ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΣΗ: Από Σπηλιά σε Ριζοσπήλι

Από το βιβλίο του Θ. Κ. Τρουπή "Σκαλίζοντας τις Ρίζες μας. ΣΕΡΒΟΥ" ΑΘΗΝΑ 1988).

Η πιο μεγάλη σπηλιά στο Σερβαίικο όριο μέσα, είναι η "Τρανή-σπηλιά". Εκεί μπορεί να πάει κανείς από δύο εμπατές. Πας με τ' αυτοκίνητο ίσαμε του Αραδημήτρη. Κατεβαίνεις στη Γκούρα. Παίρνεις δεξιά την ακρορεματιά... Βρίσκεις του Μπαμπιώτη το ρέμα. το περνάς. πιάνεις το μονοπάτι, απάνου στις μπλάντρες και σε βγάνει, το μονοπάτι κείνο, στην πόρτα της Τρανησπηλιάς. Αν θες πας κι από τη ραχούλα: κατηφορίζεις ίσαμε το μύλο, παίρνεις το ανάπλαγο στ' Αραγκέρκη το πλάϊ και ίσια στην Τρανησπηλιά.

trani_spilia[1]

Η Τρανησπηλιά είναι και η μεγαλύτερη σπηλιά σε χώρο αλλά και πάνω της υψώνεται ο μεγαλύτερος κοφτός βράχος της περιοχής. Εξ ίσου ψηλός βράχος της περιοχής είναι και ο βράχος του Σκέμπη, που στηλώνει τη Ραχηπουρίνι. Για κείνο οι κάτοικοι της περιοχής Σέρβου, Ψάρι, Λυκούρεσι όταν θέλουν τόπο για... τ' αγύριστο ταξίδι, λένε:

"Αν πάθω τέτοιο κακό είμαι για την Τρανησπηλιά!"

"Αν την απαρατήκει ο γαμπρός θα πάει για του Σκέμπη!"

Για τους: μούργους, τους ξανέντροπους, τους αδίσταχτους, τους παλιανθρώπους, τους ανήθικους, λένε τούτο το τελευταίο.

Η Τρανησπηλιά έχει άνοιγμα στο στεγασμένο στόμιο της γύρω στα δέκα (10,5) μέτρα, μεγαλύτερο βάθος γύρω στα (9,15) μέτρα και ύψος, στο μεγαλύτερο άνοιγμα του στομίου (5) πέντε μέτρα. Επί Τουρκίας το στόμιο ήτανε όλο χτισμένο μπροστά με μπινά. Είχε πολεμίστρες και φεγγίτες ψηλά. Μια εμπατή είχε δώθε κατά το μύλο. Την είχανε οι Νταραίοι, λογαριάζω γύρω στα 1700. Όταν χωρίσανε τ' αδέρφια, ο Στρίγκλος με το Ντάρα — Νταραίοι και οι δυο — ο Στρίγκλος κράτησε την Τρανή σπηλιά κι ο Ντάρας πήρε τα Νταρέϊκα αμπέλια στην Κρίκιζα. Και το 'χε κρυφό καμάρι ο Στρίγκλος που γέλασε τον αδερφό του και του πήρε την Τρανησπηλιά.

Ολάκερη η περιοχή ήτανε ντυμένη από: δάση, πατουλιές, βάτα, πολυτρίχια και κισούς. Έπρεπε να ξέρεις πως εκεί είναι σπηλιά, για να τη βρεις. Μπροστά στη σπηλιά:Tranh_sphlia από του Μπαμπιώτη το ρέμα ίσαμε του Αραγκέρκη το καταράχι ήτανε γουλάτος ο τόπος και τον φυτεύανε περιβολαρικά, πλατοκούκκια, ρεβύθια, ξερικά φασόλια, κολοκύθια και ξυλάγγουρα. Τα Θυμήθηκε κι ο Φώτης ο Σούμπας, ο Ρεμπέτας, από του Λυκούρεσι τούτα...Μέσα στην Τρανησπηλιά ξενυχτάγανε και ξεχειμωνιάζανε σφαχτά και... φαμελιές!...Τελευταίοι που είχανε για γρέκι τους την Τρανησττηλιά είναι: Θανασιός, Νυσιοβέργος, Πανοδήμος, Μαρίνης Μητροσπήλιου, Ντέρης, Γιωργιός κ.ά. Σήμερα Μαρίνης Σκούρος. Το φουσκί το παίρνανε με τα μουλαροφόρτια από την εμπατή της σπηλιάς τα πρώτα χρόνια. Από τότε που κόψανε τα κλαριά και γδύθηκε ο τόπος και φανήκανε οι μπλάντρες, το βγάνουνε στο νώμο στ' Αραγκέρκι το καταράχι και κει το φορτώνουνε στα γαϊδουρομούλαρα. Απουκάτου από την αυλή της Τρανησπηλιάς το λένε Μισοζώνι. Στο Μισοζώνι είχανε κήπους. Τους ποτίζανε με της Γκούρας το νερό και τρώ­γανε των Αγιαποστόλωνε ντομάτες! Τόσο ζεστός κι απαγκερός τόπος είναι εκεί. Εκεί βράχιαζε κι ο Παπίτσας τα κλεμμένα και δεν μπόρηγαν να φύγουν από πουθενά!...

Ο βράχος της Τρανής σπηλιάς

Ανατολικά της Τρανησπηλιάς είναι κάτι ριζοσπήλια. Τα φράζανε μπροστά με λεσιά κείνοι που είχανε γρέκι την Τρανησπηλιά και τα κάνανε τσάρκο για τ' αρνοκάτσικα. Απάνου καρσί από τα ριζοσπήλια και στη μέση του βράχου είναι μια άλλη μικρή σπηλιά, που στην κουφάλα της είναι φωλιασμένο μελίσ­σι. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια τούτο που θα ειπώ: Λέγανε, πριν από τον πόλεμο του σαράντα, πως: ο Κωσταντής της Μητρογιαννούς, ο Μήτσιος του Νικολή του Μπόρα, ο Σγούλιας, και δεν ξέρω ποιος άλλος, κρεμαστήκανε με τριχές και τρυγήσανε το μελίσσι και βγάλανει σου λέει, λεβέτια πράμα!... Στις σγράπες και στα σπιθάρια, και στα κουφώματα του βράχου έφτιαναν φωλιές τ’ αγριοπούλια: Αγριοπερίστερα, σταροκοράκια, αητοί, μπούφοι, γεράκια, κουκουβάγιες, πετροκοτσίφια, κίσσες... Και πόσα άλ­λα ζούζουλα του λόγγου δεν έβρισκαν καταφύγια κι άσυλο στα μέσα κεί­νου του βράχου!

Καρσί, την περαμεριά, στο Λυκουρεσέΐκο είναι η "Γουρνοσπηλιά". Εί­ναι μικρότερη από την Τρανησπηλιά και κλείνανε εκεί οι Μαγκαίοι και οι Γουρναίοι τα γουρούνια τους. Στ' Αραδημήτρη απουκάτου είναι ένα μικρό ριζοσπήλι ίσα για ν' απαγκιάζει κάνας τσοπάνης σε καμιά κοσμοχαλασιά. Σαν αφήσουμε την Τρανή σπηλιά και γυρίσουμε κατά το μύλο φτάνουμε στου Αραγκέρκη το καταράχι. 'Ισια κάτου στη ρίζα του βράχου κι απουπάνου από το ξεμπουκάρισμα της Γκούρας από τα μισοζώνια εί­ναι ένα χωραφάκι. Το λένε "Στου Κουλή". Απουκάτου από το χωράφι ή­τανε η δέση του Παλιόμυλου της Απάνου Εκκλησιάς. Στον κάτου - κάτου βράχο, π’ αγγίζει το ήμερο χωραφάκι, αποπίσω είναι σαν πηγάδι μέσα στη γη μια σπηλιά. «Η Τρούπα στου Κούλη» είναι τ’ όνομα της. Εκεί ρίχνανε οι κλέφτες τα κλεμμένα σφαχτά.

Ανηφορίζοντας προς το μύλο είναι οι "Σπηλιαδράκες". Είναι τρεις σπηλιές. Η κάτου - κάτου ήτανε, χαμηλή. Έπρεπε να μπεις σγουφτά. Άναβαν φωτιά τα τσοπανόπουλα τις κακές χειμωνιάτικες ημέρες κάπο­τε εδώ. Η άλλη είναι ακόμα άθιχτη. Είναι δύσκολη η μπασιά της. Ωστόσο και η εμπατή της χωρίζει και οι πολεμότρυπές της είναι στη θέση τους καθώς και οι φεγγίτες ψηλά. Μέσα είναι γερτή. Θα είναι καμιά δεκαριά τετραγωνικά το όλο. Ο μπινάς της όσο πάει και δυναμώνει. Οι ξυλοδεσιές της, αρίσιες, κρατάνε ακόμα. Λίγο παραδώθε ήτανε κι άλλο χτισμένο ριζοσπήλι που φαίνονται τα λείψανα του θεμέλιου του. Τον φτάνανε τα τσοπανόπουλα τον τοίχο τού­της της σπηλιάς· γκρεμίζανε τα λιθάρια του και τα κυλάγανε και παί­ζανε. Και η τελευταία προς το χωριό σπηλιά μοιάζει το εσωτερικό της με τσαρούχι αρβανίτικο. Ήτανε του· γερο - Γιαννάκου του Τρουπή, του πα­τέρα του Γιωργιού, και κει έβανε ο γερο - Γιαννάκος τα βόϊδα: και της έκατσε: «Βοϊδοσπηλιά».

Αντίκρυ στη Βοϊδοσπιηλιά, στα βράχια του Λώτη, απουπάνου από τ' αυλάκι είναι μια μικρή σπηλιά. Δυο - τρία το πολύ τετραγωνικά. Δε φαίνεται να ήτανε ποτέ χτισμένη. Είναι όμως πολύ καπνισμένη. Σημάδι πως ήτανε κατούντα των τσοπαναραίων. Στην άκρη της Παθίστρας στην απάνου μεριά είναι ένα σπηλί που μπορεί να χωρέσει δυο - τρεις νοματαίους τσιτωτά. Ψηλά στου Γουργουλιάτη το βράχο έχει ένα ριζοσπήλι π' απαγκιάζανε τα τσοπανόπουλα. Λίγο πιο κάτω είναι "Του Κατσιάπη η Τρούπα". Μι­κρή κι απόμερη τρύπα σαν πηγάδι αναχλό.

Κατηφορίζοντας Γκούρα - Γκούρα και φτάνοντας στου Σκέμπη. και δώθε κατά του Σκέμπη και κείθε κατά τη Σιαστούρκα είναι σπηλιές. Και οι δώθε και οι κείθε σπηλιές δεν ήσαντε χτισμένες με μπινά. Τούτες εδώ­θε τις είχε για γρέκια ο γερο - Παναγιώτης ο Τερζής. Είναι στενόμα­κρες κι αναχλές. Προσηλιακές όμως. Στου παπά τα λιθάρια, στην Ρέπιζα και στη Σκάλα υπάρχουν αρκετά ριζοσπήλια.

Οι πολλές σπηλιές είναι στα βράχια του Ντίσιλη απουκάτου. Κι όπως κατεβαίνουμε για τη Δρυμίνα, πρώτη σπηλιά κατά το ζερβί μας χέρι είναι "ΗΣπηλιά τ’ Ασίκη". Του γερο - Χρήστου Μπακράτοη. Είχε απομεινάρια από τοίχο μπινά, θα κοντοζυγώνει την Τρανή σπηλιά, μπορεί να είναι και ίσια. Σα φούρνος είναι. Παρακεί είναι και η άλλη σπηλιά τ’ Ασίκη. δώθε κατά του Καρκασάνη, κατά τη Μαυραπιδιά. Τούτη είναι και δείχνει λίγο μικρότερη από την άλλη. Φαίνεται πως και οι δυο σπηλιές ήσαντε γρέκια του γερο - Χρήστου Ασίκη. Στον ίδιο βράχο κι αγνάντιο κατά του κυνηγού είναι οι τρεις "Γκουτέϊκες σπηλιές". Η μία θά ’ναι ίσαμε τις σπηλιές τ' Ασίκη. Οι άλλες δύο ερχόνται απόμικρες. Ήμερες, αγναντερές και προσηλιακές σπηλιές. Ό­λες τούτες έχουνε απομεινάρια από τοίχο μπινά. Κι αμέτρητα είναι τα ριζοσπήλια στα ριζά τούτων εδώ τον βράχων ίσαμε πέρα την Αχυουροσπηλιά, απουκάτου από τα Βράχια του Κυνηγού.

Και τι να μολογήσω για τη "Σπηλιά τ’ Αράπη" στους Αράπηδες. Κείνη που είναι απουπάνου από την Αραπέϊκη Βρύση. Ένα θεριό ανήμερο ήτανε ο Αράπης. Η Σπηλιά του ήτανε γιομάτη φλουριά αντίς για πρόβα­τα. Τα ’βγαζε τη νύχτα και τα 'βοσκε και χάλαγε ο κόσμος από τον αχό του μαλαμικού. Είχε μοναχά θηλυκά. Το μαράζι του ήτανε ν’ αποχτήσει ένα σερνικό. Δεν το μπόρεσε. Έδωκε και λυώσανε φλουριά και του φτιάσανε ένα γεννησιαρούδι σερνικό και το 'θαψε απουπάνου στην Αραπόβρυοη. τάχαμου πως έφτιασε και κείνος σερνικό και του πέθανε!... Και το μάθανε τούτο στη Φραγκιά κι ήρθανε μπροστά από τον πρώτο πόλε­μο Φράγκοι και αναγουμάγανε στη ρίζα του βράχου, για να βρούνε το μαλαματένιο Αραπόπουλο. Για τη γεροσύνη και τη δύναμη του Αράπη λένε πολλά. Έτρωγε ένα ψητό δαμάλι στην καθησιά του. Γύριζε τη σούγλα με το μικρό του δαχτυλάκι. Πέταγε το στουρνάρι και καρφωνότανε στο πουρνάρι. Πέταγε την πέτρα από την εμπατή της σπηλιάς του και τη βάρηγε την πέρα μεριά στου Βαριαράπη. Εκεί, στου Βαριαράπη, κάποτε ο Αράπης κοιμήθηκε, με το στανιό, με μια τσοπανοπούλα χριστιανή. Έκαμε σερνικό παιδί η Ρω­μιά. Τράνηνε το παιδί εκείνο και γινότανε θεριό, μα δεν ξαστέρωνε τα λόγια του τάλεγε: Φλα... φλα... φλα... Τον παρατσουκλιάζανε: Φλαφλούτα,... Πλαφλούτα... Πλαπούτα! κι από κείνονε τον Πλαπούτα κρατάνε ρί­ζα και τούτοι οι Πλαπουταίοι. Τον εσκοτώσανε οι Ρωμιοί τον Αράπη, για να μην τους ξεκάμει ε­κείνος, γιατί του κλέβανε το βιός. Τον ξεκάνανε με χωσιά. Τον φορτώσανε στα ξυλοκρέβατα και πήγανε και τον ρίξανε στου "Αράπη την Τρούπα" που είναι στη Μακριαλάκα, εκεί που τελειώνει το χωράφι του Παναγιωτάκου κι αρχίζει το άγριο κατά τις αριές.

Στου Γκέρκη έχει ριζοσπήλια. Στην Έριζα είναι μια ...σπηλιά ανάμεσα στα κοτρώνια, κείθε κατά τη Φραζινέτα. Εκεί ψήνανε και τρώγανε τα κλεφτά οι τσοπάνηδες. Από τον Αγιαντριά ίσαμε τις Αλατάρες έχει πολλά ριζοσπήλια η βραχοσειρά. Χτισμένο και κατοικημένο σχεδόν κανένα. Εκεί έχει αμμούτσες μπλασινάρια ολάκερα και χρειάζονται στα τσοπανόπουλα για καταφύ­για σε καιρό βροχής.

Στη σπηλιά που είναι απουπάνου από τα χωράφια τα Σκιζέϊκα, στις ρίζες, είχανε κρυμμένο ένα παιδί των Κωστανταίωνε οι νεράιδες και το ταΐζανε βοϊδοσβουνιές κάνα δυο - τρεις ημέρες. Βγήκανε οι γυναίκες των Κωστανταίωνε και σκούζανε και ψάζανε κι άκουσε το παιδί και βγήκε από τη σπηλιά και είπε πως το αρπάξανε κάτι γυναίκες, το κλείσανε στη σπη­λιά και το ταΐζανε γκάβαλα και βοϊδοκοπριές. Τα ιδιανά κάνανε οι νεράιδες και στην Κωσταντού την Αναστασόνυφη. Έβοσκε η γυναίκα τα γουρούνια στου Ραϊδαμάσκου. Παρουσιάστη­κε ένα γουρούνι με μια πλάκα σαπούνι στο στόμα και κοντά δυο - τρεις ψηλόλιγνες γυναίκες. Αρπάζουνε τη γρια - Κωσταντού και την πάνε στου Σκέμπη τη Σπηλιά. Την ηθέλανε παρέα. Στο τέλος της βάψανε την άσπρη της γιούρτα μαύρη και την αφήκανε να φύγει. Κι έφυγε κι ήρθε στο χω­ριό με την άσπρη γιούρτα μαύρη ! !...

Η Γκρόπα είναι η μεγαλύτερη τρύπα σ' όλη την περιοχή του κοινοτικού μας χώρου. Λένε πως ρίξανε νεογέννητα κουτάβια μέσα, για να τα θανατώσουν και το ένα βγήκε στην πέρα κορύτα της Τρανηβρύσης. Κάποτε ρίχνανε και τα νεκρόσκουτα και τ' απαλλαξίδια των αρρώστων.

Στου "Ντελή" είναι μια σπηλιά και βλέπει το στόμα της κατά του Ψάρι, θα ’ναι. καμιά εικοσαριά τετραγωνικά Εκεί κρυβόσαντε λιποτάχτες του στρατού, οι: Παναγιώτης του Λια - Μπόρα, Θανάσης Λια - Θανασόπουλου κι ο Χρήστος του Νικολάκη του Πετρόπουλου. Και τους κυνήγαγαν τ' αποσπάσματα με αποσπασματάρχη τον Τρομάρα Γιάννη από του Ψάρι. Τους επήγαινε η Γιαννούλα της Μπορολιούς ψωμί και μαντάτα.

Ψηλά στα παλιογούβια στα βράχια από τις βάριζες ίσαμε του Παλυβού έχει πολλά ριζοσπήλια. Κανένα χτισμένο μπροστά. Ένα μοναχά κατά του Παλυβού έχει χτισμένο και καλοδιατηρημένο τοίχωμα.

Δώθε κατά την Κοκκινόβρυση, στη βρύση του γιατρού ίσια απάνου, καμιά τρακοσαριά μέτρα, είναι, ανάμεσα σε δυο ορθά λιθάρια, μια τρύπα. Άμα ρίξεις μια πέτρα μέσα, ακούς στο τέλος... μπουμ! Βγάνει από το στόμα της κρύο αέρα.

Έχει και στον Αρτοζήνο μια τρύπα στου Βασίλη του Πετρόπουλου τα χωράφια. Μόνο μια φορά πήγα και δεν μπορώ να την προσδιορίσω ακριβώς. Νομίζω πως είναι ανατολικά του αλωνιού.

Οι σπηλιές από ιστορικής πλευράς.