο,  όχι υπερβάλλοντα,  ούτε υπολειμματικό,  του πρέποντος,  αλλά,  κατ αξίαν  προσήκοντα ,  στην εκλιπούσα,  για την εισφορά της στα κοινά του χωριού μας και όχι μόνον.

Ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεών μου,  για ανθρώπους και καταστάσεις,  από την ζωή των  Σερβαίων,  θα σταθώ στην δεκαετία του ’70,  στο χωριό,  τότε,  που δύο ξανθές και όμορφες κούκλες,  χέρι-χέρι,  πήγαιναν στο Δημοτικό Σχολείο,  με άριστες επιδόσεις , στα μαθήματα.  Την Ελένη Κ. Μπόρα και την  αδελφή της Χριστίνα,  που ήταν καύχημα,  για τον Κώστα Χρ. Μπόρα και την Γεωργία Στ. Βέργου,  γονείς  των κοριτσιών,  οι οποίοι (γονείς),

«έδωκαν ταις θυγατράσιν αυτοίς, παιδείαν, οίαν,  ουδείς πω, άχρι τότε, δεδωκώς».

Η Ελένη  ήταν μικρότερη,  από εμένα,  δεν είχαμε κοινή πορεία στις σπουδές ή σε άλλες κοινωνικές  δραστηριότητες,  και για την πρόοδο των κοριτσιών,  μάθαινα,  από τον πατέρα τους.  (φίλος μου και αυτός, ο οποίος ήταν πιο σύγχρονος και προχωρημένος,  της εποχής του,  εχέμυθος,  καλός πατριώτης και άριστος σιδεράς οικοδόμος).

Το καλοκαίρι που μας πέρασε (πριν 4 μήνες ),  στο χωριό, είχα την τύχη,  να συζητήσω πολλές  φορές,  με την Ελένη,  στην βόλτα προς του Σουληνάρι,  για την πορεία της  στη ζωή,  από το Δημοτικό μέχρι  σήμερα,  διαπιστώνοντας,  ότι, η  αείμνηστη,  ελαυνόμενη από αγνό πατριωτικό ,επαγγελματικό και πνευματικό  οίστρο,  εδαπάνησε  εαυτήν,  για την πρόοδο του Συλλόγου,  ως Γραμματέας,  ιδιαίτερα για την αρτιότητα της εφημερίδας και ιστοσελίδας.

Η Ελένη  ήταν αξιόλογος πνευματικός άνθρωπος,  κοσμοπολίτισσα,  από τους λίγους νέους του χωριού,  που πλαισίωσαν και δούλεψαν  για τον Σύλλογο.  Πάντοτε παρούσα (ερχόταν από την Αγγλία για  να τιμήσει τη θέση της,  την τιμή και το δικαίωμα, ως εκ της θέσεώς της),  ευγενική και παρά  το ότι είχαμε  οικειότητα,  μεταξύ μας,  πάντοτε μου έλεγε κ. Γκούτη,  ποτέ Θανάση ή κάτι άλλο.

Οι οικείοι της έχασαν το δικό τους αγαπημένο άνθρωπο, το χωριό μας  έχασε μια φλογερή πατριώτισσα,  ο  πνευματικός κόσμος μια άξια εκπρόσωπό του, οι μαθητές της την δασκάλα τους και εμείς,  όσοι την  τιμήσαμε και μας τίμησε, ένα χαρίεντα άνθρωπον,  διότι κατά τους αρχαίους προγόνους μας:

 «Ως χαρίεν  εστ’  άνθρωπος,  όταν άνθρωπος η».

Βαθύτατα στενοχωρημένος για την απώλεια,  της εν ενεργεία Γραμματέως του Συλλόγου μας,  τα  παραπάνω λόγια,  ας είναι απόδοση τιμής,  καθήκον, πρέπων έπαινος,  υπόκλιση και ασπασμός στην  μεταστάσα.

Εκφράζω τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια  στην μαμά,  στο σύζυγο,  στον γιό της,   στην αδελφή  της και σε κάθε συγγενή της εκλιπούσης,  ικετεύων την εξ ύψους παρηγορία,  σε όλους.

Καλό ταξίδι αγαπημένη μας.

Θανάσης Κ. Γκούτης.