Από την ποιητική συλλογή "Φθινωπορινά", Αθήνα 2004.

Όλα τα ψυχοσάββατα γιορτάζουν οι νεκροί μας

και στολισμένοι κάθονται στη μνήμη τη δική μας. 

Με φουστανέλες ο παππούς, η γιαγιά με το παπάζι. 

Ο θείος με στρατιωτικά με μια πληγή στο στήθος.

Κι ο λοχαγός, ο Δημητριός, πεζεύει στην αυλή μας,

Ακώ τα φτερνιστήρια του, μα δεν τονε γνωρίζω.

 

Ο μπάρμπα-Νίκος με καλό ντρίλινο παντελόνι,

με μπαλωμένα άρβυλα και καλοκουρεμένος. 

Λουσμένη η Μάνα κι όμορφη στα ολόμαυρα ντυμένη

Με την ελιά στο μάγουλο και τη ματιά σε μένα.

Πλάι της θέση αδειανή μένει για τον πατέρα,

-όταν στον Άδη κατεβώ θα τον καλογνωρίσω-

 

…Έρχονται οι φίλοι δεν χωρούν και στην αυλή γλεντάνε…

Κι έχουν χαρές που στο μυαλό τους έχω αναστημένους. 

Και χαίρονται… και χαίρονται κι ο θάνατος σωπαίνει…

.

(ΧΙΜ)


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.