ΜΑΠ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 4ος22 0
 
  1. Συμβάν

Πονούσε

τόσο ανυπόφορα η Χαρά

που το τραγούδι μας

σύγκορμη έκανε ν΄ ανατριχιάσει η νύχτα.

 

  1. Οπτική

Επιμένω πάντα

Στη ζυγαριά

Να βάζω στις βαριές την αίσθηση

Παρά τη γνώση των πραγμάτων.

 

  1. Χαρτογράφηση

Πεδίο βολής η ψυχή μου

Όπου

Υπό καθεστώς ειρηνικής συνύπαρξης

Με κάλυψη

Το πρόσχημα ισορροπίας

Εξασκούνται στην πολεμική

Με άσφαιρα πυρά οι Αντινομίες.

 

  1. Άθληση

Τ΄ όνειρο που με τρέφει

Με σκοτώνει

Με ανασταίνει,

Και ξανά απ΄ την αρχή.

Με γούστο καθώς βρίσκω το παιχνίδι

Παίρνω σειρά.

Τρέφω,

Σκοτώνω,

Ανασταίνω τ΄ όνειρο,

Κι απ΄ την αρχή ξανά

Σερβίρω πάσα.

 

  1. Λογαριασμοί

Δεν έπαιξες μετα χρυσόψαρα της γυάλας μου.

Πέρασα αδιάφορη από τα κοχύλια της συλλογής σου.

Πατσίσαμε.

 

  1. Εταιρικό

Βάζω τη μπάλα.

Παιχνίδι, κίνηση, κανόνες

μέρισμά σου.

 

  1. Παροιμιακά

Εσύ το λες  άσπρον αφρό

Κι εγώ στ΄αυλάκι, ξέρα.

Του σπόρου ανάλογα

Η φύτρα κι ο καρπός της

 

  1. Συνομωσία

Όσο αντιστέκομαι

Να με λεηλατείτε.

Φίλοι κι εχθροί να με λεηλατείτε αλύπητα.

Τίποτα  -αν είναι δυνατόν-

Στο θάνατο μη μείνει.

 

  1. Οιωνός

Κάποια στιγμή,

την ποιο Γαλήνια

ένας

-ανάμεσά μας ο πιο πράος-

Θα σηκωθεί

Και με όση δύναμη στο στήθος του έχει

Θα φωνάξει:

   Αέρας

      Θάλασσα

          Ουρανός

Και θα πεθάνει.

 

  1. Τροπάρι

Γυναίκα με τα καφετιά

Που αυθαίρετα κατέλαβες το πεζοδρόμιο

Στήνοντας το μικρό σου κήπο

Με ασβεστωμένους ντενεκέδες,

Η μόνη αντίσταση του τετραγώνου μας

Στην ψύχρα του τσιμέντου,

Χαίρε.

Χαίρε και Δόξα σοι.

 

(ΧΙΜ)


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.