.
Γράφει ο Αθ. Π. Στρίκος
Αθώος
Τυχαία έπεσα πάνω σε μια εκπομπή της τηλεόρασης για το Βέγγο. Τί δεν είπαν για τον άνθρωπο, τον ηθοποιό, τον επαγγελματία Θανάση Βέγγο. Που δεν είχε σπουδάσει πουθενά, δεν είχε τελειώσει καμμιά σχολή και κανένα πανεπιστήμιο, και όμως ο άνθρωπος ήταν φιλόσοφος. Αυτός κι αν ήταν. Με την έννοια που έδιναν στη λέξη οι Λατίνοι.
«Φιλοσοφία είναι η τέχνη του να ζεις».
Κι έφτασε να παίζει στην Επίδαυρο. Ανέθεταν μεγάλοι σκηνοθέτες μεγάλους ρόλους στον άνθρωπο δίχως σχολές και πτυχία. Στο τέλος της εκπομπής ο παρουσιαστής κάλεσε τους μετέχοντες, που ήσαν αρκετοί, να χαρακτηρίσουν το Θανάση Βέγγο με μία λέξη και είπαν διάφορα. Όπως: καλός άνθρωπος, απονήρευτος, άκακος, πράος, άγιος, γενναίος, μακρόθυμος, απροσποίητος, ειλικρινής, αυθόρμητος, απλός, λιτός κ.ά.
Ένας όμως, ο τελευταίος με τον οποίο έκλεισε η εκπομπή, είπε ʺαθώοςʺ και πρώτη φορά η λέξη αυτή με τάραξε. Πόσες φορές δεν την έχουμε ακούσει και οι ίδιοι χρησιμοποιήσει. Και όμως ποτέ δεν την προσέξαμε. «Αθώος ο κατηγορούμενος», αποφαίνεται ο δικαστής. Πιο μεγάλη λέξη από το αγαθός, τίμιος, άκακος, απονήρευτος, γενναίος, μεγαλόψυχος και με μεγάλες βαθιές ρίζες η λέξη αθώος. Και σκέφτηκα: Αν σκαλίζαμε συστηματικά αυτή τη μεγαλειώδη γλώσσα, όπως οι αρχαιολόγοι τον τόπο με το σκουπάκι, πόσα θα είχαμε να ωφεληθούμε από την ατέλειωτη αυτή γλώσσα. Και άρχισε να με βασανίζει.
Σύνθετη λέξη βέβαια από το άλφα (α) το στερητικό
και θωή, που σημαίνει ποινή.
Και τα παιδία που δεν έχουν πονηρίες και άλλα κακά, είναι λέμε αθώα πλάσματα. Αντίθετο του αθώος ο ένοχος (εν+έχω). Ο άνθρωπος δηλαδή που έχει εμπλακεί σε πράξη που επισύρει ποινή, αν αποδειχθεί δικαστικά πως τη διέπραξε. Και φυσικά και οι δύο λέξεις κατεβαίνουν από τη βαθιά αρχαιότητα. Κατά τα λοιπά διάφοροι μας λένε ότι τα αρχαία ελληνικά είναι νεκρά, άλλη γλώσσα κλπ. Τί να ειπεί κανείς. Τόση πια αβελτηρία, απερισκεψία, φανατισμός; Μάλιστα η θωή = ποινή είχε υπογεγραμμένη στο ω(μέγα) θῳή. Και θώιος το ιώτα του οποίου έγινε υπογεγραμμένη μεταφέρθηκε και στο αθῷος. Γι’ αυτό είπα αν σκαλίζαμε αυτή τη γλώσσα συστηματικά θα βρίσκαμε θησαυρούς. Και όλα πηγάζουν από το ρήμα θωάζω = επιβάλλω ποινή ή θωάω ή θωέω.
Ας αφήσουμε όμως τα γλωσσικά και να ξαναγυρίσουμε στο Βέγγο και τη λέξη αθώος που με συγκλόνισε τόσο. Άραγε πώς το είπε ο καλεσμένος αυτό το αθώος; Με την έννοια του απαλλαγμένος από κάθε κατηγορία για ό,τι ενδεχομένως διέπραξε κατά τη διάρκεια της ζωής του ή ήταν αθώος από γεννησιμιού του, όπως ένα παιδί και κουβάλησε την αθωότητα σ’ όλη του τη ζωή; Απονήρευτος;
Αυτή δηλαδή η αθωότητα ερχόταν από τη μοίρα του, τη φύτρα του; Και ο νους πήδηξε στη λέξη μοίρα, που απ’ ό,τι ξέρω, δεν υπάρχει σε καμμία άλλη γλώσσα με την έννοια που είναι στην ελληνική. Γιατί η μοίρα στα ελληνικά δεν είναι το ανατολίτικο κισμέτ ούτε η τύχη.
Στην ελληνική η μοίρα ξεκινά από το κομμάτι και σημαίνει κομμάτι. Έλεγαν οι αρχαίοι:
ʺΚόραξ ἐκράτει μοῖραν τυροῦʺ
(ο κόρακας παίρνει ένα κομμάτι τυρί).
.
Και σήμερα το ίδιο. Ο πατέρας, λέμε, έκανε την περιουσία του τρία (3) μεράδια και τα μοίρασε στα παιδιά του. Ή ο κύκλος έχει 360 μοίρες δηλαδή 360 ίσα κομμάτια, η ορθή γωνία 90 μοίρες κλπ. Προκειμένου όμως για τη ζωή ποιά είναι η μοίρα; Είναι το κομμάτι που τυχαίνει στον καθένα μας και συγκεκριμένα ότι ο ένας γεννήθηκε άντρας, η άλλη γυναίκα, ο ένας κοντός, ο άλλος ψηλός, η μία όμορφη, η άλλη άσχημη, η μια μπορεί και κάνει μια δράκα παιδιά, η άλλη κανένα. Ο ένας άρρωστος, λειψός, μαύρος. Ο άλλος υγιής, λεβέντης, άσπρος. Το μερίδιο ενός μαύρου, ενός αρρώστου, άσπρου ή υγιούς, ενός που γεννήθηκε στην Ελλάδα ή στο Βόρειο Πόλο. Ότι ως άνθρωπος είναι αδύνατος, εύθραυστος σαν το γυαλί, αρρωσταίνει, θυμώνει, έχει εγωισμούς, φανατίζεται και τόσα άλλα. Κυρίως όμως ότι έχει νου και γνώση αυτό το ον και πώς τα χρησιμοποιεί.
Και μετά άλλα ερωτήματα. Τη μοίρα μας τη διαμορφώνουμε εμείς, όπως συχνά ακούμε, ή τελικά ο άνθρωπος δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο; Αλλά ό,τι και να κάνουμε εμείς αυτά θα τραβήξουν το δρόμο τους (τη μοίρα τους) ανεξάρτητα από μας; Μήπως ο λαός που είπε ότι όλα είναι τυχαία και μοιραία έχει δίκιο; Δηλαδή τίποτα δεν είναι στο χέρι μας ή όλα εξαρτώνται από μας; Ερωτήματα βασανιστικά, τόσο πολύπλοκα και ασαφή. Και τελικά παράγουν τίποτ’ άλλο από αγωνία και φόβο, αν σκεφτούμε ότι εμάς μας παίρνει ο άνεμος;
Οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν ,
όπως γράφει ο Όμηρος;
Άμοιρε, λέει, τί χτυπιέσαι, αφού όπως τα φύλλα της εφετινής παρτίδας (γενιάς) κιτρινίζουν το φθινόπωρο, μαραίνονται και πέφτουν και τα σκορπίζει ο άνεμος, σαπίζουνε και χάνονται, το ίδιο και η κάθε γενιά των ανθρώπων; Και είναι παρηγοριά ο Όμηρος. Παντού δίνει λύσεις. Και αφού ούτως ή άλλως θα φύγεις απ’ τη ζωή, το πιο ωραίο πράγμα είναι να φύγεις αθώος. Να μην μπορεί κανείς να σου επιβάλει ποινή. Και ο αθώος, όπως ήδη είπαμε, δεν είναι ο τίμιος, ο αγαθός, ο άκακος, ο απονήρευτος, ο γενναίος, ο μεγαλόψυχος, ο καλός άνθρωπος. Είναι όλ’ αυτά μαζί και άλλα ακόμα. Είναι αθώος!
Κι εγώ βλέποντας την εκπομπή παρακάλεσα και είπα: δώσ’ μου, Θεέ μου, αυτό το μετάλλιο. Να φύγω από τη ζωή αθώος. Έτσι που να μη σηκώνει ποινή. Να μην μπορεί δικαστής να επιβάλει τιμωρία. Σφάλματα ας έχουν γίνει κι αδυναμίες ας υπάρχουν. Κακή πρόθεση να μην υπάρχει σε καμμία απ’ τις πράξεις σου δηλαδή να μην υπάρχει δόλος ώστε να μπορεί κάποιος να σε καταδικάσει. Να φύγεις αθώος χωρίς να σε βαραίνει τίποτα. Αφού θα φύγεις που θα φύγεις ʺἀθῷος ἀπαλλάττεσθαιʺ, όπως έλεγαν οι αρχαίοι. Δηλαδή να απέλθεις ατιμώρητος, να δικαστείς και να κριθείς αθώος χωρίς να βρίσκεται τίποτα το επιλήψιμο εις βάρος σου.
Έτσι όπως ήταν, έφυγε και χαρακτηρίστηκε ο Βέγγος. Και πρώτη φορά η λέξη με συγκλώνισε τόσο φανερώνοντας το μεγαλείο της! Όχι να εξομοιωθεί ο άνθρωπος με το Θεό τάχα, αλλά αθώος. Γήινα πράγματα, ανθρώπινα.