.

221. ΜΗΝ ΤΑ ΜΑΛΩΝΕΙΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

 (Τσάμικος)

 

Μην τα μαλώνεις τα παιδιά,

Νταβέλη, μωρέ! Νταβέλη.
Μωρέ! Χρήστο Νταβέλη,

Μην τα βαριά αχουγιάζεις.

 

Τι τα παιδιά είναι ανώριμα,
Νταβέλη, μωρέ! Νταβέλη.

Μωρέ! Χρήστο Νταβέλη,

Ρίχνουν και σε σκοτώνουν.

 

Κι αν με σκοτώσουν, τ’ ορφανό,

Νταβέλη, μωρέ! Νταβέλη.

Μωρέ! Χρήστο Νταβέλη,

Ποιον έχω να με κλάψει.

 

Εσένα σε κλαίν΄ οι φίλοι σου,

Νταβέλη, μωρέ! Νταβέλη.

Μωρέ! Χρήστο Νταβέλη,

Και οι μπραζέριδές σου.

 

 

222. Ο ΒΑΤΟΣ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΟΡΓΗ

(Συρτός)

 

Ο βάτος, καλέ! ο βά…τος,

Έχει την οργή,

Μάνα μου, γλυκιά μου μάνα,

Ξερός, χλωρός, μπερδεύει.

 

Έτσι, καλέ! έτσι,

Μπερδεύτηκα κι εγώ.

Μάνα μου, γλυκιά μου μάνα,

Με μια γειτονοπούλα.

 

Γειτό…, καλέ! γειτόνισσα,

Δαιμόνισσα.

Γειτόνισσα, δαιμόνισσα,

Κακιά γειτονοπούλα.

 

Όπου ήρθα, καλέ! όπου ήρθα,

Και δεν μου άνοιξες.

Μάνα μου, γλυκιά μου μάνα,

Απ’ την παραπορτούλα.

 

Δεν το…, καλέ! δεν το…,

Ήξερα, λεβέντη μου.

Μάνα μου, γλυκιά μου μάνα,

Πως ήταν η αφεντιά σου.

 

Να πε…, καλέ! να πε…ταχτώ,

Σαν πέρδικα.

Μάνα μου, γλυκιά μου μάνα,

Να ’ρθω στην αγκαλιά σου.

 

 

223. Θ΄ ΑΦΗΣΩ ΓΕΝΙΑ ΚΑΙ ΜΑΛΛΙΑ

(Συρτός)

 

Θ’ αφήσω γένια και μαλλιά,

Ωχ! Αμάν! Αμάν!

Αμάν! Για να με λένε γέρο.

 

Γλεντάτε, νέοι, τον ντουνιά,

Ωχ! Αμάν! Αμάν!

Αμάν! Γιατί ο καιρός διαβαίνει.

 

Κι όποιος θα μπει, παιδιά, στη μαύρη γης,

Ωχ! Αμάν! Αμάν!

Αμάν! Πάλι δεν ξαναβγαίνει.

 

 

224. ΤΑΧΑ ΔΕΝ ΗΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΝΙΟΣ

(Συρτός)

 

Τάχα, καλέ! τάχα δεν…,

Ήμουν κι εγώ νιος.

Δεν ήμουν παλικάρι.

 

Μήπως, καλέ! μήπως,

Και δεν περπάτησα,
Τη νύχτα με φεγγάρι.

 

 

225. ΠΟΥ ΗΣΟΥΝ ΠΕΡΔΙΚΑ

(Τσάμικος)

 

Πού ήσουν, πε…, μωρέ! πέρδικα,

Πού ήσουν, πέρδικα καημένη;

Πού ήσουν, πέρδικα καημένη,

Πού ήρθες το πρωί βρεγμένη;

 

Ήμουνα, μωρέ! παιδιά,

Ήμουνα μακριά στα πλάγια.

Ήμουνα μακριά στα πλάγια,

Και στα όμορφα λιβάδια.

 

Τι έτρωγες, μωρέ! πέρδικα,

Τι έτρωγες μακριά στα πλάγια;

Τι έτρωγες μακριά στα πλάγια,

Και στα όμορφα λιβάδια;

 

Έτρωγα, μωρέ! παιδιά,

Έτρωγα το Μάη χορτάρι.

Έτρωγα το Μάη χορτάρι,

Και το Θεριστή σιτάρι.

 

Και τον Α…, μωρέ! παιδιά,

Και τον Αύγουστο ρογούλα.

Και τον Αύγουστο ρογούλα,

Και είμαι τόσο ομορφούλα.

 

 

226. ΑΠ’ ΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΟΥ ΒΓΑΙΝΩ

(Συρτός)

 

Απ’ τη γει…, τη γειτονιά μου βγαίνω,

Στην αγά…, στην αγάπη μου πηγαίνω.

Και τη βρη…, τη βρήκα λυπημένη,

Και βαριά…, βαριά βαλαντωμένη.

 

Τι έχεις κο…, κόρη μου και κλαις,

Και σε με…, σε μένα δεν το λες;

Μην σε μα…, μάλωσε η μαμά σου,
Που περνώ από τη γειτονιά σου;

 

Δεν με μα…, μάλωσε η μαμά μου,

Που περνάς από τη γειτονιά μου.

Κλαίω που είμαι φιλημένη,

Και στα χει…, χείλη δαγκωμένη.

 

 

227. ΠΟΤΑΜΕ, ΤΖΑΝΕ ΠΟΤΑΜΕ ΜΟΥ

(Συρτός)

 

Ποταμέ, τζάνε, ποταμέ μου,

Ποταμέ, ποταμέ μου, όταν γυρίζεις.

Ποταμέ, ποταμέ μου, όταν γυρίζεις,

Και βαράς και βαράς, και κυματίζεις.

 

Πάρε με, τζάνε, ποταμέ μου,

Πάρε με, πάρε με, στα κύματά σου.

Πάρε με, πάρε με ,στα κύματά σου,

Στα στριφο…, στα στριφογυρίσματά σου.

 

Να με πας, τζάνε, ποταμέ μου,

Να με πας, να με πας, κατά τη δύση.

Να με πας, να με πας, κατά τη δύση,

Στου Αλή, στου Αλή-Πασά τη βρύση.

 

Που ’ρχονται, τζάνε, ποταμέ μου,

Που ’ρχονται, που ’ρχονται ξανθές να πλένουν.

Που ’ρχονται, που ’ρχονται ξανθές να πλένουν,

Μαυρομά…, μαυρομάτες να λευκαίνουν.

 

Που ’ρχεται, τζάνε, ποταμέ μου,

Που ’ρχεται, που ’ρχεται και μια μικρούλα.

Που ’ρχεται, που ’ρχεται και μια μικρούλα,

Τ’ όνομά…, τ’ όνομά της Δημητρούλα.

 

 

228. ΒΟΥΝΑ, ΜΗΝ ΚΑΜΑΡΩΝΕΤΕ

(Τσάμικος)

 

Βουνά, μην κα…, βουνά,

Μην καμαρώνετε.

Βουνά, μην καμαρώνετε,

Μην έχετε καμάρι.

 

Γιατί, βουνό, γιατί βουνό,

Ήμουνα κι εγώ.

Γιατί βουνό ήμουνα κι εγώ,

Ψηλότερο από τ’ άλλα.

 

Είχα σαρά…, είχα σαράντα…,

Δυο κορ(υ)φές.

Είχα σαράντα δυο κορ(υ)φές,

Κι εξήντα δυο βρυσούλες.

 

 

229. ΓΕΙΡΑΝ ΤΑ ΕΛΑΤΟΚΛΑΡΑ

(Συρτός)

 

Γείραν, καλέ! γείραν,

Τα ελατόκλαρα.

Γείρανε από τα χιόνια,

Γοργά μου χελιδόνια.

 

Κι εμείς, καλέ! κι εμείς,

Παιδιά, τι κάνουμε.

Μας επήρανε τα χρόνια,

Γοργά μου χελιδόνια.

 

Ελάτε, καλέ! ελά…τε,

Να γλεντήσουμε.

Να μας φύγουνε τα ντέρτια,

Της καρδιάς μας τα σεκλέτια.

 

Όποιος, καλέ! όποιος,

Όποιος τα νιάτα γλέντησε.

Όποιος τα νιάτα γλέντησε,

Αυτό μονάχα κέρδισε.


 

230. ΜΙΑ ΠΕΡΔΙΚΑ ΠΕΝΕΥΤΗΚΕ

(Συρτός)

(Οι δυο δεύτεροι στοίχοι τραγουδιόνταν πιο ζωηρά)

 

Μια πέρδικα, ωχ! Αμάν! Αμάν!

Μια πέρδικα…α, παινεύτηκε.

Μια πέρδικα παινεύτηκε,

Σ’ ανατολή και δύση.

 

Πώς δεν ευρέ…, ωχ! Αμάν! Αμάν!

Π'ως δεν ευρέ…εθει κυνηγός.

Π'ως δεν ευρέθει κυνηγός.

Για να την κυνηγήσει.

 

Κι ο κυνηγός, ωχ! Αμάν! Αμάν!

Κι ο κυνηγός…ος που τ’ άκουσε.

Κι ο κυνηγός που τ’ άκουσε,

Πολύ του κακοφάνει.

 

Στήνει τα βρο…, ωχ! Αμάν! Αμάν!

Στήνει τα βρόχια, στα βουνά.

Στήνει τα βρόχια, στα βουνά,

Τις ξώβεργες, στους κάμπους.

 

 

231. ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΛΕΒΕΝΤΙΑ

(Καλαματιανός)

 

Ώρε! μια φορά είναι η λεβεντιά,

Άιντε! καημένη λεβεντιά!

Νιάτα, δροσιές γεμάτα,

Μια φορά είναι τα νιάτα.

 

Ώρε!, μια φορά περπάτησα,

Άιντε! καημένη λεβεντιά!.

Νιάτα, δροσιές γεμάτα,

Με μια κοπέλα αντάμα.

 

Ώρε! να τη φιλήσω ντράπηκα,

Άιντε! καημένη λεβεντιά!

Νιάτα, δροσιές γεμάτα,

Να της το ’πω φοβόμουν.

 

 

232, ΤΩΡΑ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ

(Τραπεζιού)

 

Τώρα τα πουλιά…,

Τώρα τα χελιδόνια.

Τώρα οι πε…, καλέ!

Τώρα οι πέρδικες.

 

Τώρα οι πέρδικες…,

Γλυκολαλούν και λένε.

Ξύπνα, αγά…, ξύπνα,

Αγάπη μου.

 

Ξύπνα, αγάπη μου,

Ξύπνα, γλυκό μου ταίρι.

Τι μας πη…, τι μας πήρε,

Η χαραυγή.

 

 

233. ΤΙ ΕΧΟΥΝ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ ΤΑ ΒΟΥΝΑ

(Τσάμικος)

(Το τραγούδι αυτό το έχω ακούσει σε δυο παραλλαγές)

 

Ώρε! τι έχουν της Μα…, τι έχουν,

Της Μάνης τα βουνά.

Τι έχουν της Μάνης τα βουνά,

Και είναι βουρκωμένα.

 

Ώρε! μήπως βοριάς,

Μήπως βοριάς τα χτύπησε.

Μήπως βοριάς τα χτύπησε,

Μήπως κακό χαλάζι.

 

Ώρε! ούτε…, ούτε βοριάς,

Ούτε βοριάς τα χτύπησε.

Ούτε βοριάς τα χτύπησε,

Ούτε κακό χαλάζι.

 

Ώρε! οι κλέφτες κάνουν,

Οι κλέφτες κάνουν πόλεμο.

Οι κλέφτες κάνουν πόλεμο,

Και κυνηγούν τους Τούρκους.

 

 

(2η επιλογή)

Ώρε! τι έχουν, τι έχουν,

Της Μάνης τα βουνά, μωρ’ Αράπη.

Σούφη, καημέν’ Αράπη,

Και είναι βουρκωμένα.

 

Ώρε! μήπως βοριάς, μήπως…,

Βοριάς τα φύσηξε, μωρ’ Αράπη.

Σούφη, καημέν’ Αράπη,

Ούτε κακό χαλάζι.

 

Ώρε! οι κλέφτες κα…, οι κλέφτες,

Κάνουν πόλεμο, μωρ’ Αράπη.

Σούφη, καημέν’ Αράπη,

Και κυνηγούν τους Τούρκους.

 

 

234. ΣΤΗΝ ΑΠΑΝΩ ΓΕΙΤΟΝΙΤΣΑ

(Συρτός)

 

Στην απά…, στην απά…

Στην απάνω γειτονίτσα.

Στην απάνω γειτονίτσα,

Αγαπώ μια κοπελίτσα.

 

Και στην κα…, και στην κα…,

Και στην κάτω, την καημένη.

Και στην κάτω, την καημένη,

Αγαπώ μια παντρεμένη.

 

Το σκυλί…, το σκυλί,

Το σκυλί της με γαυγίζει.

Το σκυλί της με γαυγίζει,

Ο άντρας της με φοβερίζει.

 

Κάνε το…, κάνε το…,

Κάνε το σκυλί σου ζάπι.

Κάνε το σκυλί σου ζάπι,

Και τον άντρα σου χασάπη.

 

Να ’ρχομαι, να ’ρχομαι,

Να ’ρχομαι, αργά το βράδυ.

Να ’ρχομαι, αργά το βράδυ,

Μέσα στο βαθύ σκοτάδι.

 

 

235. ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΑΛΩΝΙΣΤΑΙΝΑΣ

(Τσάμικος)

 

Βουνά της Α…, βουνά,

Της Αλωνίσταινας.

Βουνά της Αλωνίσταινας,

Και της απάνω Χρέπας.

 

Γιατί είν’ τα χιο…, γιατί,

Τα χιόνια σας πολλά.

Γιατί είν’ τα χιόνια σας πολλά

Και τα νερά σας κρύα.

 

Μήπως βοριάς, μήπως…,

Μήπως βοριάς σας φύσηξε.

Μήπως βοριάς σας φύσηξε,

Μήπως κακός αέρας.

 

Ούτε βοριάς ούτε,

Βοριάς μας φύσηξε.

Ούτε βοριάς μας φύσηξε,

Ούτε κακός αέρας.

 

(Ι)μπραήμ Πασάς,

(Ι)μπραήμ Πασάς επέρασε.

(Ι)μπραήμ Πασάς επέρασε,

Με δεκαοχτώ χιλιάδες.

 

Και ’κάψαν τα, και ’καψε,

Τα Μαγούλιανα.

Και ’κάψαν τα Μαγούλιανα,

’Κάψαν και τα Λαγκάδια.

 

 

235. ΝΑ ΧΑΜΗΛΩΝΑΝ ΤΑ ΒΟΥΝΑ

(Συρτός)

 

Ώρε! να χαμηλώ…, να χαμηλώναν,

Τα βουνά, ωχ! Διπλός καημός.

Να ψήλωναν κι οι κάμποι,

Θάλασσα πλατιά, μαγκούφα ξενιτιά.

 

Ώρε! να ’βλεπα την…, να ’βλεπα,

Την αγάπη μου, ωχ! Διπλός καημός.

Που είναι μακριά στα ξένα,

Θάλασσα πλατιά, μαγκούφα ξενιτιά.

 

Ώρε! σε τι τραπέ…, σε τι τραπέζια,

Τρώει ψωμί, ωχ! Διπλός καημός.

Σε τι ταβέρνες πίνει,

Θάλασσα πλατιά, μαγκούφα ξενιτιά.

 

Ώρε! τίνος χερά…, τίνος χεράκια,

Τον κερνούν, ωχ! Διπλός καημός.

Και τα δικά μου τρέμουν,

Θάλασσα πλατιά, μαγκούφα ξενιτιά.

 

Ώρε! τίνος ματά…, τίνος ματάκια,

Τον κοιτούν, ωχ! Διπλός καημός.

Και τα δικά μου κλαίνε,

Θάλασσα πλατιά, μαγκούφα ξενιτιά.

 

 

237. ΣΥΡΕ, ΓΚΕΖΕΡΑ, ΤΑ ΒΟΥΝΑ

(Συρτός)

 

Σύρε, γκεζέρα, Αριστείδη μου,

Σύρε, γκεζέρα μάτια μ’, το ντουνιά.

Και τον απάνω κόσμο, Αριστείδη μου,

Και τον απάνω κόσμο, τζοβαΐρι μου.

 

Κι αν εύρεις άλλη, Αριστείδη μου,

Κι αν εύρεις άλλη σαν κι εμένανες.

Ρίξε και σκότωσέ με, Αριστείδη μου,

Ρίξε και σκότωσέ με, τζοβαΐρι μου.

 

 

238. Ο ΛΙΓΚΟΣ

(Συρτός)

 

Μην τον είδατε, τον απαντήσατε,

Το Λύγγο, το λεβέντη, τον αρχιληστή,

Γέρο-Λύγγο, τον αρχιληστή.

 

Χτες, τον είδαμε, τον απαντήσαμε,

Σε ενός παπά τη στάνη, τον αρχιληστή,

Γέρο-Λύγκο, τον αρχιληστή.

 

Και τρωγόπιναν και σουβλίζανε,

Αρνιά και γουρνοπούλες, τον κερνούσανε,

Γέρο-Λύγγο, τον αρχιληστή.

 

Τον κερνούσανε, τον τραγουδούσανε,

Πέντε έξι βλαχοπούλες, τον αρχιληστή,

Γέρο-Λύγγο, τον αρχιληστή.

 

 

239. ΚΩΣΤΑ, ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ ΛΥΩΣΑΝΕ

(Συρτός)

 

Κώστα, τα χιο…, κι Αμάν! Αμάν!

Κώστα, τα χιόνια λιώσανε.

Κώστα, τα χιόνια λιώσανε,

Κι εμείς δεν ανταμώσαμε.

 

Τα χιόνια τα…, κι Αμάν! Αμάν!

Τα χιόνια τα ’λιωσε η βροχή.

Τα χιόνια τα ’λιωσε η βροχή,

Κι εσύ κοιμάσαι μοναχή.

 

Τα χιόνια τα..,. κι Αμάν! Αμάν!

Τα χιόνια τα ’λιωσε ο καιρός.

Τα χιόνια τα ’λιωσε ο καιρός,

Κι εσύ κοιμάσαι μοναχός.

 

 

240. ΕΝΑΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ ΧΟΡΕΥΕ

(Τσάμικος)

 

Ώρε! ένας λεβέντης, ένας…,

Λεβέντης χόρευε.

Ένας λεβέντης χόρευε,

Σε μαρμαρένιο αλώνι.

 

Ώρε! κι ο Χάρος τον…, κι ο Χάρος,

Τον αγνάντευε.

Κι ο Χάρος τον αγνάντευε,

Από ψηλή ραχούλα.

 

Ώρε! γεια σου, χαρά..., γεια σου,

Χαρά σου, Χάροντα.

Γεια σου, χαρά σου, Χάροντα,
Καλώς τον, τον λεβέντη.

 

Ώρε! λεβέντη, με…, μ’ έστειλε,

Ο Θεός.

Λεβέντη, μ’ έστειλ’ ο Θεός,

Να πάρω την ψυχή σου.

 

Ώρε! χωρίς ανά…, χωρίς…,

Ανάγκη κι αρρωστιά.

Χωρίς ανάγκη κι αρρωστιά,

Ψυχή δεν παραδίνω.

 

 

241. ΣΤΟΝ ΑΔΗ ΘΑ ΚΑΤΕΒΩ

(Συρτός)

 

Στον Άδη, θα κατέβω,

Στον Άδη, θα κατέβω.

Στον Άδη, θα κατέβω,

Και στον παράδεισο.

 

Τον Χάρο ν’ ανταμώσω,

Τον Χάρο ν’ ανταμώσω.

Τον Χάρο ν’ ανταμώσω,

Δυο λόγια να του ’πω.

 

Χάρε, για χάρισέ μου,

Χάρε, για χάρισέ μου.

Χάρε, για χάρισέ μου,

Σαΐτες κοφτερές.

 

Θέλω να σαϊτέψω,

Θέλω να σαϊτέψω.

Θέλω να σαϊτέψω,

Δυο-τρεις μελαχρινές.

 

 

242. ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΗΣ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ

(Συρτός)

 

Λουλού…, λέει, λουλούδι,

Της Μονεμβασιάς.

Λουλούδι της Μονεμβασιάς,

Και κάστρο της Αθήνας,

και κάστρο της Αθήνας.

 

Και Πα…, λέει και Παλαμήδι,

Του Αναπλιού (Ναυπλίου)

Και Παλαμήδι του Αναπλιού,

Άνοιξε να ’μπω μέσα,

άνοιξε να ’μπω μέσα.

 

Να ιδώ, λέει, να ιδώ τις…,

Αναπλιώτισσες.

Να ιδώ τις Αναπλιώτισσες,

Τις Αναπλιωτοπούλες,

τις Αναπλιωτοπούλες.

 

Πώς πλε…, λέει, πώς πλένουν,

Πώς λευκαίνουνε.

Πώς πλένουν, πώς λευκαίνουνε,

Πώς μοσχοσαπουνίζουν,

πώς μοσχοσαπουνίζουν.

 

Με το…, λέει, με το ’να,

Χέρι πλένουνε,

Με το ’να χέρι πλένουνε.

Με τ’ άλλο σαπουνίζουν,

με τ’ άλλο σαπουνίζουν.

 

 

243. ΠΕΡΑΣΕ ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

(Συρτός)

 

Πέρασε ένα καλοκαίρι

Και δεν μου ’στειλες χαμπέρι.

Τι χαμπέρι να σου στείλω,

Που ’πιασες καινούριο φίλο.

 

Κι αν τον έπιασα το φίλο,

Φίλος είναι, τον αφήνω.

Δεν σ’ αλλάζω εγώ με γρόσια,

Μ’ εκατό και με διακόσια.

 

Θα σε στήσω κυπαρίσσι,

Μες στη μαρμαρένια βρύση.

Να ’ρχονται η ξανθές, να πλένουν,

Μαυρομάτες να λευκαίνουν.

 

244. ΜΙΚΡΟ ΠΡΑ(Γ)ΜΑΤΕΥΤΟΠΟΥΛΟ

(Συρτός)

 

Μικρό πρα(γ)μα…, Παναγούλα μου,

Ψυχή μου και…, και καρδούλα μου.

Μικρό πρα(γ)ματευτόπουλο,

Έρχεται απ’ την Πόλη.

 

Φέρνει μουλά…, Παναγούλα μου,

Ψυχή μου και…, και καρδούλα μου.

Φέρνει μουλάρια δώδεκα,

Και μούλες δεκαπέντε.

 

Τη μούλα τη…, Παναγούλα μου,

Ψυχή μου και…, και καρδούλα μου.

Τη μούλα τη γριβή, γριβή,

Έρχεται ο νιος καβάλα.

 

 

245. ΚΙΝΗΣΑ ΝΑ ’ΡΘΩ ΤΟ ΒΡΑΔΥ

(Συρτός)

 

Κίνησα να ’ρθω, το βράδυ,

Ρίνα, Κατερίνα μου.

Μ’ έπιασε ψιλή βροχή,

Κατερίνα μου μικρή.

 

Ας ερχόσουν κι ας βρεχόσουν,

Ρίνα, Κατερίνα μου,

Κι ας γινόσουνα παπί,

Κατερίνα μου μικρή.

 

Είχα ρούχα να σ’ αλλάξω,

Ρίνα, Κατερίνα μου.

Πάπλωμα να σκεπαστείς,

Κατερίνα μου, να ζεις.

 

Και κορμάκι ν’ αγκαλιάσεις,

Ρίνα, Κατερίνα μου.

Ώσπου να το βαρεθείς,

Κατερίνα μου, να ζεις.

 

 

246. ΑΝΤΩΝΗ ΜΟΥ, ΤΙ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ

Τραπεζιού)

 

Αντώνη μου, τι σκέφτεσαι…,

Τι ’σαι συλλογισμένος;

Παιδιά μου, μην με βιάζετε.

 

Παιδιά μου, μην με βιάζετε…,

Να σας τ’ ομολογήσω,

Εχτές, μου ’ρθαν δυο γράμματα.

 

Εχτές, μου ’ρθαν δυο γράμματα…,

Και δυο κακά μαντάτα,

Μου πήραν τη γυναίκα μου.

 

Μου πήραν τη γυναίκα μου…,

Και το μοναχογιό μου,

Ο Βεληγκέκας, το σκυλί.

ΡΕΦΡΕΝ

Της Γης τα χορταράκια, τα μαγειρεύουνε,

Τα τρων’ τα κοριτσάκια, παντρειά γυρεύουνε.

 

 

247. ΕΝΑΣ ΠΕΥΚΟΣ ΜΕΣ ΤΟΝ ΚΑΜΠΟ

(Συρτός)

(Το τραγουδούσαμε συνήθως στο σχολείο)

 

Ένας πεύκος, μες στον κάμπο,

Ένας πεύκος, μες στον κάμπο,

Γέρασε ο φτωχός.

 

Ζει διακόσια τόσα χρόνια,

Χρόνια μοναχός.

 

Πέρασε μεγάλες μπόρες,

Πέρασε μεγάλες μπόρες,

Είδε κεραυνούς.

 

Κι όμως στέκει πάντα όρθιος,

Όρθιος, μοναχός.

 

Άκουσε τα καρυοφύλλια,

Άκουσε τα καρυοφύλλια,

Είδε αρματολούς.

 

Ζει διακόσια τόσα χρόνια,

Χρόνια μοναχός.

 

 

248. ΛΑΜΠΕΙ Ο ΗΛΙΟΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ

(Τραπεζιού)

 

Λάμπει ο η…, ο ήλιος στα βουνά…,

Ώρε! Ώρε! λάμπει και στα λαγκάδια,

Λάμπει και στα…, και στ’ Αρκουδόρεμα.

 

Λάμπει και στ' Α…, και στ’ Αρκουδόρεμα,

Ώρε! στο δόλιο Λυποβίσι,

Που 'κει είν’ οι κλε…, οι κλέφτες οι πολλοί.

 

Που ’κει είν’ οι κλε…, οι κλέφτες οι πολλοί,

Ώρε! οι Κολοκοτρωναίοι,

Που ’χουν τ’ ασή…, τα’ ασήμια τα πολλά,

 

Που ’χουν τ’ ασή…, τ’ ασήμια τα πολλά,

Ώρε! τις ασημένιες σπάθες,

Καβάλα πάν'…, βρε, πάν’ στην εκκλησιά,

 

Καβάλα πάν’…, βρε, πάν’ στην εκκλησιά,

Ώρε! καβάλα προσκυνάνε,

Καβάλα παι…, παίρνουν αντίδωρο.

 

Καβάλα παι…, παίρνουν αντίδωρο,

Ώρε! απ’ του παπά το χέρι,

Γεια σας, χαρά…, χαρά σας, κλεφτουριά.

 

ΡΕΦΡΕΝ

Αέρας τα φυσάει τα πλατανόφυλλα,

Θεός να τα φυλάει τα Ελληνόπουλα.

 

 

249. ΤΟ ΦΑΝΤΑΡΑΚΙ

(Συρτός)

 

Ήμουνα φανταράκι

Και χωροφύλακας.

Και μέσα στο Γιωργίτσι,

Θαλαμοφύλακας.

 

Το πρώτο μου το σφάλμα,

Ήτανε σοβαρό.

Τραβώ την ξιφολόγχη,

Χτυπώ τον Λοχαγό.

 

Το δεύτερό μου σφάλμα,

Ήτανε πιο βαρύ.

Τραβώ την ξιφολόγχη,

Χτυπώ τον Διοικητή.

 

 

250. ΓΛΥΚΟΧΑΡΑΖΕΙ Η ΧΑΡΑΥΓΗ

(Το τραγουδούσαν σε κάθε εθνική γιορτή,

25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου

τα παιδιά του σχολείου

που πήγαιναν στην Εκκλησία).

(Χορευόταν και Συρτός)

 

Γλυκοχαράζει η χαραυγή,

Και λάμπει ο ουρανός κι η γη.

Φέρνει την ελευτεριά μας,

Και το τέλος της σκλαβιάς μας.

 

Στη μάχη, στην Τριπολιτσά,

Με τον Πλαπούτα πάει μπροστά.

Των Δερβενακιών τα κάλλη,

Πότε θα ξανάρθουν πάλ


Γεώργιος Δ. Βέργος

.

.

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 1-20
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 21-40
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ  41-60
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 61-100

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 101-140
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 141-180
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 181-220
***

 

(EKM)


Εικόνες από το χωριό