Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα της Μαρίνας Διαμαντοπούλου-Τρουπή.
.
Από τους σημαντικότερους στρατηγούς της Επανάστασης του 21 στο Μωριά, ήταν ο Δημήτρης Πλαπούτας ή Δημητράκης (κατά την τοπική συνήθεια χρήσης των ονομάτων), από το χωριό Παλούμπα Γορτυνίας (τότε περιοχή Λιοδώρας), γιος του Κόλια Πλαπούτα, που εγκαταστάθηκε στου Παλούμπα από τα Σουλιμοχώρια της Μεσσηνίας, κυνηγημένος εξ αιτίας ενός φόνου που διέπραξε σε βάρος Τούρκου φοροεισπράκτορα.
Ο Δημήτρης Πλαπούτας, στενός συνεργάτης του Κολοκοτρώνη και συγγενής εξ αγχιστείας (ο Δ. Πλαπούτας ήταν νυμφευμένος με την Στεκούλα, κόρη του Αναγνώστη Κολοκοτρώνη), είχε διαδραματίσει σπουδαιότατο ρόλο στα μεγαλύτερα πολεμικά και ιστορικά γεγονότα εκείνης της εποχής.
.
Ο Φωτάκος από τα Μαγούλιανα, αγωνιστής, ιστορικός, γραμματέας και υπασπιστής του Κολοκοτρώνη στο βιβλίο του “Βίοι Πελοποννησίων Ανδρών” γράφει:
.
Δημήτριος Κολιόπουλος ή Πλαπούτας
“Ούτος ο φιλοπόλεμος στρατηγός κατήγετο από το χωρίον Παλούμπα της Λιοδώρας. Εν αρχή της επαναστάσεως έγεινεν αρχηγός ενός τμήματος (σέμπτι) της επαρχίας Καρυταίνης, του λεγομένου της Λιοδώρας. Αι εκδουλεύσεις του είναι επίσημοι και γνωσταί. Κατ᾿ αρχάς ευρέθη εις την πρώτην μάχην, την οποίαν ο Κολοκοτρώνης έκαμε με τους Φαναρίτας Τούρκους, και ήλθε κατόπιν των εἰς Καρύταιναν. Μετά δὲ ταύτα όταν εσυναθροίζοντο οι στρατιώται εις το Διάσελον της Αλωνίσταινας, όπου ήτον ο Κολοκοτρώνης, ο Πλαπούτας ευρέθη εις Βυτίναν, και εκείθεν υπήγεν εις Λεβίδι, όπου έλαβε μέρος και εις αυτὸν τον πόλεμον.
Ύστερον δε εις το συσταθέν στρατόπεδον εις Πιάναν ήτον ως αρχηγός αντί του Κανέλου Δεληγιάννη εφόρου όντος. Κατόπιν υπήγε με τους στρατιώτας του εις το Βαλτέτσι και κατά την μάχην εκείνην ανδραγάθησε και εφάνη η παληκαριά του.
Όταν δε είμεθα εις τα Τρίκορφα, αυτός υπήγεν εις του Λάλα δια να σταθή εις το σώμα εκείνο του αδελφού του Γεωργάκη, όστις εφονεύθη εις Λάλα. Εκεί δε έμεινεν ολίγας ημέρας, και μετά τήν μάχην την γενομένην εις του Πούσι, ότε οι Λαλαίοι Τούρκοι έφυγον εις Πάτρας, ο Πλαπούτας επανήλθεν εις το στρατόπεδον των Τρικόρφων, όπου έμεινε μέχρι της αλώσεως της Τριπολιτσάς, και κατόπιν εσυντρόφευσε τους Αλβανοὺς εις την Βοστίτσαν δια να περάσουν εις την Στερεάν και εκείθεν εις την πατρίδα των κατά τα συμφωνηθέντα.
Μετά δε ταύτα παρηκολούθησε τον Θ. Κολοκοτρώνην εις Άργος και Κόρινθον, έχων ίδιον σώμα στρατιωτών, και μετά την πτώσιν του φρουρίου της Κορίνθου, διετάχθη απὸ τον Κολοκοτρώνην να υπάγη εις την πολιορκίαν των Πατρών, όπου κατά την περίφημον μάχην της 9 Μαρτίου ανδραγάθησεν. Κατόπιν αντιπροσώπευσε τον Κολοκοτρώνην κατά την πολιορκίαν ταύτην, αναχωρήσαντα εις Κόρινθον μέχρι της εκείθεν επιστροφής του. Πριν δε ο Κολοκοτρώνης λύση την πολιορκίαν των Πατρών, ο Πλαπούτας είχεν αναχωρήσει εκείθεν εις Καρύταιναν.
Και εις άλλας ακόμη εποχάς του εδόθη η αντιπροσωπεία του Γενικού αρχηγού παρά του Κολοκοτρώνη.
Μετά δε ταύτα κατά την εισβολήν του Δράμαλη εις Πελοπόννησον ο Πλαπούτας έγεινεν έτι επισημότερος στρατηγός, διότι πρώτος αυτός εκτύπησε κατά το χωρίον Χαρβάτι και Φίχτια τον στρατόν εκείνου, ότε έμπλεξε με τινας Τούρκους, ήλθεν εις μονομαχίαν με ένα εξ αυτών, και εκινδύνευσε, διότι ο Τούρκος, όταν ήλθον εις θέσιν να μεταχειρισθούν τα σπαθιά των, εκτύπησε και ετσάκισε το σπαθί του Πλαπούτα, αλλ᾿ ούτος ευτυχώς τον εσκότωσε. Κατόπιν εσύστησε το φροντιστήριον εις το Σχοινοχώρι, και εκείθεν εστρατοπέδευσεν όπισθεν του Παλαιοκάστρου Άργους κατά την θέσιν Άκοβα, όπου συνεκέντρωσε στρατόν υπέρ τας δύο χιλιάδας μετά της Επαρχίας Τριπολιτσάς, και των Φαναριτών αρχομένων από τον Τσανέτον Χρηστόπουλον, του δε όλου στρατοπέδου αρχηγός ήτον ο ίδιος Πλαπούτας. Εκείθεν επολέμει αδιακόπως μέχρι τέλους τον Δράμαλη, και ύστερον μετά την πτώσιν του Ναυπλίου διωρίσθη φρούραρχος αυτού έως ότου τον
αντικατέστησεν ο Πάνος Θ. Κολοκοτρώνης.
Κατά δε την εποχήν του προσκυνήματος και του προδότου Νενέκου πολύ ωφέλησεν, βοηθών τον Κολοκοτρώνην, και εμποδίσας ούτω το κακόν και δεν επροώδευσεν. Παρευρέθη δε και εις άλλας μάχας επί του Ιμβραήμ πασά και προ πάντων εις εκείνην της Καυκαριάς.
Η οικογένεια του Πλαπούτα είχεν επισημότητα και προ της επαναστάσεως, διότι ο πατέρας του ο Γέρω Κόλιας υπήρξε στρατιωτικός (κάπος) και αρματωλός, και είχε τρομάξει τους Λαλαίους Τούρκους, και δεν επατούσαν τα όρια της Καρύταινας εδώθεν του ποταμού Αλφειού (Ροφιά). Υπερασπίζετο όμως τούτον ο Γέρων Γιάννης Δεληγιάννης, και τούτον πάλιν επίσης εις τας καταδρομάς του από τους Πασάδες υπερασπίζετο ο Γέρω Κόλιας, διότι έβγαινε με στρατιώτας και εφύλαττε τους Δεληγιανναίους.
Δια τούτο η Τουρκική εξουσία του έκαψε τα σπίτια του πολλαίς φοραίς, και η επαρχία του έκαμνε βοήθειαν. Ο Γέρων Δεληγιάννης, ως αρχηγός πολιτικός της επαρχίας Καρυταίνης, τον εβοήθει, και ούτω τον είχεν εις τας καταδρομάς του, και μάλιστα όταν η Τουρκική εξουσία απεστρέφετο τον Δεληγιάννην, ο Γέρω Κόλιας με τα παιδιά του επήγαινεν εις τα Λαγκάδια και έπαιρνε την οικογένειάν του όλην και την εφύλαττε δια των όπλων, όπως τότε είχον τα μέσα της προφυλάξεως.
Εκτός τούτου και οι αδελφοί του Γεωργάκης, Θανάσης καὶ Παρασκευάς, συνετέλεσαν ως στρατιωτικοί. Αλλ᾿ εκ τούτων ο Γεωργάκης επρωτοχάθη εις τινα μάχην, εις την οποίαν οι Τούρκοι Λαλαίοι ενίκησαν τους Έλληνας, πριν γείνη ο πόλεμος εις το Πούσι, όπου ευρέθησαν οι Κεφαλλήνες όλοι περί τους 300, έχοντες και κανόνια, και όπου έδειξαν όλην την παληκαριάν των, και τους οποίους εφοβήθησαν οι Λαλαίοι και απεφάσισαν την φυγήν των από του Λάλα. Εις δε την μάχην ταύτην του Πουσιού ελαβώθη και ο Ανδρέας Μεταξάς”.
.
(ΧΙΜ)