Κάποτε, ένας νέος ερωτεύθηκε μια νεράιδα. Όμορφη αλλά ματαιόδοξη και σκληρόκαρδη η νεράιδα, προκειμένου να ανταποκριθεί, ζήτησε από τον νέο την καρδιά της μάνας του. Ξελογιασμένος ο νέος, ξερίζωσε την καρδιά της μάνας του και έτρεχε να τη δώσει στην καλή του. Στη βιασύνη του όμως σκόνταψε, έπεσε και η καρδιά του ξέφυγε από τα χέρια. Κατρακυλώντας η καρδιά της μάνας φώναξε: κτύπησες παιδί μου; 
Αυτή είναι η καρδιά της μάνας. Αγάπη στα παιδιά της χωρίς όρους, χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς τέλος.
 
Όλοι μας νοιώθουμε τι σημαίνει η μάνα για τον καθένα μας. Όταν όμως προσπαθούμε με λόγια να εκφράσουμε αυτό που νοιώθουμε, διαπιστώνουμε ότι τα λόγια είναι φτωχά και αυτό που τελικά βγαίνει από το στόμα μας απέχει πολύ από αυτό που πραγματικά εννοούμε. Παρ όλα αυτά θα επιχειρήσω να διερμηνεύσω ένα μέρος από τα αισθήματα που όλοι έχουμε φυλαγμένα στην ψυχή μας για την άγια μορφή της μάνας και που τα κρατάμε σαν τον πολυτιμότερο θησαυρό. Ένα θησαυρό που, όσο προχωράει η ηλικία μας, μεγαλώνει όλο και πιο πολύ.
Όταν η μάνα μας χαμογελούσε, ο κόσμος γινόταν όμορφος, σαν τον παράδεισο. Όταν μας έπαιρνε στη αγκαλιά της νοιώθαμε σα να βρισκόμαστε στο ασφαλέστερο λιμάνι και όταν μας παρηγορούσε κάθε ίχνος φόβου και πόνου έφευγε από την ψυχή μας. Όταν μας φιλούσε άνοιγαν οι ουρανοί. Ότι πιο γλυκό και τρυφερό υπάρχει στον κόσμο είναι το χάδι της μάνας.
Η πολύτεκνη μάνα είναι μάνα στο πολλαπλούν. Γέννησε και φρόντισε, πόνεσε και αγάπησε πολλές φορές.
Οι πολύτεκνες μανάδες του χωριού μας, οι δικές μας μανάδες, είναι μανάδες μαζί και ηρωίδες. Αναθρέψανε και προσφέρανε παιδιά στην κοινωνία σε μια περίοδο δύσκολη για τον τόπο μας. Παλέψανε με την φτώχια, την ανέχεια και την αμάθεια, με μόνα εφόδια τη δύναμη της ψυχής τους, τις παραδόσεις του λαού μας και την πίστη τους στο Θεό. Δεν είχαν μόνο να μας αναθρέψουν. Δεν είχαν μόνο τις δουλειές του σπιτιού: να μαγειρέψουν, να πλύνουν, να συγυρίσουν, να ζυμώσουν, να ράψουν, να μπαλώσουν τα ρούχα της οικογένειας. Είχαν να γνέσουν, να υφάνουν, να φτιάξουν τις προίκες των κοριτσιών. Είχαν να πάνε στο αμπέλι, στο χωράφι, στο αλώνι, με τη νάκα στον ώμο. Όταν ο πατέρας έφευγε για μαστοριά, έμεναν στη θέση του να διευθύνουν την οικογένεια, να κάνουν και τις βαριές δουλειές και να φροντίσουν για όλα.
Και τα καταφέρανε. Αγράμματες οι ίδιες, είχανε τη σοφία να μας διδάξουνε το σωστό δρόμο και να μας δώσουνε την ευκαιρία να μάθουμε εμείς γράμματα. Με το παράδειγμα τους μας μάθανε την εργατικότητα, την τιμιότητα, το σεβασμό στο συνάνθρωπο. Μας μάθανε να παλεύουμε στη ζωή για ένα καλύτερο αύριο.
Η προσφορά τους αναδεικνύεται περισσότερο και το παράδειγμα τους έχει μεγαλύτερη αξία σήμερα, που το έθνος μας πλήττεται από την υπογεννητικότητα και η φυλή μας απειλείται με αφανισμό.
Δεν θα επιχειρήσω να αναλύσω αυτή τη στιγμή τα αίτια του υπογεννητισμού στη χώρα μας, γιατί θα χρειαζόταν πολύ περισσότερος χώρος. Δεν μπορώ όμως να μη σημειώσω ότι ακούγεται μάλλον σαν ειρωνεία το επιχείρημα ότι οι οικονομικές ανάγκες και το άγχος της σύγχρονης ζωής εμποδίζουν τις σημερινές Ελληνίδες να κάνουν παιδιά. Σήμερα και ο πιο φτωχός έχει δεκάδες φορές περισσότερα υλικά αγαθά από αυτά που είχαν στη διάθεση τους οι μανάδες μας όταν μας γέννησαν (κανείς πια δεν φοράει μπαλωμένα ρούχα ούτε περπατάει ξυπόλυτος όπως κάναμε εμείς παιδιά) και αντιμετωπίζει πολύ λιγότερες απειλές, από αυτές που γέμιζαν άγχος και ανασφάλεια τους γονείς μας......
 
 
Πριν τελειώσω, θα προσθέσω το ποίημα ενός στενού φίλου μου, συμμαθητή στη Στρατιωτική Ιατρική Σχολή και συναδέλφου στην καρδιολογία, του Άρη Χαραλαμπάκη, που εκφράζει καλύτερα και τα δικά μου αισθήματα. Ένα ποίημα που τιτλοφορείται «Μάνα» και αφιερώνεται σε όλες τις μάνες του κόσμου
 
Μάνα, αγία μάνα μας
ευλογημένη μάνα.
 
Ποιος ουρανός σε γέννησε
ποια ευλογία σ’ έχει
στον κόσμο ετούτο να ΄σαι εσύ
η πιο γλυκιά αγκαλιά;
 
Να ‘σαι ζωής νανούρισμα
φιλί στο προσκεφάλι
ζεστής γαλήνης φλάμπουρο
αγνή σαν Παναγιά;
 
Μήπως μες στην καρδούλα σου
του κόσμου όλη η χάρη
βρήκε λιμάνι κι άραξε,
βρήκε απανεμιά;
 
Μάνα, αγία μάνα μας
Ευλογημένη μάνα!....
 
Ηλίας Χειμώνας
Γιατρός, καρδιολόγος

 

 


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Το Δημοτικό Σχολείο άρχισε να χτίζεται τον Αύγουστο του 1936. Επειδή τότε δεν πήγαινε αυτοκίνητο στου Σέρβου, τα τσιμέντα τα κουβάλησαν με μουλάρια από τα Λαγκάδια. Τις σιδερόβεργες όμως για την πλάκα, λόγω του μήκους τους και της φύσης του μονοπατιού δεν μπορούσαν να τις φορτώσουν στα ζώα και γι' αυτό τις κουβάλησαν οι Σερβαίοι στον ώμο από τα Λαγκάδια. Οι εργασίες σταμάτησαν λόγω του πολέμου και συνεχίστηκαν μετά το 1949. Οι αίθουσες του σχολείου άνοιξαν για τους μαθητές το 1954.