Με τον αείμνηστο  Νίκο γνωριζόμαστε από παιδιά, είχαμε φιλικές  και οικογενειακές σχέσεις, αλλά και μια μακρινή συγγένεια, αφού η μάνα  της μάνας του πατέρα μου ήταν από το σόι των Μποραίων.   Όλοι τους, ήταν πολύ ευγενικοί μαζί μας και πρόθυμοι να μας προσφέρουν ότι μπορούσαν.

Ο Νίκος ήταν από τους πρώτους πατριώτες μας της δεύτερης γενιάς, που μαζί με άλλους έφυγαν από το χωριό μας για την Αθήνα στο τέλος της δεκαετίας του 1940, την εποχή  που δεν είχε τελειώσει ακόμη ο εμφύλιος πόλεμος.  Μια άσχημη εποχή,  με τα πολιτικά πάθη σε έξαρση. Οι πάνω από 17-18 ετών πατριώτες κρύβονταν ή έφευγαν από το χωριό για  να μην επιστρατευθούν  αναγκαστικά. Όσοι είχαν κάποιο στήριγμα στην Αθήνα έφυγαν για την πρωτεύουσα.  Θυμάμαι που έφυγαν την ίδια εποχή μαζί με το Νίκο οι αείμνηστοι Ηλίας Γ. Παπαγεωργίου, Τάσος Γ. Γεωργακόπουλος, Νίκος Γ. Δάρας και  άλλοι.

Ο Νίκος είχε στην Αθήνα τους αδελφούς του πατέρα του αείμνηστους Γιώργο και Ηλία.     Ο Γιώργος είχε στην οδό Φιλελλήνων στο Σύνταγμα, πολυτελές στιλβωτήριο υποδημάτων με πολλούς υπαλλήλους και πιλοκαθαριστήριο (καθαριστήριο που καθάριζαν τα καπέλα τους οι άντρες, που μέχρι το 1960, όλοι σχεδόν φορούσαν καπέλο, ανάλογο με τη κοινωνική θέση που είχε ο καθένας).  Το μαγαζί του ήταν τόπος συνάντησης των πατριωτών της Αθήνας.    Ο άλλος αδελφός,  ο Ηλίας, είχε κι αυτός  στιλβωτήριο στην οδό Φιλελλήνων κοντά στη Ρωσική Εκκλησία, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970, ίσως και αργότερα.

  Μετά το Νίκο έφυγε για την Αθήνα (γύρω στο 1950) και η υπόλοιπη οικογένεια.  Ο πατέρας του Νίκου (έφυγε κι’ αυτός  νωρίς από τη ζωή,   γύρω στα εβδομήντα του χρόνια),  ήταν  οικοδόμος,   όπως  οι περισσότεροι πατριώτες.   Εκτός από το Νίκο, η οικογένεια είχε και το Γιάννη  (αείμνηστο, που πέθανε πριν μερικά χρόνια) και τρία κορίτσια, τη Δήμητρα, που έχει παντρευτεί τον Χαρίλαο Αναστασόπουλο, τη Σοφία, που έχει παντρευτεί το Βλάση Κασώρη και την Κούλα, που έχει παντρευτεί το Χρήστο Κουρμούση. Όλα τα αδέρφια ήταν λάτρεις του χωριού μας, ευγενείς και καλόκαρδοι.

   Ο Νίκος όπως και ο αδερφός του ο Γιάννης ασχολήθηκαν με το εμπόριο.  Ο Νίκος  ασχολήθηκε κυρίως με τα κουμπιά, που τη δεκαετία του 1950 και 1960 ήταν πολλές φορές πιο ακριβά από το ύφασμα, που αγόραζαν οι κυρίες να ράψουν ένα ταγιέρ. Είχε εργαστήριο με τον αδερφό του,  που οι κυρίες πήγαιναν κομμάτι από το ύφασμα που έραβαν το φόρεμα, και διάλεγαν το σχέδιο του κουμπιού που ήθελαν και τους το έβαφαν στο ίδιο ακριβώς χρώμα. Αργότερα έκαναν και δεύτερο μαγαζί στην οδό Αγίου Μάρκου με ρούχα (κοντά στο πρώτο μαγαζί, που ήταν στην Ευαγγελιστρίας),  που το διατηρούσε ο Γιάννης μαζί με την κόρη του μέχρι σχεδόν  το 2008-2010,  αν θυμάμαι καλά. Τα μαγαζιά τους ήταν και τόπος συνάντησης των πατριωτών, όπως αναφέρει και ο πατριώτης Θανάσης Γκούτης.

  

  

brav min

Ο Νίκος βραβεύει το νεαρό Χρήστο Μπόρα-Νόιφελτ

για την εισαγωγή του στην Ιατρική Σχολή, σε εκδήλωση

του Συνδέσμου το 2018.

Το πατρικό σπίτι στο χωριό ήταν πάνω από του Τάσου Γεωργακόπουλου, που σήμερα έχουν μείνει μόνο μερικές γωνίες του. Όπως όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού μας, που ανήκουν σε πολλούς κληρονόμους, γκρεμίστηκε κι’ αυτό. Ο Νίκος με το Γιάννη αγαπούσαν πολύ το χωριό, γι’ αυτό ανακαίνισαν  στο πάνω χωριό το σπίτι που ήταν του αδερφού της μάνας τους,  του αείμνηστου Μοναχού Νικόδημου, που μόναζε στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη Τιμίου Προδρόμου. Τελευταία φορά που ο Νίκος επισκέφθηκε το χωριό νομίζω πως ήταν   το καλοκαίρι του 2021, και μάλιστα οδηγούσε ο ίδιος το αυτοκίνητό  του(90 και πλέον ετών!).

  

  Ο Νίκος ήταν από τα πιο τακτικά μέλη του Συνδέσμου μας, όπως και ο Γιάννης.  Κάποια περίοδο ήταν και στο ΔΣ. Την εποχή που ήμουν κι’ εγώ στο Δ.Σ. πολλές φορές μου έδιναν χρήματα για το Σύνδεσμο.

Ευγενής, γλυκομίλητος, χαμηλών τόνων ο Νίκος, ήταν από όλους αγαπητός. Το χωριό μας θα στερηθεί έναν εξαιρετικό πατριώτη

    Στην οικογένειά του θερμά συλλυπητήρια.

 Στο καλό φίλε και συγγενή Νίκο και καλό παράδεισο.

Ας είναι αιωνία η μνήμη  σου.          

                                                                                                                      Γιώργος Δ. Βέργος

.

(ΧΙΜ)