Ροδοπεπλοστεφάνωτη

θαλασσινή δροσούλα,

που μυστικά ξεχύνεται

μόλις προβάλει η αυγούλα,

τους πόνους τους ανθρώπινους

γλυκά τους απαλαίνεις,

θαλασσινή δροσούλα μου,

με μύρο που μας ραίνεις.

Στο χαρωπό κι’ ανάλαφρο

γοργοφτερούγισμα σου

σκορπιέται ολούθε πρόθυμο

μεθύσι το άρωμα σου.

Κι’ όσες καρδιές απόμειναν

ολόμονες στην πλάση

κι' άσκοπα τριγυρίζουνε

σιμά στ’ ακροθαλάσσι,

σ’ ενός λεπτού την έκσταση

μ’ άγριο παλμό μεθάνε,

μες στη δροσιά μυρώνονται

και ηδονικά χτυπάνε.

Ω, εσύ, χρυσή και ασίγαστη

Μυριόποθη πνοούλα,

ροδοπεπλοστεφάνωτη

θαλασσινή δροσούλα.